Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις της χώρας εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, της έλλειψης ρευστότητας και της συσσώρευσης χρέους, λόγω της πανδημίας, τονίζοντας την ανάγκη λήψης περισσότερων μέτρων στήριξης του επιχειρείν προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομία και να υλοποιηθεί η στροφή προς μία νέα αναπτυξιακή πορεία, αναφέρθηκε σε συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ναυτεμπορική» ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ), Γιώργος Καββαθάς.
Από την έντυπη έκδοση
Στον Φάνη Ζώη
[email protected]
Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις της χώρας εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, της έλλειψης ρευστότητας και της συσσώρευσης χρέους, λόγω της πανδημίας, τονίζοντας την ανάγκη λήψης περισσότερων μέτρων στήριξης του επιχειρείν προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομία και να υλοποιηθεί η στροφή προς μία νέα αναπτυξιακή πορεία, αναφέρθηκε σε συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ναυτεμπορική» ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ), Γιώργος Καββαθάς.
Ορισμένα από τα θέματα που έθιξε ο κ. Καββαθάς ήταν η μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα ως μέτρο προστασίας απέναντι στο νέο κύμα ακρίβειας, η ευκολότερη πρόσβαση των επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό και η αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση των επιχειρήσεων. Ο κ. Καββαθάς εξέφρασε φόβους ότι τα κεφάλαια του Ταμείου θα χρησιμοποιηθούν για γιγάντωση των μεγάλων επιχειρήσεων και ζητά να τεθεί ποσόστωση ώστε τα κεφάλαια του Ταμείου να κατανεμηθούν ισότιμα σε όλη την κλίμακα των επιχειρήσεων. Αναλυτικότερα στη συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ν» ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Γιώργος Καββαθάς, αναφέρει:
Ενίσχυσαν τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση ως αντιστάθμισμα των lockdowns; Εισακούστηκαν οι προτάσεις της ΓΣΕΒΕΕ για μέτρα στήριξης και όχι «ανακούφισης»;
«Η ελληνική κυβέρνηση εφάρμοσε έναν πλούτο διαφορετικών μέτρων για να ανακουφίσει και να στηρίξει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά κατά τη διάρκεια της κρίσης πανδημίας: μείωση ενοικίου, στήριξη ανέργων, ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολουμένων και ιδιοκτητών ατομικών επιχειρήσεων, χορήγηση επιστρεπτέας προκαταβολής, κρατικές εγγυήσεις σε δάνεια, αναστολή οφειλών σε τράπεζες, παράταση στην αποπληρωμή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων και πολλά άλλα. Αποτέλεσμα αυτών των γενναίων οικονομικών μέτρων ήταν η εκτίναξη του δημοσιονομικού ελλείμματος το 2020 στα 16,13 δισ. ευρώ ή 9,73% του ΑΕΠ.
Παρ’ όλα αυτά, τα ποσά που δόθηκαν θα μπορούσαν να είχαν καταλήξει σε λογαριασμούς επαγγελματιών με μεγαλύτερη ανάγκη αν χρησιμοποιούνταν τα δεδομένα της ΑΑΔΕ για να εντοπιστούν εκείνοι οι κλάδοι ή οι επαγγελματίες που είχαν μεγαλύτερη ανάγκη. Η έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων στους τομείς που εθίγησαν περισσότερο έφερε στην επιφάνεια κλάδους που δεν υπήχθησαν μεν στο αναγκαστικό κλείσιμο (π.χ. διαχείριση ακίνητης περιουσίας), αλλά υπέστησαν μεγάλη πτώση τζίρου. Γιατί δεν εντοπίστηκαν τέτοιες περιπτώσεις έγκαιρα ώστε να υποστηριχθούν δεόντως οι κλάδοι που είχαν ανάγκη;».
