Οικονομία & Αγορές
Παρασκευή, 01 Οκτωβρίου 2021 14:46

ΕΕ- ΗΠΑ: Σε διατροφική «μάχη» εξελίσσεται η διατλαντική συμφωνία

Καλό θα ήταν να προετοιμάσουμε για μια νέα ιδεολογική σύγκρουση, αυτή τη φορά σχετιζόμενη με το πώς καλλιεργείται το φαγητό μας, καθώς σχεδιάζεται η επόμενη αναμέτρηση των υπερδυνάμεων στον Ατλαντικό. Η TTIP, δηλαδή η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου και επενδύσεων  μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, αναμένεται να ενισχύσει τον ανταγωνισμό των Ηπείρων, για το πώς θα τροφοδοτήσουν τον κόσμο. 

Καλό θα ήταν να προετοιμάσουμε για μια νέα ιδεολογική σύγκρουση, αυτή τη φορά σχετιζόμενη με το πώς καλλιεργείται το φαγητό μας, καθώς σχεδιάζεται η επόμενη αναμέτρηση των υπερδυνάμεων στον Ατλαντικό. Η TTIP, δηλαδή η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου και επενδύσεων  μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, αναμένεται να ενισχύσει τον ανταγωνισμό των Ηπείρων, για το πώς θα τροφοδοτήσουν τον κόσμο. 

Σε ένα αγώνα δρόμου για τη μείωση της ζημιάς που προκαλεί η γεωργία στο κλίμα, ΕΕ και ΗΠΑ, στρέφονται προς μια μεγάλη αντιπαράθεση σχετικά με τον τρόπο μετασχηματισμού του παγκόσμιου συστήματος, όσον αφορά τη βιομηχανία τροφίμων, με τους καταναλωτές να βρίσκονται ως συνήθως, στο μεταίχμιο. 

Ο «ψυχρός πόλεμος» μεταξύ των δύο σημαντικών γεωργικών κλάδων, κινδυνεύει να υπονομεύσει όχι μόνο το γεωργικό εμπόριο αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως, αλλά απειλεί επίσης να καταστρέψει τη θεμελιώδη φιλοδοξία να αντιστραφεί η υπερθέρμανση του πλανήτη.

«Είναι αρκετά σαφές ότι υπάρχουν δύο διαφορετικοί δρόμοι που θα ακολουθηθούν», δήλωσε ο υπουργός Γεωργίας των ΗΠΑ Τομ Βίλσακ στο POLITICO, ενώ δε δίστασε να σχολιάσει αρνητικά τη γεωργική φιλοσοφία της ΕΕ. 

Ωστόσο, η τροχοπέδη για τις ΗΠΑ, είναι η φιλοσοφία «από την παραγωγή στην κατανάλωση», η οποία επιδιώκει να δώσει προτεραιότητα στη βιωσιμότητα, μειώνοντας τη χρήση φυτοφαρμάκων στο μισό έως το 2030 και διασφαλίζοντας ότι η βιολογική παραγωγή καλύπτει το ένα τέταρτο της ευρωπαϊκής γεωργικής γης.

Για την Ουάσινγκτον, αυτή η τακτική θα ήταν καταστροφική, καθώς θα μείωνε τις αποδόσεις των καλλιεργειών, θα οδηγούσε σε αύξηση των τιμών των τροφίμων και κατ’ επέκταση θα απειλούσε την επισιτιστική ασφάλεια, ενώ σύμφωνα με τα οικονομικά μοντέλα του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, παρουσιάζεται μείωση κατά 11% στην παγκόσμια παραγωγή τροφίμων και αύξηση τιμών κατά 89% σε όλες τις χώρες, εάν ακολουθήσουν το ευρωπαϊκό μοντέλο. 

Ο «Συνασπισμός» στις καλλιέργειες

Οι ΗΠΑ,  σε απάντηση του «από την παραγωγή στην κατανάλωση», παρουσίασε έναν νέο διεθνή συνασπισμό για την αύξηση της παραγωγής τροφίμων με βιώσιμο τρόπο, στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για τα Συστήματα Τροφίμων τον Σεπτέμβριο. 

Πρόκειται για μια σύμπραξη, μέσω της οποίας προσπαθεί να συμφωνήσει με χώρες, προκειμένου να διασφαλίσει ότι η ΕΕ δεν θα επιβάλει νέους κανόνες στις καλλιέργειες καλαμποκιού και στις γαλακτοβιομηχανίες ανά τον κόσμο.

