Οικονομία & Αγορές
Κυριακή, 07 Νοεμβρίου 2021 16:03

Η πανδημία, νέα ευκαιρία για τον κεϋνσιανισμό

Διανύοντας την εποχή της «μεγαλύτερης ύφεσης μετά από το οικονομικό κραχ του 1929», το ερώτημα αν η ανθρωπότητα χρειάζεται ένα νέο παγκόσμιο Κοινωνικό Συμβόλαιο  είναι πιο επιτακτικό από ποτέ.

Διανύοντας την εποχή της «μεγαλύτερης ύφεσης μετά από το οικονομικό κραχ του 1929», το ερώτημα αν η ανθρωπότητα χρειάζεται ένα νέο παγκόσμιο Κοινωνικό Συμβόλαιο  είναι πιο επιτακτικό από ποτέ.

Η πανδημία μπορεί να είναι τελικά το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του φιλελευθερισμού και η αρχή της ολικής επαναφοράς του κρατικού μηχανισμού, σε πείσμα όσων επεδίωκαν μέχρι και προ ολίγου, τη συρρίκνωσή του;

Η ιστορία έχει δείξει  ότι οι ισορροπίες είναι λεπτές...

Το νέο βιβλίο του Nicholas Wapshott, Samuelson Friedman (The Battle Over the Free Market) αφηγείται αυτήν ακριβώς την ιστορία, μέσα από το το έπος μεταξύ των  δύο γιγάντων της σύγχρονης οικονομίας, του Milton Friedman, και του Paul Samuelson

Οι δύο οικονομολόγοι υπήρξαν οι βασικοί πρωταγωνιστές στην αντιπαράθεση μεταξύ του ελευθεριακού μονεταρισμού, σύμφωνα με τον οποίο οι κεντρικές τράπεζες και η προσφορά χρήματος  έχουν τον πρώτο ρόλο στην οικονομία (Friedman) και του  κεϋνσιανισμού, της κυβερνητικής διαχείρισης της οικονομίας μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής (Samuelson)

 

Η πρώτη νίκη  

Το θαύμα του New Deal του Φρανκλίνου Ρούσβελτ που έβγαλε την Αμερική από την Μεγάλη Ύφεση σώζοντας αμέτρητους Αμερικανούς από τη φτώχεια και τροφοδοτώντας την μεταπολεμική οικονομική άνθηση βασίστηκε στις πολιτικές του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία, σε αντιδιαστολή με την «κλασσική οικονομική σχολή» και με την λογική της «ελεύθερης αγοράς» που επικρατούσε μέχρι τότε.  

Το 1941, ο Ρούσβελτ δήλωσε ότι κάθε Αμερικανός άξιζε την «απελευθέρωση από την φτώχεια» και ότι ήταν ευθύνη της κυβέρνησης να ηγηθεί του δρόμου.

Αλλά το 1996, ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον υποσχόταν ότι «η εποχή του "μεγάλου κράτους" έχει τελειώσει». Τι άλλαξε;

 

Η «συνάντηση»

Ο Wapshott ξεκινά το βιβλίο του με τα μέσα της δεκαετίας του 1960, όταν ο εκδότης του Newsweek Osborn Elliott  άρχισε να αναζητά νέους αρθρογράφους που θα μπορούσαν να  ανταγωνιστούν το Time. 

Samuelson και Friedman εντάχθηκαν στο  Newsweek  το 1966 και έγραφαν για το περιοδικό μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980.

Οι δυο τους διαφωνούσαν θεμελιωδώς στην απάντηση του ερωτήματος, κατά πόσο ένα σύστημα αγοράς θα μπορούσε να αυτορυθμιστεί χωρίς εξωτερική παρέμβαση.

Ο Friedman πίστευε ότι η απεριόριστη εκδοχή του καπιταλισμού, απαλλαγμένη από σχεδόν όλες τις μορφές κυβερνητικής παρέμβασης, ήταν συνώνυμη τόσο με την οικονομική όσο και με την πολιτική ελευθερία.

Ο Samuelson, αντίθετα, υποστήριξε μέχρι το τέλος της ζωής του ότι «δεν μπορεί να υπάρξει λύση χωρίς κυβέρνηση».

 

Το καθοριστικό πολιτικοκοινωνικό σκηνικό

Εντωμεταξύ οι Αμερικανοί διάγουν τις ταραχώδεις δεκαετίες του 1960 και του 1970: ο πόλεμος του Βιετνάμ, η σεξουαλική επανάσταση και το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα ανατρέπουν τις παλιές κοινωνικές, φυλετικές και οικονομικές τάξεις των Ηνωμένων Πολιτειών.