Ποια επιπλέον μέτρα εισηγείστε σήμερα προκειμένου να τονωθεί περαιτέρω η ρευστότητα και να μειωθούν τα φορολογικά - ασφαλιστικά βάρη των επιχειρήσεων τόσο στην εστίαση όσο και σε άλλους κλάδους;
«Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση εξακολουθεί να αποτελεί ένα από τα βασικά ζητήματα που απασχολούν τις μικρές επιχειρήσεις, καθώς η χώρα μας έχει διαχρονικά το υψηλότερο “χρηματοδοτικό κενό” στην Ευρωζώνη, όπως αυτό μετράται και καταγράφεται από αντίστοιχη εξαμηνιαία έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Πάγιο αίτημα της ΓΣΕΒΕΕ είναι η διεύρυνση των χρηματοδοτικών δομών της χώρας, καθώς σήμερα όλη η ροή του κεφαλαίου στην οικονομία περνάει μόνο μέσα από τέσσερις συστημικές τράπεζες. Είναι παράλογο να θεωρούμε ότι οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μπορούν να καλύψουν ολόκληρο το φάσμα αναγκών χρηματοδότησης, από το νοικοκυριό και τον ελεύθερο επαγγελματία μέχρι και τις χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους. Στο πλαίσιο αυτό, πρωτοβουλίες όπως οι οργανισμοί μικροπιστώσεων κρίνονται σημαντικές και πρέπει να προχωρήσουν.
Επίσης, θα πρέπει να δημιουργηθούν χρηματοδοτικά προϊόντα εξειδικευμένα στις ιδιαιτερότητες των μικρών επιχειρήσεων που δεν θα περιορίζονται αποκλειστικά στην παροχή του δανείου. Για παράδειγμα, προτείνουμε τη δημιουργία χρηματοδοτικών προϊόντων που να συνοδεύονται από συμβουλευτική υποστήριξη πριν από τη σύναψη δανείου, με στόχο την επιλογή του κατάλληλου χρηματοδοτικού προϊόντος για τον αιτούντα, αλλά και κατά τη διάρκεια εξυπηρέτησής του, με στόχο την πιθανή αλλαγή των όρων του με βάση την πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Τέλος, έχει παρατηρηθεί ότι ένας μεγάλος αριθμός μικρών επιχειρηματιών δεν γνωρίζει με σαφήνεια από πριν τις προϋποθέσεις που πρέπει να τηρεί ώστε να μπορεί να αιτηθεί για λήψη δανείου. Αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης ενημέρωσης για τις προϋποθέσεις χρηματοδότησης είναι τα πολύ υψηλά ποσοστά απόρριψης και η αντίστοιχη απογοήτευση των μικρών επιχειρηματιών λόγω των ενδεχομένως διαφορετικών προσδοκιών τους για χρηματοδότηση. Προτείνουμε επομένως τη δημιουργία κατανοητών και εύληπτων Οδηγών Χρηματοδότησης για τους μικρούς επιχειρηματίες ανά δανειακό προϊόν, όπου να αποτυπώνονται όλα τα κριτήρια δανεισμού με στόχο την από πριν (ex ante) ενημέρωση των μικρών επιχειρηματιών».
Το γεγονός ότι όλοι πλέον συμφωνούν ότι η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι σταδιακή, ώστε σε βάθος 2 -3 ετών να επανέλθουμε στην εικόνα του 2019, τι σημαίνει για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα;
«Το περιβάλλον στο οποίο εξήλθαν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις την άνοιξη του 2021 δεν είχε καμία σχέση με το περιβάλλον από το οποίο αποχώρησαν τον Φεβρουάριο του 2020. Θα σταθώ μόνο σε ένα στοιχείο: στις αυξήσεις τιμών. Οι ανατιμήσεις έχουν αλλάξει άρδην τους όρους του επιχειρείν. Τεχνικά επαγγέλματα καλούνται να υλοποιήσουν έργα βάσει προσφορών που κατέθεσαν όταν οι τιμές των πρώτων υλών ήταν 10%, 20% και 30% φθηνότερα. Δεκάδες άλλοι επαγγελματίες καλούνται να απορροφήσουν σε βάρος των κερδών τους, δηλαδή των δικών τους εισοδημάτων και μισθών, τις καθημερινές ανατιμήσεις σε είδη μαναβικής και πρώτες ύλες της εστίασης. Η ενέργεια έχει πάρει φωτιά.
