«Η ισχυρή ανάπτυξη της χώρας το 2021 οφείλεται στην υπερ-απόδοση του τουρισμού» δηλώνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος. Υπογραμμίζει ότι τα έσοδα του τουρισμού φέτος θα ανέλθουν τελικά σε 10,2 δισ. ευρώ, ήτοι το 55% των εσόδων του 2019 που ήταν 18,2 δισ. ευρώ.
«Η ισχυρή ανάπτυξη της χώρας το 2021 οφείλεται στην υπερ-απόδοση του τουρισμού» δηλώνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος. Μιλώντας στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, υπογραμμίζει ότι τα έσοδα του τουρισμού φέτος θα ανέλθουν τελικά σε 10,2 δισ. ευρώ, ήτοι το 55% των εσόδων του 2019 που ήταν 18,2 δισ. ευρώ. Τα έσοδα αυτά, εξήγησε ο κ. Ρέτσος, είναι 3 δισ. ευρώ περισσότερα από το στόχο που είχε αρχικά θέσει ο ΣΕΤΕ για τη φετινή χρονιά και μεταφράζεται σε 2 επιπλέον μονάδες στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας το 2020, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανάπτυξη της χώρας.
Με την έναρξη της τουριστικής σεζόν, κανείς ουσιαστικά δεν μπορούσε να προβεί σε ασφαλή πρόβλεψη για την εξέλιξή της. Μάλιστα ο ΣΕΤΕ, όταν ανακοινώθηκε από τη Βρετανία ότι δεν θα επιτρέψει στους πολίτες της να ταξιδεύσουν εκτός χώρας, πριν από τον Αύγουστο, αλλά και με τη Ρωσία ουσιαστικά να απαγορεύει τις πτήσεις προς Ευρώπη, για το 2021 έκανε λόγο για την επίτευξη του 40% των εσόδων του 2019.
Τελικά από τον Ιούλιο και μετά έγινε ραγδαία αλλαγή των δεδομένων, επισημαίνει ο κ. Ρετσος, και η Ελλάδα για δεύτερη χρονιά ήταν η πρώτη επιλογή για τους πολίτες των μεγάλων αγορών της χώρας μας, και μάλιστα πλέον οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο ότι στο τελευταίο τετράμηνο του έτους, τα έσοδα θα διαμορφωθούν στο 65% με 70% των εσόδων του 2019.
Το 2021 θα μείνει στην ιστορία ως μια χρονιά που η Ελλάδα παγίωσε το αίσθημα της ασφάλειας στους επισκέπτες της εξαργυρώνοντας ό,τι είχε χτίσει στο μέτωπο αυτό την προηγούμενη χρονιά, αναφέρει ο κ. Ρέτσος. «Η πολύ καλή επίδοση της φετινής χρονιάς οφείλεται και στο γεγονός ότι ο κλάδος προετοιμάστηκε. Ο ιδιωτικός τομέας έδειξε υψηλή προσαρμοστικότητα και η κυβέρνηση συνεργάστηκε στενά και αποτελεσματικά με τον ιδιωτικό τομέα» σημειώνει.
Για τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ ήταν πολύ σημαντικό που η χώρα ανακοίνωσε ότι εκκινεί τον τουρισμό την 14η Μαΐου και μάλιστα αυτό έγινε χωρίς πισωγυρίσματα. Την ίδια στιγμή, Ισπανία και Πορτογαλία ανοιγόκλειναν τα σύνορά τους, υπενθύμισε ο κ. Ρέτσος, κάνοντας ταυτόχρονα λόγο για θετικούς χειρισμούς από την κυβέρνηση στο μέτωπο αυτό. Στους θετικούς χειρισμούς εντάσσεται και η απόφαση της Ελλάδας να επιτρέψει στους επισκέπτες από τις ΗΠΑ να έλθουν Ελλάδα, παρά τη σύσταση της ΕΕ. Αυτό μεταφράστηκε σε πολύ ραγδαία αύξηση των αφίξεων από την αγορά των ΗΠΑ στη χώρα μας.
Για το 2022 η ασφάλεια θα είναι και πάλι το πρώτο κριτήριο για να ταξιδέψει κάποιος σε τουριστικούς προορισμούς, αφού θα είναι και πάλι μια χρονιά πανδημίας, αναφέρει ο κ. Ρέτσος. Στο σημείο αυτό ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ εξέφρασε την ανησυχία του για τη νέα μετάλλαξη του ιού και ήδη είναι σε συνεχή επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές.