Αν και αυτές οι αλλαγές ήταν συχνά απελευθερωτικές, το συνεπακόλουθο χάος οδήγησε πολλούς λευκούς Αμερικανούς της μεσαίας τάξης, συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυρών των προαστίων στο Sunbelt και επιχειρηματιών του Νότου, να απορρίψουν το όραμα του Samuelson και  να συντηρητικοποιηθούν εν μέσω ενός αντικομμουνιστικού περιβάλλοντος.

Οι ιδέες του Friedman για το «ελάχιστο κράτος»  βρήκαν σύμμαχο τους λευκούς ρατσιστές  του Νότου.  

Οι δεκαετίες του 1960 και του 1970 αντιτάχθηκαν στο όραμα του New Deal του Samuelson με την κοσμοθεωρία του Friedman που επικεντρώθηκε στις επιχειρήσεις, τα κέρδη και τους μετόχους, να επικρατεί. Για πολλούς λευκούς Αμερικανούς τα οικονομικά και πολιτικά επιχειρήματα του Friedman ήταν ιδιαίτερα ελκυστικά. Ελευθερία σήμαινε περιορισμένη κυβέρνηση. Αυτός ήταν ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού.

 

Το «αίνιγμα» του στασιμοπληθωρισμού...

Η μονομαχία μεταξύ  Σάμιουελσον και Φρίντμαν έφτασε στο κατακόρυφο με τον στασιμοπληθωρισμό που έπληξε τις ΗΠΑ την 10ετία του 1970.

Η ιστορία θέλει την αδυναμία του κεϋνσιανισμού να εξηγήσει το οικονομικό αυτό φαινόμενο- μια περίοδο παραδόξως χαμηλής ανάπτυξης και υψηλού πληθωρισμού- να είναι ο κύριος λόγος για την πτώση του Samuelson και την άνοδο του Friedman.

Η “εμπειρική επαλήθευση” του Κεϋνσιανού λόγου, πως δηλαδή πληθωρισμός και ανεργία αποτελούν αντίρροπες δυνάμεις  φάνηκε να μην επαληθεύεται.  

Τα επόμενα χρόνια, Samuelson και  Friedman αντιμάχονταν στο εάν ο στασιμοπληθωρισμός προκλήθηκε από τους υψηλούς μισθούς που πατύχαιναν τα συνδικάτα, ή από το κόστος του  πολέμου του Βιετνάμ ή ήταν αποτέλεσμα του σοκ στην παγκόσμια προσφορά πετρελαίου.

Ακόμη και σήμερα, τα αίτια του πληθωρισμού της δεκαετίας του 1970 παραμένουν αντικείμενο έντονης συζήτησης.

 

...και η ήττα

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, το επιχείρημα του Samuelson για μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες είχε χαθεί. Η αύξηση των επιτοκίων και η βαρύτητα  στον πληθωρισμό και όχι στην απασχόληση έγιναν η νέα πραγματικότητα. Ο Ρόναλντ Ρίγκαν κέρδισε την προεδρία, έχοντας χτίσει την πολιτική του καριέρα στις θεωρίες του Friedman  για μείωση των φόρων και σε μια ψευδή ρατσιστική εκστρατεία ενάντια στις λεγόμενες" βασίλισσες της ευημερίας" -(δήθεν) ανύπαντρες μαύρες μητέρες που ζούσαν  με τα λεφτά των φορολογουμένων, εισπράττοντας κρατικές επιδοτήσεις με ψεύτικα στοιχεία ενώ...«στολίζονταν με διαμάντια και οδηγούσαν Cadillac»

Ο 40ος πρόεδρος των ΗΠΑ , πράγματι μόλις πήρε την εξουσία, μείωσε τους φόρους στους πλούσιους και πολέμησε τα συνδικάτα — χαρακτηριστική περίπτωση η απόλυση 11.345 απεργών ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας το 1981.

Το μεταπολεμικό κεϋνσιανό κράτος πρόνοιας ήταν νεκρό, τουλάχιστον στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν και η οικονομία βρισκόταν σε βαθιά ύφεση, η πολιτική του New Deal ήταν πολύ μακρινή.

 

Το...νέο New Deal

Η εμφάνιση  του covid και η ανάγκη διαχείρισης της κρίσης επανέφερε στο προσκήνιο την αναγκαιότητα του κρατικού παρεμβατισμού με τον νομοθέτη της πανδημίας να αποδέχεται -για αρχή-την επανάκαμψη του παραδοσιακού παρεμβατισμού και αναζωπυρώνοντας  σε όλο τον κόσμο τη συζήτηση γύρω από τη σημασία του κοινωνικού κράτους και την ανάγκη στήριξης και ενίσχυσής του – πολύ περισσότερο που οι επιπτώσεις της πανδημίας στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο είναι σαρωτικές.

