Μικρά πεδία συμφωνίας, αλλά και πολύ σημαντικές διαφωνίες καταγράφουν οι κοινωνικοί εταίροι στα πορίσματα με τις προτάσεις τους για τον κατώτατο μισθό που επέδωσαν στο υπουργείο Εργασίας. Με δεδομένο ότι από αυτά, μαζί με τις προτάσεις των επιστημονικών φορέων θα πρέπει ο αρμόδιος υπουργός, Κωστής Χατζηδάκης, να προχωρήσει στη σχετική εισήγησή του στο Υπουργικό Συμβούλιο της ερχόμενης Δευτέρας, καθίσταται σαφές ότι κάποιους κοινωνικούς εταίρους θα ικανοποιήσει και κάποιους άλλους όχι.
Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Αγγελόπουλου
[email protected]
Μικρά πεδία συμφωνίας, αλλά και πολύ σημαντικές διαφωνίες καταγράφουν οι κοινωνικοί εταίροι στα πορίσματα με τις προτάσεις τους για τον κατώτατο μισθό που επέδωσαν στο υπουργείο Εργασίας. Με δεδομένο ότι από αυτά, μαζί με τις προτάσεις των επιστημονικών φορέων θα πρέπει ο αρμόδιος υπουργός, Κωστής Χατζηδάκης, να προχωρήσει στη σχετική εισήγησή του στο Υπουργικό Συμβούλιο της ερχόμενης Δευτέρας, καθίσταται σαφές ότι κάποιους κοινωνικούς εταίρους θα ικανοποιήσει και κάποιους άλλους όχι.
Οι εργοδοτικοί φορείς προτείνουν κατά κανόνα διατήρηση του κατώτατου μισθού στο σημερινό επίπεδο. Αντίθετα, η ΓΣΕΕ κινείται σε εκ διαμέτρου αντίθετη κατεύθυνση και προτείνει αύξηση 15,4%, με στόχο άμεσα τα 751 ευρώ τον μήνα και τα 809 ευρώ στους επόμενους 14 μήνες.
Το ΚΕΠΕ και ορισμένα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων θεωρούν ότι η όποια αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού πρέπει να ανασταλεί μέχρι να αποκατασταθεί η κανονικότητα στην οικονομία. Αυτό σημαίνει μέχρι η οικονομία να καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Τονίζεται επίσης ότι, από τις πρόσφατες φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις των μισθωτών και των επιχειρήσεων, οι πραγματικοί κατώτατοι μισθοί έχουν αυξηθεί πάνω από 2% μέσα σε μια δυσμενή χρονιά.
«Θετικό σήμα»
Κάποια άλλα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων προτείνουν αύξηση του κατώτατου μισθού έως 4%, ως ένα θετικό σήμα για την επανεκκίνηση της οικονομίας, αφού θα τονωθεί το εισόδημα των χαμηλόμισθων και το οικονομικό κλίμα γενικότερα.
Πάντως από τη διαβούλευση που προέκυψε όλοι οι κοινωνικοί εταίροι συμφωνούν ότι είναι δύσκολη η κατάσταση που βρίσκεται η ελληνική οικονομία.
Οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν περισσότερο τον κατώτατο μισθό προέρχονται κυρίως από κλάδους που επλήγησαν περισσότερο στην πανδημία, όπως είναι ο τουρισμός, το εμπόριο, η εστίαση και οι μικρές επιχειρήσεις ανεξαρτήτως κλάδου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΣΕΤΕ διαπιστώνει πως επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 εργαζόμενους απασχολούν περισσότερο από 80% του προσωπικού τους με τον κατώτατο μισθό. Άρα, ο ΣΕΤΕ θεωρεί ότι οποιαδήποτε αύξηση των κατώτατων αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα θα οδηγήσει μοιραία σε αύξηση του κόστους εργασίας γι' αυτές ακριβώς τις επιχειρήσεις και θα θέσει σε κίνδυνο την επιβίωσή τους.
ΣΕΒ, ΣΒΕ και ΓΣΕΕ προτείνουν, μεταξύ άλλων, να υπάρξει μείωση ασφαλιστικών εισφορών και άρα έμμεση αύξηση του μισθού χωρίς επιβάρυνση των επιχειρήσεων. Όμως ο ΣΕΤΕ θέτει ζήτημα ανεύρεσης των πόρων που θα επιτρέψουν τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Διαπραγματεύσεις
ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ και ΓΣΕΕ ζητούν την επαναφορά των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, ώστε να καθορίζονται μέσω αυτών οι κατώτατες αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα. Ο ΣΕΒ όμως ζητάει να εφαρμοστεί ο σημερινός νόμος, που αποτελεί και διεθνή πρακτική.
Ο ΣΕΤΕ προτείνει έναν σταθερό μηχανισμό διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού με βάση τον ακαθάριστο μέσο μισθό πλήρους απασχόλησης. Έτσι προτείνει οι κατώτατες αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα να φτάνουν στο 50%-55% αυτού του μέσου μισθού. Σήμερα, ο κατώτατος μισθός βρίσκεται στο 54,5% του μέσου μισθού. Γι' αυτό και προτείνεται να παραμείνει στο ίδιο επίπεδο.
Η ΓΣΕΕ όμως αντιπροτείνει ο κατώτατος μισθός να καθορίζεται αυτόματα, αλλά στο 60% του διάμεσου ακαθάριστου μισθού πλήρους απασχόλησης σε μια περίοδο 14 μηνών. Το επιχείρημα που επικαλείται είναι ότι ο κατώτατος μισθός πρέπει να διασφαλίζει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Το ΚΕΠΕ σημειώνει ότι για να υπάρχει ένας αυτόματος μηχανισμός διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, πρέπει η πλευρά των εργαζομένων να έχει σημαντική διαπραγματευτική δύναμη. Κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να επιτευχθεί, καθώς από το 2016 και μετά καταγράφεται μείωση 24% στη συμμετοχή των εργαζομένων στους φορείς εκπροσώπησής τους.
Αναφορικά με τους επιστημονικούς φορείς που εξέφρασαν άποψη για τον κατώτατο μισθό αυτοί είναι οι εξής: Τράπεζα της Ελλάδος, ΕΛΣΤΑΤ, ΟΑΕΔ, ΚΕΠΕ, ΟΜΕΔ, ΕΙΕΑΔ, ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, ΙΜΕ- ΓΣΕΒΕΕ, ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, INSETE, ΙΟΒΕ.
Τι πρότειναν οι κοινωνικοί φορείς
ΓΣΕΒΕΕ: Διατήρηση του κατώτατου μισθού στο ίδιο επίπεδο.
ΓΣΕΕ: Αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (+15,4%) άμεσα και στα 809 ευρώ τους επόμενους 14 μήνες.
ΕΣΕΕ: Διατήρηση κατώτατου μισθού στο ίδιο επίπεδο.
ΣΒΕ: Διατήρηση κατώτατου μισθού στο ίδιο επίπεδο και έμμεση αύξηση μέσω μείωσης ασφαλιστικών εισφορών.
ΣΕΒ: Δεν κρίνεται σκόπιμο να γίνουν μεγάλης κλίμακας αλλαγές στον κατώτατο μισθό - Έμμεση αύξηση μέσω μείωσης ασφαλιστικών εισφορών.
ΣΕΤΕ: Διατήρηση του κατώτατου μισθού στο ίδιο επίπεδο - Ανεύρεση πόρων για μείωση ασφαλιστικών εισφορών.