Ποιους βασικούς κινδύνους για την πορεία της ελληνικής οικονομίας βλέπει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο στη φθινοπωρινή έκθεσή του.
Της Ραλλούς Αλεξοπούλου
[email protected]
Η πορεία της υγειονομικής κρίσης, η έγκαιρη ενεργοποίηση των σχημάτων που θα στηρίξουν και θα χρηματοδοτήσουν επενδύσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και οι πληθωριστικές πιέσεις αποτελούν τους βασικούς κινδύνους για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το επόμενο έτος.
Όπως τονίζει η φθινοπωρινή έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, η ελληνική οικονομία είχε ισχυρή ανάπτυξη και τα επιμέρους στοιχεία επιτρέπουν να υπάρχει αισιοδοξία για την περαιτέρω πορεία της οικονομίας. «Σημαντικός παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει αποσταθεροποίηση στις οικονομίες παγκοσμίως, συνεπώς και στην οικονομία μας, είναι η μετάλλαξη Όμικρον, για την οποία η επιστημονική κοινότητα δεν διαθέτει ακόμα στοιχεία. Εφόσον, όμως δεν χρειαστεί η λήψη έκτακτων υγειονομικών μέτρων, πιστεύουμε ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, θα συνεχίσει να βελτιώνεται» δήλωσε ο Πρόεδρος του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου κ. Παναγιώτης Κορλίρας .
Το δημόσιο χρέος ξεπέρασε το 205% του ΑΕΠ το 2020. Ωστόσο οι προβλεπόμενοι υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης για το 2021 και 2022 αναμένεται να το αποκλιμακώσουν σημαντικά. Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, με το ελληνικό δημόσιο κατά τη διάρκεια του 2021 να έχει προχωρήσει σε συνολικές εκδόσεις και επανεκδόσεις χρέους ύψους 14 δισ. ευρώ
Όπως τονίζεται, ο δημοσιονομικοί κίνδυνοι κατά την εκτέλεση του Προϋπολογισμού του 2022 μπορεί να προκύψουν:
Για το 2021 εκτιμάται ότι:
Όπως τονίζεται στην φθινοπωρινή έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, παρότι η εμφάνιση της πανδημίας οδήγησε σε σημαντική επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, η κατάσταση έχει αρχίσει να βελτιώνεται, κυρίως λόγω της ανάκαμψης της τουριστικής κίνησης. Οι άμεσες Ξένες Επενδύσεις (μεταβολή των υποχρεώσεων κατοίκων προς το εξωτερικό) ανήλθαν σε 3.525 εκατ. ευρώ, ή κατά 1.485 εκατ. ευρώ υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι- μια επίδοση καλύτερη από εκείνην του 2019.
Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα διατήρησαν την αυξητική τάση και έφτασε τα 166,4 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2021. Η καταναλωτική και στεγαστική πίστη εξακολουθούν να εμφανίζουν αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής, ενώ συνεχίστηκε η πτωτική πορεία του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το β’ τρίμηνο του 2021 περιορίστηκε στο 20,3% ως ποσοστό επί του συνόλου- δηλαδή 10 ποσοστιαίες μονάδες λιγότερες σε σχέση με το α’ τρίμηνο
Στην έκθεση εκτιμάται ότι το 2022, το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4,5% και ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα κυμανθεί κάτω από 1,2%.