Είναι πλέον επίσημο. Η επιθετική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, με την οποία η FED επέλεξε να απαντήσει στην πανδημία θα αποτελέσει σιγά - σιγά παρελθόν. Τι σημαίνει όμως αυτό για κυβερνήσεις, επιχειρήσεις, νοικοκυριά; Και γιατί πανηγυρίζουν - προς το παρόν- οι αγορές;
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Είναι πλέον επίσημο. Η επιθετική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, με την οποία η FED επέλεξε να απαντήσει στην πανδημία θα αποτελέσει σιγά - σιγά παρελθόν. Το tapering, όπως είναι γνωστή στη γλώσσα της Wall Street η διαδικασία σταδιακής απόσυρσης των ενέσεων ρευστότητας, αρχίζει από αυτόν τον μήνα, σε μία εν πολλοίς αναμενόμενη απόφαση. Τι σημαίνει όμως αυτό;
Ότι επιχειρήσεις, καταναλωτές και τα ίδια τα κράτη, θα πρέπει να συνηθίσουν σιγά - σιγά στην ιδέα της αύξησης του κόστους δανεισμού. Ήδη πέρα από τις αποδόσεις των ομολόγων και τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων ακολουθούν την ανιούσα. Το μέσο επιτόκιο για ένα στεγαστικό δάνειο στις ΗΠΑ είναι στο 3,24% σύμφωνα με τη Bankrate, περίπου 50 μονάδες βάσης υψηλότερα σε σχέση με τις αρχές του χρόνου.
Η Fed δεν θέλει να δει απότομες περαιτέρω αυξήσεις τους επόμενους μήνες, αφού αυτό θα προκαλούσε σχυρούς κραδασμούς. Ο Τζερόμ Πάουελ φρόντισε να το ξεκαθαρίσει αυτό, χαρίζοντας έτσι ακόμη ένα ράλι στη Wall Street. Ωστόσο έχουμε την έναρξη μίας δαιδικασίας με την οποία θα πούμε αντίο στο άφθονο, φθηνό χρήμα που πλημμύρισε τις αγορές τον τελευταίο 1,5 χρόνο θα φτάσει στο τέλος του και όταν αυτό συμβεί, θα κλείσουν ίσως τα φώτα και στο πάρτι διαρκείας της αγοράς μετοχών.
Όταν η πανδημία της Covid -19 έσκασε σαν βόμβα στην παγκόσμια οικονομία, ένα ντόμινο λουκέτων σάρωσε την αμερικανική αγορά. Και καθώς στις ΗΠΑ τα προγράμματα αναστολών με τα οποία απέφυγε το κύμα απολύσεων στην Ευρώπη ήταν άγνωστη λέξη για την κυβέρνηση Τραμπ, τουλάχιστον 20 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους μέσα σε έναν μήνα. Σε κατάσταση πανικού ήταν και η Wall Street, με τον S&P 500- τον πλέον αντιπροσωπευτικό δείκτη των αμερικανικών μετοχών- να χάνει τον ίδιο μήνα περισσότερο από το 30% της αξίας του.
Με τις διακομματικές μάχες να καθυστερούν την αντίδραση του Κογκρέσου, η Fed έπρεπε να δράσει άμεσα και αποφασιστικά. Το έκανε με ένα έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, με το οποίο έριχνε σταθερά 120 δισ. δολάρια τον μήνα στις αγορές. Με την κίνησή της αυτή οδήγησε σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα τις αποδόσεις κρατικών και εταιρικών ομολόγων, ωθώντας προς τα κάτω το κόστος δανεισμού συνολικά για την οικονομία. Ο Πάουελ είχε δώσει σήμα ότι η στήριξη θα παραμείνει για όσο χρειαστεί προκειμένου να σταθεί η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη στα πόδια της και η πανδημία να δείξει εμφανή σημάδια υποχώρησης. Το πρώτο έγινε. Το δεύτερο κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πότε θα έρθει, αφού ο νέος κορωνοϊός δείχνει συνεχώς τα δόντια του μέσω των μεταλλάξεων.
Παρά την αβεβαιότητα για την εξέλιξη της πανδημίας, η Fed έπρεπε να πατήσει το φρένο. Και τούτο γιατί ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 4,4% τα υψηλότερα επίπεδα εδώ και τρεις δεκαετίες. Είναι όμως ένα «φρένο» το οποίο πρέπει ο Πάουελ να χειριστεί με μεγάλη προσοχή. Και τούτο γιατί ο σημερινός υψηλός πληθωρισμός (το κύμα ακρίβειας δηλαδή που δοκιμάζει τα νοικοκυριά παγκοσμίως) δεν είναι αποτέλεσμα μίας υγιούς ανάπτυξης, αλλά σοβαρότατων προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα και μίας ενεργειακής κρίσης. Αν λοιπόν το πατήσει πολύ απότομα, θα μπορούσε να φέρει τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα για την οικονομία.
Με πληροφορίες από CNN, Wall Street Journal, CNBC