Το ανατιμητικό κλίμα αποτυπώθηκε ανάγλυφα και στα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Σεπτεμβρίου. Βάσει της στατιστικής υπηρεσίας, ο δείκτης τιμών καταναλωτή τον Σεπτέμβριο του 2021 αυξήθηκε κατά 2,2%, έναντι μείωσης κατά 2% κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2020 με το 2019. Μάλιστα, έναντι του Αυγούστου του 2021 η αύξηση τον Σεπτέμβριο έφτασε το 2,4%.
Αυτό το περιβάλλον επιβαρύνει δυσανάλογα βαριά τη μικρομεσαία επιχείρηση σε σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις, που επειδή λειτουργούν μονοπωλιακά μπορούν και περνάνε τις ανατιμήσεις στον καταναλωτή. Η κυβέρνηση μπορεί να λάβει μέτρα ώστε να αναχαιτίσει το κύμα ακρίβειας. Μπορεί για παράδειγμα να μειώσει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα καύσιμα χωρίς να επέλθει μείωση στα δημόσια έσοδα, μιας και οι αυξημένες τιμές ισοδυναμούν σε αυξημένους φόρους».
Τι προσδοκίες γεννά στις ελληνικές επιχειρήσεις το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης; Εκτιμάτε ότι θα βοηθήσει και σε ποιο βαθμό ώστε να επανέλθει η ΜμΕ σε τροχιά ανάπτυξης;
«Το Ταμείο Ανάκαμψης έρχεται να καλύψει το επενδυτικό κενό που δημιούργησε η πανδημία το 2020 και το 2021. Στην Ελλάδα το κενό αυτό είναι διπλό, επειδή και πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας παρέμενε, λειτουργώντας παραλυτικά για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση, το επενδυτικό κενό που προκάλεσε η κρίση των μνημονίων. Πολύ φοβόμαστε ωστόσο ότι τόσο το πλαίσιο όσο και οι όροι για την εκταμίευση των 31 δισ. ευρώ θα λειτουργήσουν προς όφελος των μεγάλων επιχειρήσεων, των γνωστών μονοπωλιακών ομίλων που μοιράζουν την αγορά εδώ και δεκαετίες.
Σε ό,τι αφορά το πλαίσιο, η κυβέρνηση δεν ακολούθησε τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, ώστε οι κατευθύνσεις να απολαμβάνουν κοινωνικής συναίνεσης. Ούτε καν για τυπικούς λόγους δεν σεβάστηκε το πρωτόκολλο! Το αποτέλεσμα είναι ένα πλαίσιο που υμνεί τον γιγαντισμό και θεωρεί τις μικρομεσαίες ως εμπόδιο. Να αναφέρω μάλιστα ότι σε άλλες χώρες της Ε.Ε. τα αντίστοιχα σχέδια τέθηκαν έγκαιρα στη διάθεση των κοινωνικών εταίρων ώστε να διατυπώσουν τη γνώμη τους οι οργανώσεις των μικρομεσαίων, των εργατών, κ.λπ.
Σε ό,τι αφορά τους όρους, η τραπεζική ανάμιξη σε κάθε επενδυτικό σχέδιο λειτουργεί ως “κόφτης” για τη συμμετοχή της συντριπτικής πλειονότητας των μικρομεσαίων, μιας και το κριτήριο της χρηματοδότησης δεν είναι η βιωσιμότητα και η κερδοφορία του σχεδίου, αλλά η βιωσιμότητα της εμπλεκόμενης επιχείρησης. Έτσι όμως τα κεφάλαια του Ταμείου θα χρησιμοποιηθούν για να γιγαντωθούν περαιτέρω επιχειρήσεις που εντάσσονται στην ολιγομελή κορυφή της πυραμίδας. Η πολυάριθμη βάση;
Η πρόταση της ΓΣΕΒΕΕ, την οποία έχουμε θέσει στα ευρωπαϊκά συνδικαλιστικά όργανα όπου συμμετέχουμε, είναι να τεθεί μια ποσόστωση, ένα υποχρεωτικό όριο συμμετοχής σε κάθε έργο, πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων. Έτσι, τα κεφάλαια του Ταμείου θα κατανεμηθούν ισότιμα και δημοκρατικά σε όλης της κλίμακας τις επιχειρήσεις, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της οικονομίας και την αύξηση της απασχόλησης».