Κατά 14% υψηλότερες σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα, σημειώνει η Κομισιόν στην 12η έκθεση μεταμνημονιακής εποπτείας, υπογραμμίζοντας ότι «οι πιέσεις στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού που προέκυψαν κατά το γ’ τρίμηνο του έτους (και μετακυλίονται στους καταναλωτές μέσω των ρητρών αναπροσαρμογής) συνιστούν ένα πρόσθετο βάρος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις».
Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
[email protected]
Κατά 14% υψηλότερες σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα, σημειώνει η Κομισιόν στην 12η έκθεση μεταμνημονιακής εποπτείας, υπογραμμίζοντας ότι «οι πιέσεις στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού που προέκυψαν κατά το γ’ τρίμηνο του έτους (και μετακυλίονται στους καταναλωτές μέσω των ρητρών αναπροσαρμογής) συνιστούν ένα πρόσθετο βάρος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις».
Οι παρατηρήσεις των Βρυξελλών ήρθαν με φόντο το νέο ρεκόρ που καταγράφει η χονδρεμπορική τιμή στο Χρηματιστήριο Ενέργειας (285,24 ευρώ/MWh), το οποίο οδήγησε τη μέση τιμή για τον Νοέμβριο πάνω από τα 230 ευρώ/MWh.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η κυβέρνηση έχει λάβει μέτρα για να αμβλύνει τις επιπτώσεις από το κύμα της ενεργειακής ακρίβειας και έχει ενημερώσει τις Βρυξέλλες ότι τα μέτρα θα επεκταθούν στην περίπτωση που οι ενεργειακές τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το αναμενόμενο. Την ίδια στιγμή, εάν οι εξελίξεις καταστήσουν απαραίτητη την ενίσχυση των παρεμβάσεων στήριξης, αυτές θα επικεντρωθούν στους πιο ευάλωτους καταναλωτές, ενώ υπό επεξεργασία βρίσκεται ο αυτόματος μηχανισμός για την αντιστάθμιση τυχόν απροσδόκητων εκτινάξεων του ενεργειακού κόστους στο μέλλον.
Ειδική αναφορά κάνει η Κομισιόν στους κινδύνους που εγκυμονούν οι υψηλές τιμές ηλεκτρισμού για τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, επικαλούμενη πρόσφατα στοιχεία (2020) που δείχνουν ότι το 16,7% του πληθυσμού της χώρας δυσκολεύεται να θερμάνει επαρκώς την κατοικία του, ποσοστό 8,5 μονάδες υψηλότερο σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε.
Σύμφωνα πάντα με την Επιτροπή, η αύξηση των τιμών ηλεκτρισμού στην Ελλάδα «είναι αποτέλεσμα των διεθνών εξελίξεων, σε συνδυασμό με εγχώριους παράγοντες, όπως η εξάρτηση από το φυσικό αέριο, την ίδια στιγμή που η πλήρης ένταξη της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού στις αγορές της Ε.Ε. και η συμμετοχή της απόκρισης της ζήτησης είναι μια διαδικασία που δεν έχει ολοκληρωθεί. Είναι ωστόσο σημαντικό ότι το σχέδιο της Ελλάδας για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης προβλέπει επιπλέον παρεμβάσεις για την αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ, την ενεργειακή αποδοτικότητα, την αποθήκευση και την ενίσχυση των δικτύων, μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας και τις διασυνδέσεις των νησιών στο ηπειρωτικό Σύστημα. Καθώς η υλοποίηση αυτών των projects προχωρά, αναμένεται να ενδυναμώσει την προστασία των τελικών καταναλωτών έναντι μελλοντικών σοκ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα».
Το μέχρι τώρα «πακέτο» των μέτρων που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση αντιστοιχεί στο 0,2% του ελληνικού ΑΕΠ -με τα έσοδα να προέρχονται από τα δικαιώματα ρύπων- και βρίσκεται σε συμφωνία με την «εργαλειοθήκη» της Κομισιόν, και τις προτεινόμενες από τις Βρυξέλλες παρεμβάσεις που αντιμετωπίζουν την άνοδο του ενεργειακού κόστους ως παροδικό φαινόμενο που πρέπει να αντιμετωπιστεί με προσωρινά μέτρα και ειδική μέριμνα για τους πιο ευάλωτους καταναλωτές.