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα διατηρεί το ισχυρό Brand της, έχει ήδη πάρα πολύ μεγάλη ζήτηση για το 2022 και σε ό,τι αφορά την ασφάλεια έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, επεσήμανε. «Και φέτος το στοίχημα είναι να λειτουργήσουμε με ασφάλεια και να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για όλους», σημείωσε ο κ. Ρέτσος.
Βέβαια, υπογραμμίζει ο κ. Ρέτσος, η αισιοδοξία για το 2022 μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανατραπεί με την εμφάνιση μιας νέας μετάλλαξης, όπως συμβαίνει τις τελευταίες ημέρες με αυτήν της Μποτσουάνα.
Αναφορικά με τον έναρξη της νέας τουριστικής χρονιάς, ο κ. Ρέτσος είναι κατηγορηματικός. «Κακώς έχει περάσει το μήνυμα ότι ο τουρισμός σταματάει και ξεκινάει. Είναι μια δραστηριότητα 12μηνη. Έχουμε κλάδους της τουριστικής οικονομίας που δεν σταματάνε (αερομεταφορές, ακτοπλοΐα, καταλύματα ορεινών όγκων και πόλεων, τουριστικά γραφεία κ.λπ.). Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε αυτές οι επιχειρήσεις να συνεχίσουν να λειτουργούν σε αυτή τη δύσκολη συνθήκη της πανδημίας και να προετοιμαζόμαστε ανάλογα για την κορύφωση της περιόδου» αναφέρει ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ.
Σε κάθε περίπτωση, ο κλάδος του τουρισμού πρέπει να προετοιμάζεται για οποιαδήποτε στιγμή να υποδεχτεί αυξημένες ροές τουριστών, καθώς ήδη υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον από αεροπορικές εταιρίες και tour operators να εκκινήσουν τα ταξίδια στην Ελλάδα νωρίτερα, σύμφωνα με τον κ.Ρέτσο.
Πάντα με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα του ελληνικού τουρισμού, ο κ. Ρέτσος επισημαίνει ότι πλέον κάνεις δεν θυμάται νούμερα αφίξεων αλλά και κανείς δεν θέτει στόχους αφίξεων. Όλοι στοχεύουν στα έσοδα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος.
Ερωτηθείς για την αύξηση της τουριστικής δαπάνης των τουριστών φέτος ο κ. Ρέτσος σημειώνει ότι αυτή αυξήθηκε για τους εξής λόγους:
α) Ταξίδεψαν άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας και υψηλής οικονομικής στάθμης.
β) Αυξήθηκε η μέση παραμονή γιατί μειώθηκαν τα ταξίδια μικρότερης διάρκειας (City Break κ.λπ.) που ρίχνουν τη μέση δαπάνη προς τα κάτω.
γ) Υπερίσχυσε το αεροπορικό ταξίδι έναντι του οδικού, που έχει υψηλότερη δαπάνη, σε σχέση με το οδικό.
Με φόντο τη νέα τουριστική χρονιά και το στοίχημα της ασφαλούς λειτουργίας των επιχειρήσεων, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ εκφράζει την ευχή να μη χρειαστούν και νέα μέτρα στήριξής τους, γιατί, αν αυτό συμβεί, θα μιλάμε για ένα τρίτο πισωγύρισμα για τη χώρα και την παγκόσμια οικονομία, εξηγεί ο κ. Ρέτσος. Σε κάθε περίπτωση ο ΣΕΤΕ ήδη συζητά με τις αρμόδιες αρχές το πώς θα επιτευχθεί ελάφρυνση του ενεργειακού κόστους των τουριστικών επιχειρήσεων, που ήδη βιώνουν τις αυξήσεις των καυσίμων στον προϋπολογισμό τους.
Παραμένοντας στο πεδίο των αιτημάτων του ΣΕΤΕ, η ατζέντα είναι γνωστή και περιλαμβάνει προτάσεις για το πώς θα ενδυναμωθεί και εμπλουτιστεί το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας. Για τον κ. Ρέτσο είναι πολύ σημαντική η διαφοροποίηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και ο εμπλουτισμός του με νέα προϊόντα.
«Στον τουρισμό ο όρος θεματικός δεν υπάρχει. Πλέον κυριαρχεί η εμπειρία» σημειώνει ο κ. Ρέτσος και επισημαίνει: «Ο ταξιδιώτης που θα έλθει στην Αθήνα για επαγγελματικό ταξίδι, θα θελήσει να ζήσει την εμπειρία της γαστρονομίας, να ζήσει τον παλμό της πόλης κλπ. Κατά συνέπεια χρειάζεται ένα ευρύτερο και πιο εμπλουτισμένο προϊόν».
Πηγή: ΑΜΠΕ