Οικονομία & Αγορές
Παρασκευή, 22 Οκτωβρίου 2021 06:56

Ενεργοποιείται η Ε.Ε. απέναντι στην ενεργειακή κρίση

Στο τραπέζι των «27» βρίσκονται η ενεργειακή κρίση και η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας που γονατίζουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες και νοικοκυριά, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται κοινή προσέγγιση από τους Ευρωπαίους ηγέτες. Παρά την έκκληση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ προς τα κράτη-μέλη «να συνεργαστούν και συντονιστούν» στο ακανθώδες ζήτημα της ενέργειας, οι δηλώσεις που έκαναν οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσερχόμενοι στη σύνοδο κορυφής ανέδειξαν τη διαφορετική προσέγγιση του καθενός.

Από την έντυπη έκδοση

Στο τραπέζι των «27» βρίσκονται η ενεργειακή κρίση και η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας που γονατίζουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες και νοικοκυριά, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται κοινή προσέγγιση από τους Ευρωπαίους ηγέτες. Παρά την έκκληση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ προς τα κράτη-μέλη «να συνεργαστούν και συντονιστούν» στο ακανθώδες ζήτημα της ενέργειας, οι δηλώσεις που έκαναν οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσερχόμενοι στη σύνοδο κορυφής ανέδειξαν τη διαφορετική προσέγγιση του καθενός. Η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ προέτρεψε να διαχωριστεί το θέμα της αύξησης των τιμών ενέργειας από τις προκλήσεις που «αντιμετωπίζουμε εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής». «Πρέπει να αντιδράσουμε συνετά, δεν πρέπει να αφοπλίσουμε την αγορά ολοκληρωτικά, αλλά να παράσχουμε “περισσότερη αγορά” και σε κάθε περίπτωση χρειαζόμαστε κοινωνικούς μηχανισμούς στήριξης όπως η επιδότηση στέγης στη Γερμανία», είπε.

 Εκφράζοντας διαφορετική άποψη και στο ζήτημα αυτό, ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν δήλωσε πως η αύξηση των τιμών και η επιβολή νέων ρυθμίσεων από την Ε.Ε. εκτοξεύουν τις τιμές της ενέργειας στα ύψη, «καταστρέφοντας τη μεσαία τάξη στην Ευρώπη παντού».

 «Η ουτοπία και η φαντασία σκοτώνουν. Αυτό συμβαίνει και με τις τιμές της ενέργειας», είπε χαρακτηριστικά.
Ο Αυστριακός καγκελάριος Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ επισήμανε πως πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με την ενέργεια ώστε να μη γίνει «είδος πολυτελείας».

Εν μέσω αυτής της ενεργειακής τρικυμίας, η Ελλάδα ξαναπήρε σήμερα τα «σκήπτρα» της χώρας με την ακριβότερη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στην Ε.Ε., με τη μέση τιμή να διαμορφώνεται στα 242 ευρώ/MWh, τιμή υπερτριπλάσια από αυτή στη Γερμανία (φθηνότερη χώρα της Ε.Ε. σήμερα με 71,87 ευρώ/MWh) και τη συμμετοχή του φυσικού αερίου στο μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής να προσεγγίζει το 52%. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μέση χονδρεμπορική τιμή για τον Οκτώβριο διαμορφώνεται πλέον σε επίπεδα πάνω από τα 200 ευρώ/MWh (από 134 ευρώ/MWh το Σεπτέμβριο), προϊδεάζοντας για δύσκολο χειμώνα.
Τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζει ο παράγοντας «(ακριβό) φυσικό αέριο» στην ενεργειακή κρίση αναδεικνύουν και τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ που έδειξαν αύξηση 13,45% της κατανάλωσης φυσικού αερίου για την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου (σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020), φτάνοντας στις 52,46 Τεραβατώρες (TWh). Το ίδιο διάστημα, κατά 15,21% αυξήθηκε η κατανάλωση για ηλεκτροπαραγωγή, που αναλογεί στο 67,40% της εγχώριας ζήτησης για φυσικό αέριο. Αύξηση κατά 7,3% κατέγραψε η κατανάλωση φυσικού αερίου από νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσω των δικτύων διανομής (που αντιστοιχεί στο 17,30% της ζήτησης) και 7,37% η κατανάλωση από εγχώριες βιομηχανίες που καλύπτει το 15,26% της ζήτησης. Στοιχεία που παραπέμπουν σε ένα ευρύ πλέγμα πιέσεων από τις υψηλές τιμές φυσικού αερίου για τους επόμενους μήνες.

Όσον αφορά την προέλευση του φυσικού αερίου, το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών αφορά «αέριο αγωγών», με το Σιδηρόκαστρο (από όπου εισέρχεται στο Εθνικό Σύστημα ρωσικό φυσικό αέριο μέσω Βουλγαρίας) να παραμένει η βασική πύλη εισόδου, καλύπτοντας το 45,19% των εισαγωγών. 

