Η πανδημία και οι παλινωδίες πολιτικών και υγειονομικών που κατέληξαν σε αλλεπάλληλα lockdowns, ανέδειξαν την αναγκαιότητα των οδηγών φορτηγών, ενώ η έλλειψή τους, δημιούργησε σημαντικό πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Η πανδημία και οι παλινωδίες πολιτικών και υγειονομικών που κατέληξαν σε αλλεπάλληλα lockdowns, ανέδειξαν την αναγκαιότητα των οδηγών φορτηγών, ενώ η έλλειψή τους, δημιούργησε σημαντικό πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Επιπλέον, λόγω του Brexit, το φαινόμενο φαίνεται να έχει επηρεάσει περισσότερο τη Βρετανία, καθώς η ξαφνική έξοδος χιλιάδων ξένων οδηγών, αλλά και η καθυστέρηση στην εκπαίδευση και εξέτασή τους, οδήγησαν τον Τζόνσον να σπεύσει να δώσει 5.000 βίζες σε ευρωπαίους οδηγούς, για να δουλέψουν μέχρι τα Χριστούγεννα, αλλά και να θέσει σε ετοιμότητα ακόμη και τον στρατό, ώστε να διαχειριστεί την πρωτοφανή κρίση στην αλυσίδα εφοδιασμού.
Ωστόσο, οι παροχές Τζόνσον, δεν είχαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα. «Οι εργαζόμενοι της ΕΕ δεν θα πάνε στην Βρετανία, έχοντας μια βραχυπρόθεσμη βίζα και ένα μεροκάματο για να σώσουν το Ηνωμένο Βασίλειο από τη δυσμενή κατάσταση που το ίδιο δημιούργησε», σημειώνουν οι συνδικαλιστές της Ολλανδίας, τονίζοντας παράλληλα ότι οι οδηγοί θα χρειαστούν περισσότερα κίνητρα για να προβούν σε αυτή την ενέργεια.
Όμως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο βρετανικό, αλλά και ευρωπαϊκό, ενώ έχει ξεκινήσει πολύ πριν την εμφάνιση της πανδημίας. Το 2019, διαθεσιμότητα υπήρχε περίπου στο 24 % των θέσεων οδηγών φορτηγών στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ το 22 % δεν είχε συμπληρωθεί στην Πολωνία, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Οδικών Μεταφορών (IRU). Στην Τσεχία η έλλειψη άγγιζε το 21 %, ενώ στην Ισπανία το 20%.
Οι περιορισμοί προκάλεσαν περισσότερο χάος, με πολλούς οδηγούς να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το επάγγελμα, αφήνοντας τη βιομηχανία να προσπαθεί να καλύψει θέσεις εργασίας, καθώς ανοίγουν ξανά οι οικονομίες.
Αυτό κινδυνεύει να επιδεινώσει μια ήδη δυσάρεστη κατάσταση, εφόσον πολλοί εργαζόμενοι συνταξιοδοτούνται πρόωρα και οι εξαντλητικές συνθήκες εργασίας, θα καταστήσουν δύσκολο για τον τομέα να προσελκύσει εργαζόμενους, με αποτέλεσμα ακόμη μεγαλύτερες ελλείψεις.
Με τη μέση ηλικία ενός Ευρωπαίου οδηγού φορτηγού στα 44 έτη, αυτό δεν φαντάζει και πολύ μακριά, εάν οι συνθήκες που προκαλούν αυτή την κατάσταση δεν αντιμετωπιστούν σωστά.
«Μαύρη πέτρα» πίσω τους ρίχνουν οι οδηγοί
Ωστόσο, το φαινόμενο της έλλειψης οδηγών παρουσιάζει μια μοναδικότητα στη Βρετανία, καθώς η βιομηχανία φορτηγών της, βασίστηκε σε χιλιάδες οδηγούς από την ΕΕ, κυρίως από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, οι οποίοι επέστρεψαν στις πατρίδες τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ πολλοί αυτοαπασχολούμενοι οδηγοί, δεν θέλησαν να επιστρέψουν σε μια δυσβάστακτη φορολογία μετά το Brexit, που θα μείωνε κατά πολύ το εισόδημά τους.
Παράλληλα, εκτός από το μειωμένο εισόδημα, ένα μεγάλο ποσοστό οδηγών αναφέρουν την «έλλειψη σεβασμού», ως λόγο εγκατάλειψης του επαγγέλματος και αυτό μεταφράζεται ως επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. «Οι οδηγοί είναι κουρασμένοι, δεν δέχονται τέτοια συμπεριφορά και μετρούν τις μέρες για να αποχωρήσουν από τον κλάδο», δηλώνουν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων.