Το τελευταίο διάστημα, το εμπόριο σχετίζεται με τη «μάχη» για τα διεθνή πρότυπα και οι ΗΠΑ έχουν επί μακρόν διαπιστώσει πώς η ΕΕ σχεδιάζει, μέσω της εμπορικής πολιτικής, να επιβάλει παγκόσμιους κανόνες τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των ετικετών γεωγραφικών ενδείξεων που προστατεύουν τις κορυφαίες μάρκες της, όπως «Σαμπάνια» ή «Ζαμπόν Πάρμας». 

Ωστόσο, η Ουάσινγκτον δεν επιθυμεί το ευρωπαϊκό γαστρονομικό και αγρονομικό μοντέλο να εξαπλωθεί περαιτέρω, ιδιαίτερα επειδή η αντίδραση κατά των φυτοφαρμάκων και των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων δεν περιορίζεται πλέον μόνο στην Ευρώπη. 

Αρκεί να σημειωθεί ότι το πρώτο εξάμηνο του 2022, η Γαλλία σχεδιάζει να νομοθετήσει περιορισμούς στις εισαγωγές που προέρχονται από χώρες που η ΕΕ θεωρεί ότι έχουν κατώτερα πρότυπα, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης χημικών στις καλλιέργειες.

Ανησυχία στις ΗΠΑ

Η ανησυχία των αμερικανικών λόμπι, είναι ότι το «από την παραγωγή στην κατανάλωση», θα μπορούσε στην ουσία να βλάψει τις ΗΠΑ, δημιουργώντας νέα εμπόδια για τα προϊόντα της να εισέλθουν στην αγορά της ΕΕ, ενώ σημειώνουν ότι οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν ήδη δυσκολίες στην πώληση αγαθών όπως είναι το κρέας, λόγω διαφορετικών προτύπων που υφίστανται στις χώρες.  

«Αυτό που πρέπει να κάνει αυτός ο συνασπισμός είναι να δείξει έναν διαφορετικό τρόπο επίτευξης των ίδιων στόχων ... δείχνει μια προσέγγιση που πιστεύουμε ότι θα λειτουργήσει για τη σύγχρονη γεωργία σε όλο τον κόσμο και λειτουργεί καλύτερα από το να προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε το πρόγραμμα της ΕΕ », δηλώνει ο Ντέιβιντ Σάλμονσεν,  Διευθυντής του «American Farm Bureau Federation», της μεγαλύτερης Αγροτικής Οργάνωσης των ΗΠΑ. 

Στον αντίποδα φυσικά βρίσκονται οι απόψεις του επικεφαλής της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ, Φρανς Τίμερμανς, ο οποίος δήλωσε φέτος ότι «η αύξηση της παραγωγικότητας «δεν πρέπει πλέον να είναι ύψιστης σημασίας». 

«Δημιουργήσαμε ένα σύστημα που ωθεί τους αγρότες να αυξάνονται και τις καλλιέργειες να επεκτείνονται συνεχώς. Αλλά αυτό το σύστημα έχει φτάσει τη Γη πέραν των ορίων της», είπε, προσθέτοντας ότι «Πρέπει να σταματήσουμε να μετράμε την επιτυχία σε αριθμούς  «βαγονιών τροφίμων».

Οι ΗΠΑ από την άλλη, εκφράζουν τη διαφωνία τους σε αυτό το σκεπτικό, επισημαίνοντας ότι αντί να εγκαταλείψουν τη φιλοσοφία της γεωργίας με επίκεντρο την παραγωγικότητα για χάρη του κλίματος, μπορούν αποσπάσουν το καλύτερο και από τους δύο κόσμους, επενδύοντας σε τεχνολογίες και πρακτικές που χαρακτηρίζονται ως κλιματικά έξυπνες. όπως η γονιδιακή επεξεργασία, η τεχνητή νοημοσύνη και η γεωργία ακριβείας, παραγκωνίζοντας έτσι όλους τους νέους κανονισμούς που σχεδιάζουν οι Βρυξέλλες.

Η Κομισιόν εν δράσει

Αναμενόμενο ήταν το σχέδιο συνασπισμού παραγωγικότητας, να προκαλέσει έντονη κριτική από πιο πράσινα τμήματα του πολιτικού φάσματος της ΕΕ.

