Όταν ο κόσμος των social media καταρρέει προκαλώντας άμεση ζημιά 164.000 δολαρίων ανά λεπτό και έμμεση απειλή για διαφημιστική δαπάνη που αγγίζει το 1 τρισ., το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι εάν η πραγματική οικονομία έχει πλέον μετατοπιστεί στον κυβερνοχώρο - και δη με όρους παγκόσμιου μονοπωλίου. Ένα άλλο ε είναι εάν ήρθε πλέον η στιγμή τα social media να αντιμετωπίζονται ως επιχειρήσεις κοινωνικής ωφέλειας και ως συστημικοί παράγοντες όπως οι τράπεζες.
Από την έντυπη έκδοση
Όταν ο κόσμος των social media καταρρέει προκαλώντας άμεση ζημιά 164.000 δολαρίων ανά λεπτό και έμμεση απειλή για διαφημιστική δαπάνη που αγγίζει το 1 τρισ., το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι εάν η πραγματική οικονομία έχει πλέον μετατοπιστεί στον κυβερνοχώρο - και δη με όρους παγκόσμιου μονοπωλίου.
Το δεύτερο, εξίσου σοβαρό ζήτημα, που προκύπτει μετά το εξάωρο μπλακάουτ στο Facebook και τις «αδελφές» του πλατφόρμες -Instagram, WhatsApp και Μessenger- είναι εάν παραμένει ασφαλής και ενδεδειγμένη επιλογή η όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση κρίσιμων δραστηριοτήτων, από τις εμπορικές πωλήσεις έως την πολιτική επικοινωνία, από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και το τρίτο και επακόλουθο ερώτημα, όπως το θέτει το Reuters, είναι εάν ήρθε πλέον η στιγμή να υπάρξει αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο για τη λειτουργία του Internet, ήτοι εάν πρέπει πλέον τα social media να αντιμετωπίζονται ως επιχειρήσεις κοινωνικής ωφέλειας και ως συστημικοί παράγοντες όπως οι τράπεζες.
Οι πρώτες απαντήσεις που δίνουν οι απλοί αριθμοί μετά το εξάωρο μπλακάουτ σε Facebook, Instagram, WhatsApp και Messenger είναι οι εξής:
* Η μετοχή του Facebook υποχώρησε κατά 4,9% τη Δευτέρα, γεγονός που σημαίνει ότι έχασε σε κεφαλαιοποίηση 47,3 δισ. δολάρια.
* Με βάση τα έσοδα του Facebook για το 2020, που ανήλθαν σε 85,97 δισ. δολάρια, η εταιρεία έχανε κατά μέσο όρο 163.565 δολάρια σε έσοδα ανά λεπτό κατά τη διάρκεια του μπλακάουτ, με τη συνολική ζημιά να φθάνει περίπου στα 60 εκατ. δολάρια.
* Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος Μαρκ Ζούκερμπεργκ, ο οποίος κατέχει το 14% της εταιρείας, έχασε σχεδόν 6 δισ. δολάρια από την προσωπική του περιουσία. Ως συνέπεια, έπεσε από την 5η στην 6η θέση της λίστας του Forbes με τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο. Πλέον, βρίσκεται κάτω από τον ιδρυτή της Oracle, Λάρι Έλισον.
* Ανάλογη ήταν η πτώση και στον Δείκτη Δισεκατομμυριούχων του Bloomberg: Η κατάρρευση του Facebook μείωσε την περιουσία του Ζούκερμπεργκ στα 120,9 δισεκατομμύρια δολάρια, οδηγώντας τον ίδιο κάτω από τον Μπιλ Γκέιτς στο Νο 5 της λίστας.
* Το Facebook δεν βρίσκεται πια στο «κλαμπ των 1 τρισ. δολαρίων», δηλαδή στις εταιρίες που η αποτίμησή τους ξεπερνά το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια. Μετά το μπλακάουτ, η αποτίμησή της διαμορφώνεται στα 919,79 δισ. δολάρια και δεν ανήκει πια στη «χρυσή πεντάδα» την οποία συγκροτούσε μαζί με τις Apple, Microsoft, Amazon και Alphabet.
* Η δεύτερη τη τάξει στην ιεραρχία της Facebook μετά τον Ζούκερμπεργκ, η Σέριλ Σάντμπεργκ, είδε τη δική της περιουσία να μειώνεται κατά 1,9 δισ. δολάρια.
Πέραν αυτών, οι αριθμοί λένε επίσης ότι το Facebook έχει περίπου 3,5 δισεκατομμύρια χρήστες παγκοσμίως και οι τέσσερις πλατφόρμες του ομίλου χρηματοδοτούνται από διαφημίσεις ύψους 920 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Και μόνον αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι η ζημιά όχι μόνον για την εταιρεία, αλλά κατ’ αρχάς και για όλο το παγκόσμιο εμπορικό πλέγμα που είναι βασισμένο πάνω της, μόνο αμελητέα δεν είναι. Πόσο μάλλον που το μπλακάουτ των έξι ωρών ήρθε να διαμορφώσει συνθήκες διπλής κρίσης για τον κολοσσό του Μαρκ Ζούκεμπεργκ, αφού συνέπεσε με τις αποκαλύψεις της «υπόθεσης Χόγκεν».
