Ο υψηλός πληθωρισμός θα μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο από όσο πιστεύουν οι κεντρικές τράπεζες, λέει ο Πήτερ Οπενχάιμερ, επικεφαλής στρατηγικής της Goldman Sachs στην Ευρώπη, σε συνέντευξή του στη γερμανική Die Zeit.
Ο υψηλός πληθωρισμός θα μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο από όσο πιστεύουν οι κεντρικές τράπεζες, λέει ο Πήτερ Οπενχάιμερ, επικεφαλής στρατηγικής της Goldman Sachs στην Ευρώπη, σε συνέντευξή του στη γερμανική Die Zeit.
«Ζήσαμε ένα εξαιρετικά ασυνήθιστο και δύσκολο οικονομικό σοκ. Η οικονομική κατάσταση είναι πραγματικά μοναδική. Σημειώθηκε μείωση 6% στην οικονομική παραγωγή στη ζώνη του ευρώ το 2020-πρόκειται για τη βαθύτερη ύφεση εδώ και πολλές δεκαετίες. Εφέτος,σημειώθηκε μια ισχυρή επιστροφή χάρη στα πολύ αποτελεσματικά εμβόλια. Επιπλέον, υπάρχουν μεγάλα κυβερνητικά προγράμματα τόνωσης και χαλαρή νομισματική πολιτική από τις κεντρικές τράπεζες, που οδηγούν την ανάπτυξη. Όμως αυτή η διαδικασία δεν έχει τελειώσει ακόμα…Οι εμβολιασμοί ήταν μέχρι στιγμής πολύ επιτυχημένοι, επίσης κατά των παραλλαγών του ιού. Αυτό φαίνεται από τα πολύ χαμηλότερα ποσοστά νοσηλείας σε σύγκριση με τα προηγούμενα κύματα. Και αυτό είναι ενθαρρυντικό. Ωστόσο, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν επιπτώσεις από τα νέα lockdown, αν και πολύ λιγότερο εκτεταμένες από πριν. Άρα είμαστε αισιόδοξοι συνολικά» εκτιμά ο επικεφαλής οικονομολόγος της Goldman Sachs.
Ερωτηθείς ποιός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την οικονομία, ο Οπενχάιμερ τονίζει: «Ο υψηλός πληθωρισμός θα μπορούσε να διαρκέσει περισσότερο από όσο πιστεύουν οι κεντρικές τράπεζες. Τουλάχιστον αυτό φοβούνται οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Ταυτόχρονα, η οικονομική ανάπτυξη θα μπορούσε να αποδυναμωθεί. Αυτό θα ήταν ένα προβληματικό ζήτημα, επειδή οι κεντρικές τράπεζες δεν θα ήταν σε θέση να αυξήσουν εύκολα τα επιτόκια για να αντιμετωπίσουν την αύξηση των τιμών»
Στην ερώτηση «Οι ιδιώτες επενδυτές φοβούνται τον μόνιμο υψηλό πληθωρισμό. Πώς μπορούν να προστατευθούν από αυτό;» απαντάει: «Είναι γενικά κακή ιδέα, να αφήνετε τα χρήματά σας σε τραπεζικό λογαριασμό με σταθερό επιτόκιο σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού. Τότε φυσικά χάνεις χρήματα». «Γι' αυτό υπάρχει η τάση να επενδύονται στις λεγόμενες πραγματικές αξίες, οι οποίες γενικά φέρνουν απόδοση που αυξάνεται με τον πληθωρισμό. Και αυτές είναι τα ακίνητα, οι πρώτες ύλες ή μετοχές. Όταν ο πληθωρισμός αυξάνεται, αυξάνονται και οι εταιρικές πωλήσεις, τα κέρδη και, επομένως, οι αποδόσεις των επενδυτών…Εάν οι κεντρικές τράπεζες αποφασίσουν τώρα να αυξήσουν σημαντικά τα επιτόκια, αυτό θα έχει αντίκτυπο στην αποτίμησή τους. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο πληθωρισμός να υποχωρήσει περισσότερο από το αναμενόμενο. Τότε είναι πιθανό αυτό να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις κεφαλαιαγορές και να πέσουν και οι τιμές των μετοχών», συνεχίζει.
Ο Οπενχάιμερ προσθέτει επίσης οτι «η ΕΚΤ δεν βιάζεται να αυξήσει τα επιτόκια. Άλλες κεντρικές τράπεζες υποθέτουν επίσης ότι τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού θα επιλυθούν σύντομα και ότι η πίεση στις τιμές θα μειωθεί ξανά. Οι κεντρικές τράπεζες αναμένουν ότι η άνοδος του πληθωρισμού θα είναι προσωρινή. Δεν θέλουν να σταματήσουν την οικονομική ανάκαμψη τώρα αυξάνοντας πολύ γρήγορα τα επιτόκια. Αν το κάνουν, θα γίνει προσεκτικά».
Σε ερώτηση αν ζούμε σε ένα περιβάλλον παρόμοιο με αυτό της πετρελαϊκής κρίσης της δεκαετίας του 1970, ο Οπενχάιμερ λέει ότι «εκείνη την εποχή υπήρχε αυξανόμενος πληθωρισμός και αυξανόμενα επιτόκια ταυτόχρονα. Αυτή ήταν μια δύσκολη οικονομική κατάσταση καθώς οι υψηλές τιμές των εμπορευμάτων οδήγησαν τον πληθωρισμό. Και αυτό συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Αλλά είναι σχετικά απίθανο να βρεθούμε στην ίδια κατάσταση όπως τότε. Τα επιτόκια είναι τώρα χαμηλότερα από ποτέ. Εάν οι κεντρικές τράπεζες τα αυξήσουν ξανά σταδιακά, δεν θα υπάρξει τόσο μεγάλος αντίκτυπος, όσο τότε».
Γιατί τα χρηματιστήρια ανθούν σε αυτό το αβέβαιο περιβάλλον;
«Το γεγονός ότι εξακολουθεί να ρέουν τόσα πολλά κεφάλαια στα χρηματιστήρια οφείλεται στο ότι τα επιτόκια είναι ακόμα χαμηλά, είναι μηδενικά ή, όπως στην ευρωζώνη, πρακτικά κάτω από το μηδέν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολύ ευνοϊκούς όρους δανείων. Αυτό οδηγεί σε επενδύσεις, ειδικά σε εκείνες που προστατεύουν από τον πληθωρισμό, για παράδειγμα σε μετοχές, πρώτες ύλες, ακίνητα ή υποδομές».
Μήπως αυτό είναι μια τεχνητή ανάκαμψη,ερωτάται ο οικονομολόγος της Goldman Sachs;
«Όχι, η οικονομία αναπτύσσεται», τονίζει. «Αν κοιτάξετε μόνο τις πιο σημαντικές ευρωπαϊκές εταιρείες, τα κέρδη τους συνέχισαν να αυξάνονται, κατά περίπου 60% το 2021. Φυσικά, το αρχικό επίπεδο ήταν χαμηλό επειδή πολλές εταιρείες έχασαν επίσης χρήματα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Όμως τα κέρδη αυξάνονται και αυτό αναμένεται να συνεχιστεί μέχρι το 2022, αν και με χαμηλότερο ρυθμό από πέρυσι»,σημειώνει ο οικονομολόγος της Goldman Sachs.