«Είναι το εντελώς αντίθετο της μακροπρόθεσμης επισιτιστικής ασφάλειας να προωθήσουμε γεωργικά συστήματα, που κυριολεκτικά καταστρέφουν το θεμελιώδες μέρος της παραγωγής μας, που είναι το έδαφος», ανέφερε ο Αυστριακός ευρωβουλευτής των Πρασίνων, Τόμας Βάιτς. 

Εντούτοις, ο Βίλσακ επιμένει στην άποψή του, αφού όπως επεσήμανε, το «από την παραγωγή στην κατανάλωση», έχει επικριθεί και από τους ίδιους τους αγρότες της Ευρώπης ως απειλή για τις αποδόσεις των τροφίμων τους, βασιζόμενος σε μια δήλωση από το λόμπι των αγροτών της ΕΕ τον Σεπτέμβριο, που εξέφραζε τις ανησυχίες του σχετικά με μια δυνητικά σημαντική πτώση της παραγωγής. 

Παρόλα αυτά, ο Επίτροπος Γεωργίας της ΕΕ, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, δήλωσε στην Παγκόσμια Αγρο-Τεχνολογική συνάντηση την περασμένη Τρίτη ότι «είναι ακόμη πολύ νωρίς για να δούμε πώς το «από την παραγωγή στην κατανάλωση», θα επηρεάσει την παραγωγικότητα, προσθέτοντας ακόμη ότι η Κομισιόν θα πρέπει να περιμένει να δει πώς οι χώρες σχεδιάζουν να αξιοποιήσουν το επόμενο καθεστώς μεγάλων επιδοτήσεων γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην ΕΕ-γνωστό ως Κοινή Γεωργική Πολιτική- προτού πάρει οποιαδήποτε απόφαση.

Επίσης, σύμφωνα με διπλωμάτες της ΕΕ, σε συνάντηση 27 διπλωματών χωρών της ΕΕ στις 20 Σεπτεμβρίου, πολλές χώρες ζήτησαν από την Κομισιόν, να προβεί σε πλήρη εκτίμηση του αντικτύπου της στρατηγικής «από την παραγωγή στην κατανάλωση» στον αγροτικό τομέα. 

Διχασμένος ο κόσμος

Αξιωματούχοι της ΕΕ για την ασφάλεια των τροφίμων τονίζουν ότι, σχετικά με την αλλαγή της παγκόσμιας χρήσης φυτοφαρμάκων μέσω του «από την παραγωγή στην κατανάλωση», υπάρχουν μικτά σχόλια από πολλούς  εμπορικούς εταίρους της ΕΕ που διαμαρτύρονται ότι η ΕΕ είναι υπερβολικά «πιεστική», καθώς, για παράδειγμα,  σχεδιάζει να απαγορεύσει τις εισαγωγές τροφίμων  που καλλιεργούνται με τη χρήση αγροχημικών, που συμβάλλουν σε παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα. 

Η απόκλιση απόψεων για το τι πρέπει να θεωρηθεί βιώσιμη γεωργία,  θα μπορούσε να αντικατοπτρίζει την τρέχουσα αντιπαλότητα ΕΕ- ΗΠΑ σχετικά με τα προστατευμένα τρόφιμα, όπου κάθε πλευρά θέλει να υπογράψει εμπορικές συμφωνίες που εμποδίζουν την άλλη να προστατεύσει τα προϊόντα τους, δηλώνουν αμερικανοί ερευνητές. 

Ταυτόχρονα, αξιωματούχοι  του ΟΗΕ επισημαίνουν ότι σήμερα υπάρχει ένα είδος «επιθετικής σιωπής» μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ και αυτό είναι πραγματικά επικίνδυνο γιατί το πρόβλημα παραμένει. 

Το σίγουρο είναι ότι εάν η Γηραιά Ήπειρος υποκύψει τελικά στις πιέσεις της άλλης πλευράς του Ατλαντικού, το σκηνικό θα αλλάξει στον τομέα της παραγωγής και διακίνησης ειδών διατροφής, καθώς θα αναγκαστεί να υποβιβάσει τα πρότυπα ασφαλείας. 

Αυτό θα σήμαινε χειρότερη ποιοτικά διατροφή και ακόμη μεγαλύτερη κυριαρχία των πολυεθνικών βιομηχανιών τροφίμων σε βάρος της τοπικής παραγωγής και οικονομίας.

Μαρία Βε