Πριν από τη «βουτιά» της Δευτέρας, από τις 15 Σεπτεμβρίου, η μετοχή του Facebook είχε χάσει ήδη το 15% της αξίας της, λόγω των αποκαλύψεων του πρώην στελέχους της εταιρείας Φράνσις Χόγκεν στη «Wall Street Journal».
Η Χόγκεν έδωσε στη «Wall Street Journal» μια σειρά εγγράφων που αποδεικνύουν ότι το F.B. είχε πλήρη γνώση και αποδείξεις για σοβαρά προβλήματα που προκαλούν τα προϊόντα του, αλλά τα συγκάλυπτε. Τα προβλήματα αυτά αφορούν είτε κρίσιμα κοινωνικά ζητήματα, όπως οι βλάβες που προκαλεί το Instagram στην ψυχική υγεία των εφήβων, όπως και εξίσου σοβαρά ζητήματα πολιτικής και δημοκρατίας, όπως η παραπληροφόρηση και η διασπορά ακροδεξιών fake news κατά την εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου.
Όλα αυτά, η Φράνσις Χόγκεν τα υποστήριξε και δημόσια την Κυριακή, σε συνέντευξή της στο CBS, λέγοντας ότι «υπήρχε σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα σε αυτό που ήταν καλό για τον κόσμο και αυτό που ήταν καλό για το Facebook». Και, όπως ήταν αναμενόμενο, η συνέντευξη αυτή άνοιξε για μια ακόμη φορά τη συζήτηση σχετικά με τις εταιρικές πρακτικές του Facebook.
Σε ό,τι αφορά τις άμεσες συνέπειες, όλα αυτά μπορεί και να αποδειχθούν ελεγχόμενα. Παρά τη χθεσινή «βουτιά», άλλωστε, η μετοχή του Facebook παραμένει κοντά σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Και σύμφωνα με το Fortune την τελευταία πενταετία είναι σε σταθερή άνοδο καταγράφοντας κέρδη της τάξης του 150%.
Ως προς τα αίτια, δε, του προβλήματος, η διοίκηση του ομίλου ανακοίνωσε -μάλλον ασαφώς- χθες ότι οφειλόταν σε κάποιες «αλλαγές ρυθμίσεων σε δρομολογητές και εξυπηρετητές της εταιρείας», απέκλεισε την περίπτωση δολιοφθοράς και την εκδοχή της κυβερνοεπίθεσης από χάκερ κι έδωσε διαβεβαιώσεις για την ασφάλεια των δεδομένων των χρηστών.
Καθότι όμως οι εξηγήσεις ήταν θολές, και ανάλογο «κρασάρισμα» με διάρκεια περίπου μίας ώρας είχε συμβεί και το 2019, τα ευρύτερα ερωτήματα και ζητήματα παραμένουν ανοιχτά.
Μεταξύ αυτών, το Reuters επισημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων κυβερνητικών αξιωματούχων, βασίζονται στο WhatsApp ως κύριο μέσο επικοινωνίας. Καθώς επίσης και ότι το Facebook είναι ο κύριος τρόπος με τον οποίο ορισμένες επιχειρήσεις προσεγγίζουν πελάτες - άρα τίθεται ευρύτερο ζήτημα των πιθανών συνεπειών σε ένα ενδεχόμενο ακόμη πιο παρατεταμένο μπλακάουτ.
Παράλληλα, τονίζει ότι η εξάωρη κατάρρευση της Δευτέρας ανοίγει μια μεγάλη, ευρύτερη συζήτηση και για το πόσο χαλαρά είναι ρυθμισμένος ο τρόπος λειτουργίας του διαδικτύου.
Τίθεται, εν ολίγοις, ζήτημα για την ταχεία ανάπτυξη του διαδικτύου και την αυξανόμενη χρησιμότητά του σε άπειρους τομείς - από την αποστολή μηνυμάτων έως τον αυτοματισμό του σπιτιού και τη χρήση για πληρωμές.
«Ο χρόνος διακοπής λειτουργίας του Facebook», καταλήγει το Reuters, «εγείρει το ερώτημα εάν αυτό και άλλοι γίγαντες του Διαδικτύου είναι αρκετά σημαντικοί ώστε να ρυθμιστούν περισσότερο ως δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας. Ακριβώς όπως ορισμένες τράπεζες θεωρούνται συστημικά σημαντικές, ίσως κάποια από αυτά που κάνουν αυτές τις εταιρείες όπως το Facebook, η Google που ανήκει στην Alphabet και τα μεγαθήρια των υπηρεσιών cloud όπως οι Amazon.com και Microsoft να έχουν γίνει κρίσιμα για τη λειτουργία της οικονομίας.
Για πολλούς ανθρώπους, μία ή δύο ημέρες εκτός Facebook δεν είναι δα και σπουδαία υπόθεση. Αλλά μια παρόμοια βλάβη σε έναν τεράστιο πάροχο υπηρεσιών cloud θα μπορούσε να προκαλέσει εκτεταμένο πρόβλημα, όπως είχαν δείξει στο παρελθόν μικρότερες διακοπές. Το διαδίκτυο είναι ένα συνονθύλευμα βέλτιστων προσπαθειών και συχνά υπηρεσιών με στόχο το κέρδος. Μερικές από αυτές μπορεί πλέον να είναι πολύ ζωτικές για να αποτύχουν».