Το ίδιο πρόβλημα σημειώνεται και στην ΕΕ. Όπως υποστηρίζουν οι οδηγοί μεγάλων αποστάσεων στη Ρουμανία, «αυτή η δουλειά δεν είναι ελκυστική. Χάνεσαι από την οικογένειά σου. Δεν υπάρχει χρόνος για μεσημεριανό γεύμα, ούτε για πρωινό ούτε για δείπνο. Κοιμάσαι ιδρωμένος κάθε μέρα, επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα να πλυθείς στον αυτοκινητόδρομο. Δεν καθαρίζεις τα ρούχα σου και είσαι κυρίως βρώμικος».
Ταυτόχρονα, προβλήματα εντοπίζονται και σε θέματα ασφάλειας, τα οποία καθιστούν επικίνδυνο το επάγγελμα, καθώς υπάρχουν αναφορές για επιθέσεις μεταναστών που προσπαθούν να προσεγγίσουν τη Βρετανία για να προβούν σε διαφόρων ειδών κλοπές και απάτες.
«Οι μόνο πρόθυμοι να αντέξουν τις επιδεινούμενες συνθήκες είναι οι οδηγοί που προέρχονται από χώρες εκτός της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, της Ουκρανίας και του Κιργιζιστάν», δηλώνει η Κριστίνα Τίλινγκ, γραμματέας της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις μεταφορές (ETF).
Όπως αναφέρει, το πρόβλημα ξεκινά με τις χρεώσεις των εταιρειών οδικών εμπορευματικών μεταφορών για τις υπηρεσίες τους, είπε, τα οποία δεν είναι αρκετά υψηλά για να καλύψουν «ένα νόμιμο κόστος εργασίας», εάν προστεθούν μισθοί και διαμονή των οδηγών.
Υπάρχει περιθώριο αναπροσαρμογής;
Καθώς οι οδηγοί σχεδιάζουν να παραιτηθούν ή να συνταξιοδοτηθούν, ο κλάδος βρίσκεται υπό αυξανόμενη πίεση για ανανέωση εργατικού δυναμικού. Οι οδηγοί τονίζουν ότι δεν θα συνιστούσαν στα παιδιά τους ή σε άλλους ανθρώπους να ακολουθήσουν αυτό το επάγγελμα. Και όταν το υπάρχον εργατικό δυναμικό δεν είναι υπέρμαχος της συγκεκριμένης εργασίας, ποιες είναι οι πιθανότητες να αυξηθεί το εργατικό δυναμικό;
Οι εταιρείες μεταφορών επισημαίνουν ότι η χείριστη εικόνα του κλάδου, αλλά και τα εμπόδια όσον αφορά τις νέες προσλήψεις, δημιουργήθηκαν από την ανεπαρκή νομοθεσία και τους περιορισμούς, αλλά και από το υψηλό κόστος της εκπαίδευσης.
Η βελγική εταιρεία μεταφορών Ninatrans, η οποία έχει επίσης υποκαταστήματα σε Γαλλία, Ολλανδία και Γερμανία, δηλώνει ότι η κατάσταση με τα μη επανδρωμένα φορτηγά επιδεινώνεται, καθώς «στερεύουν» οι δεξαμενές οδηγών. Η Hegelmann, έχει δημιουργήσει το δικό της εκπαιδευτικό πρόγραμμα, υπόσχεται να καλύψει το κόστος αδειοδότησης για νέους Πολωνούς οδηγούς, ενώ τους εγγυάται μια δουλειά. Υπόσχεται επίσης να βοηθήσει Ουκρανούς και Λευκορώσους με τα έγγραφα που απαιτούνται για να εργαστούν νόμιμα στην Πολωνία, της οποίας το έλλειμμα οδηγών, αγγίζει τους 120.000.
Παράλληλα, εκτός από τις βελτιωμένες συνθήκες εργασίας, οι «διορθώσεις», θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τη μείωση του ελάχιστου απαιτούμενου ορίου ηλικίας για την οδήγηση φορτηγού, αλλά και τη δημιουργία μιας ενιαίας άδειας, για την ένταξη εργαζομένων εκτός ΕΕ στην αγορά εργασίας, δηλώνει η Διεθνής Ένωση Οδικών Μεταφορών (IRU).
Οι εργαζόμενοι του κλάδου των μεταφορών ζητούν επίσης περισσότερους χώρους στάθμευσης, προκείμενου να ξεκουράζονται οι οδηγοί με ασφάλεια και να αποκτήσουν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, σε περίπτωση περιστατικών κλοπής ή βίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι χρειάζονται περίπου 100.000 θέσεις στάθμευσης, καθώς λιγότερο από το 3% των υφιστάμενων θέσεων είναι πιστοποιημένες ως ασφαλείς.
Σε κάθε περίπτωση, ο μισθός και οι συνθήκες εργασίας είναι τα κύρια θέματα που θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν, προκειμένου να παρακινήσουν τους οδηγούς να επιλέξουν και να παραμείνουν στο συγκεκριμένο επάγγελμα.
Μαρία Βε
με πληροφορίες από politico