Η πρόσφατη πρόταση για αλλαγές στον τρόπο είσπραξης των εσόδων από την ΕΕ, οι οποίες θα διασφαλίσουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών, αποτελεί εν γένει βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Αυτό είναι το κύριο συμπέρασμα της γνώμοδότησηςπου δημοσίευσε σήμερα το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο όσον αφορά την πρόταση για αναθεώρηση των διαδικασιών είσπραξης των εσόδων της ΕΕ.
Η πρόσφατη πρόταση για αλλαγές στον τρόπο είσπραξης των εσόδων από την ΕΕ, οι οποίες θα διασφαλίσουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών, αποτελεί εν γένει βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Αυτό είναι το κύριο συμπέρασμα της γνώμοδότησης που δημοσίευσε σήμερα το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο όσον αφορά την πρόταση για αναθεώρηση των διαδικασιών είσπραξης των εσόδων της ΕΕ.
Τρεις είναι οι βασικές πηγές εσόδων του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
-οι παραδοσιακοί ίδιοι πόροι (ΠΙΠ), ο ίδιος πόρος που βασίζεται στο ακαθάριστο εθνικό εισόδημα των κρατών μελών (ΑΕΕ) και ο ίδιος πόρος που βασίζεται στον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). Το 2021, η αναθεώρηση του συστήματος χρηματοδότησης της ΕΕ επέφερε ορισμένες αλλαγές σε δύο εξ αυτών (στους ΠΙΠ και στον ίδιο πόρο που βασίζεται στον ΦΠΑ).
Θεσπίστηκε επίσης ένας νέος ίδιος πόρος ο οποίος βασίζεται στα μη ανακυκλωμένα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών.
Η βασική νομοθετική πράξη που διέπει την είσπραξη των εσόδων της ΕΕ είναι ο κανονισμός για την απόδοση των ιδίων πόρων, για τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ορισμένες τροποποιήσεις.
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) εξέφρασε την ικανοποίησή του για ορισμένες από τις εν λόγω αλλαγές, όμως επισήμανε τομείς στους οποίους η νομοθετική πρόταση παρουσιάζει ορισμένα μειονεκτήματα.
«Ορισμένες από τις προτεινόμενες τροποποιήσεις σχετικά με τις ροές των εσόδων της ΕΕ κρίνονται ιδιαίτερα σκόπιμες», δήλωσε ο Marek Opioła, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για την γνώμοδότηση. «Αυτές που αφορούν τη διαδικασία απόδοσης στην ΕΕ των ιδίων πόρων της θα ενισχύσουν την προβλεψιμότητα στα κράτη μέλη και θα συμβάλουν στη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Εντούτοις, άλλες προτάσεις δεν είναι εξίσου υποσχόμενες.
Παραδείγματος χάριν, οι προτεινόμενες διαδικασίες για την επίλυση διαφορών αποκλίνουν εν μέρει από τους κανόνες που προβλέπονται σε άλλους κανονισμούς, γεγονός που επιτείνει την πολυπλοκότητα του συστήματος των ιδίων πόρων και επηρεάζει την ασφάλεια δικαίου».
Επίσης, το ΕΕΣ επισημαίνει ότι οι κανόνες που προτείνονται σχετικά με τη διαχείριση των μη ανακτήσιμων ποσών δεν συμβάλλουν στην απλούστευση του συστήματος και ούτε καταδεικνύεται ότι θα αυξήσουν την αποδοτικότητα της είσπραξης των εσόδων. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως αυτές των αλλαγών που αφορούν τη διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων, οι διαθέσιμες πληροφορίες απλώς δεν επαρκούν για την αξιολόγηση του μεγέθους των οφελών που θα αποκομισθούν από τους νέους κανόνες.
Σε γενικές γραμμές, το ΕΕΣ επιδοκιμάζει τις προτεινόμενες αλλαγές όσον αφορά τη διαχείριση των καθυστερημένων πληρωμών από τα κράτη μέλη. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι πιθανόν οι εν λόγω αλλαγές να αποφέρουν βελτίωση της αποδοτικότητας, ωστόσο αναγνωρίζει ότι ο αριθμός των περιπτώσεων που θα επηρεάζονται ετησίως από τις αλλαγές είναι σχετικά μικρός.
Το ΕΕΣ επισημαίνει ότι λίγα είναι τα κράτη μέλη που μπορεί να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη από την επέκταση σε παλαιότερες περιπτώσεις της επιβολής ανώτατου ορίου στην προσαύξηση των τόκων υπερημερίας.
Στη γνώμη που διατυπώνει, το ΕΕΣ εισηγείται τρόπους βελτίωσης των αλλαγών των κανόνων. Προτείνει τη θέσπιση μιας ενιαίας διαδικασίας επανεξέτασης εντός του συστήματος της ΕΕ για την επίλυση των διαφορών με τα κράτη μέλη όσον αφορά τους ιδίους πόρους. Προτείνει επίσης στον νομοθέτη να επανεξετάσει το ζήτημα της θέσπισης γενικής προθεσμίας για τη διαγραφή των μη ανακτήσιμων οφειλών από τους λογαριασμούς ΠΙΠ.
Τέλος, το ΕΕΣ εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση του κανονισμού για την απόδοση των ιδίων πόρων δεν αποτέλεσε ευκαιρία για τη γενική συγχώνευση όλων των ισχυουσών διατάξεων που διέπουν τα καθεστώτα είσπραξης των εσόδων της ΕΕ, η οποία θα απλούστευε το σύστημα και θα το καθιστούσε περισσότερο διαφανές.
Σημειώνεται ότι ουσιαστική μεταρρύθμιση του συστήματος χρηματοδότησης του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει να γίνει από το 1988.