Το σημείο της Νέας Μεσήμβριας (από όπου εισέρχεται αζέρικο αέριο μέσω του αγωγού TAP) συμβάλλει ουσιαστικά στην ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού και τη διαφοροποίηση των πηγών και των υποδομών προμήθειας, καλύπτοντας το 17% των εισαγωγών, ενώ το 5,33% των εισαγωγών εισήλθαν στο ΕΣΦΑ από τους Κήπους του Έβρου, στο σημείο σύνδεσης του ελληνικού συστήματος με το τουρκικό, από όπου επίσης έρχεται αέριο από τη Ρωσία.

Η τέταρτη πύλη εισόδου είναι ο Τερματικός Σταθμός της Ρεβυθούσας όπου εκφορτώνονται φορτία LNG, τα οποία στο εννεάμηνο του 2021 ανήλθαν σε 18,41 TWh από 25 δεξαμενόπλοια, έναντι 25,86 TWh από 40 δεξαμενόπλοια το αντίστοιχο διάστημα του 2020. Η μείωση των φορτίων LNG οφείλεται στην αυξημένη ζήτηση από την Ασία, όπου οι παραγωγοί μπορούσαν να διαθέσουν τα φορτία τους σε υψηλότερες τιμές. Οι ΗΠΑ παραμένουν ο μεγαλύτερος «πάροχος» LNG στη χώρα (με ποσοστό 43% επί του συνόλου) και ακολουθούν το Κατάρ, η Αλγερία και η Αίγυπτος

Κρίσιμο τεστ

Σε αυτό το τοπίο της αυξανόμενης ζήτησης για φυσικό αέριο, εγείρεται προβληματισμός για την επάρκεια των αποθεμάτων εν όψει του χειμώνα. Σύμφωνα με πηγές του ΔΕΣΦΑ, το σύστημα μπορεί να καλύψει τη ζήτηση εάν δεν υπάρχουν διαταραχές στη ροή του αερίου μέσω των αγωγών και υπάρξει ορθολογικός προγραμματισμός φορτίων LNG. Για τον προγραμματισμό αυτό, κρίσιμα είναι τα σήματα που θα στείλουν οι δημοπρασίες του ΔΕΣΦΑ για την κατανομή της χωρητικότητας στη Ρεβυθούσα για το 2022, που ξεκινούν σήμερα και θα ολοκληρωθούν στις 2 Νοεμβρίου. Κανείς όμως δεν είναι σε θέση να προδικάσει εάν οι συμμετέχοντες (ΔΕΠΑ, ηλεκτροπαραγωγοί, χονδρέμποροι φυσικού αερίου) θα δεσμεύσουν χωρητικότητα στη λογική μακροπρόθεσμου προγραμματισμού ή θα κινηθούν στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας», προσβλέποντας σε αποκλιμάκωση των τιμών. 

Τι λένε οι παράγοντες της αγοράς 

Μιλώντας στο συνέδριο Athens Investment Forum, η διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ Maria Rita Galli τόνισε τη σημασία των αποθηκών φυσικού αερίου, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα και η Σλοβενία είναι οι μόνες χώρες της Ε.Ε. που δεν διαθέτουν αυτό το «εργαλείο» που έχει κρίσιμη συμβολή στη μείωση της εξάρτησης από τους διαδρόμους εισαγωγής φυσικού αερίου και από τις διακυμάνσεις των τιμών. Τέλος, από το βήμα του ίδιου συνεδρίου, ο επικεφαλής του Ομίλου Energean Μαθιός Ρήγας δήλωσε ότι η Ελλάδα και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να εξετάσουν όλες τις δυνατότητες προμήθειας φυσικού αερίου σε ανταγωνιστικές τιμές προς όφελος των οικονομιών, των καταναλωτών και της ασφάλειας του ανταγωνισμού, προσθέτοντας ότι σε μια περίοδο κατά την οποία οι ευρωπαϊκές αγορές πληρώνουν ιδιαίτερα ακριβές τιμές φυσικού αερίου κοντά στα 90 ευρώ/ ΜWh, σε χώρες της Ανατολικής Μεσογείου όπως το Ισραήλ και την Αίγυπτο οι επιχειρήσεις έχουν συνάψει μακροχρόνια συμβόλαια σε τιμές που διαμορφώνονται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα, κοντά στα 12 ευρώ. Όπως τόνισε, οι δύο αυτές χώρες έχουν αυτήν τη δυνατότητα καθώς έχουν αναπτύξει σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου. Πρόσθεσε δε ότι οι πολύ καλές γεωστρατηγικές σχέσεις που διατηρεί η Ελλάδα με τις δύο αυτές χώρες δημιουργούν το υπόβαθρο για εξέταση των προοπτικών και σε αυτόν τον τομέα.