Ωστόσο η σημερινή διαφαινόμενη αλλαγή του οικονομικού προσανατολισμού ξεκίνησε πολύ πριν από την εμφάνιση του COVID-19, όπως τεκμηριώνει ο Wapshott. Η κατανόηση της τρέχουσας αναταραχής σημαίνει εξέταση των αποτυχιών της πολιτικής που οδήγησαν στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και στην επακόλουθη ύφεση.

Η λατρεία των Αμερικανών για το ιδιωτικό κεφάλαιο αμβλύνθηκε με την κατάρρευση των οικονομικών κολοσσών Bear Stearns και Lehman Brothers. Οι πολίτες συνειδητοποίησαν πως τα χρηματικοοικονομικά ιδρύματα δεν είχαν στο επίκεντρο τα συμφέροντά τους. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Gallup, η εμπιστοσύνη του κοινού στο τραπεζικό σύστημα μειώθηκε από 53 τοις εκατό το 2004 σε 22 τοις εκατό το 2009 και δεν έχει ανακάμψει ποτέ.

Τώρα, περισσότερο από μια δεκαετία μετά την χρηματοοικονομικη κρίση, κάτι πολύ διαφορετικό αναδύεται. Το Αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης, το πακέτο τόνωσης που εγκρίθηκε από το Κογκρέσο τον Μάρτιο, έδωσε  προτεραιότητα στην παροχή κεφαλαίων απευθείας σε άνεργους Αμερικανούς και πολιτείες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.

Το σύνθημα της λιτότητας  των περασμένων δεκαετιών, μοιάζει να τελειώνει.« Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στην παλιά, αποτυχημένη σκέψη», διακήρυξε τον Ιούλιο ο Τζο Μπάιντεν

Οι περισσότεροι οικονομολόγοι, απορρίπτουν τώρα τον Friedman και την θέση του για την ελεύθερη κυκλοφορία του χρήματος.

Αντίθετα, το αναδυόμενο πλαίσιο αφορά την ενθάρρυνση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην προώθηση της υγείας, της οικονομικής ευημερίας και του κοινωνικού κράτους. Οι δημόσιοι θεσμοί,λένε οι υποστηρικτές του, θα πρέπει να θεσπίσουν και να επιβάλουν αυστηρούς κανόνες για να αποτρέψουν τα εταιρικά μονοπώλια, να επενδύσουν στην πράσινη ενέργεια και να ξοδέψουν πολύ περισσότερα σε δημόσια αγαθά όπως η υγειονομική περίθαλψη, η παιδική φροντίδα και η εκπαίδευση. Η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης  να  τελειώνει με τις φυλετικές διαφορές στους μισθούς, τον πλούτο, τη στέγαση, την εκπαίδευση, την υγεία  

 

Ανάκαμψη που «τρέχει»

Μέρος αυτού του νέου οράματος είναι ήδη πραγματικότητα. Τα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια που διατέθηκαν για τον Νόμο CARES και το Αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης, περιλαμβάνουν μια άνευ προηγουμένου κρατική στήριξη για τους Αμερικανούς χαμηλού εισοδήματος και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Αν και η ανακούφιση είναι προσωρινή, κράτησε μακριά τις χειρότερες επιπτώσεις της πρόσφατης οικονομικής ύφεσης με τρόπους που ήταν αδιανόητοι μόλις πριν από λίγα χρόνια. Τα ομοσπονδιακά ταμεία διάσωσης οδήγησαν επίσης σε αυξήσεις μισθών και με το (προσωρινό;) τέλος των lockdown  - η τρέχουσα ανάκαμψη είναι πενταπλάσια από την ανάκαμψη που επακολούθησε της Μεγάλης Ύφεσης.

Το αν αυτό το νέο παράδειγμα θα ριζώσει όπως έκανε ο κεϋνσιανισμός τη δεκαετία του 1940 ή αν θα επενέλθει  ο φονταμενταλισμός της αγοράς θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες.

Αλλά εάν οι ηγέτες των ΗΠΑ επιμείνουν, αυτό το μοντέλο θα ανοίξει τεράστιες νέες κοινωνικές και πολιτικές  δυνατότητες. 

Περισσότεροι Αμερικανοί της εργατικής τάξης θα μπορούσαν επιτέλους να έχουν πρόσβαση στην οικονομική ασφάλεια και να ξεφύγουν από το «μεροδούλι-μεροφάι». Η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να δώσει κίνητρο για μια μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα εγκαίρως για να αποτρέψει τις χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Και ίσως το πιο σημαντικό, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να γίνουν μια χώρα της οποίας η ιδέα της ελευθερίας δεν βασίζεται πρωτίστως στις συναλλαγές της αγοράς, αλλά αντίθετα βασίζεται στην υπόσχεση για ένα πιο ισότιμο και δημοκρατικό μέλλον.

Άτση Κατερίνα