Σαφή προειδοποίηση ότι ορισμένες τράπεζες της Ευρωζώνης συσσωρεύουν υπερβολικά μεγάλους κινδύνους από μοχλευμένα δάνεια και από τις αγορές μετοχικών παραγώγων απηύθυνε χθες ο Αντρέα Ενρία, ο επικεφαλής της εποπτικής αρχής τραπεζών της ΕΚΤ. Ακόμη χειρότερο είναι το γεγονός ότι οι τράπεζες βρίσκονται σε υπερβολικό εφησυχασμό και γι’ αυτό τους επέστησε την προσοχή να περιμένουν αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Σαφή προειδοποίηση ότι ορισμένες τράπεζες της Ευρωζώνης συσσωρεύουν υπερβολικά μεγάλους κινδύνους από μοχλευμένα δάνεια και από τις αγορές μετοχικών παραγώγων απηύθυνε χθες ο Αντρέα Ενρία, ο επικεφαλής της εποπτικής αρχής τραπεζών της ΕΚΤ. Ακόμη χειρότερο είναι το γεγονός ότι οι τράπεζες βρίσκονται σε υπερβολικό εφησυχασμό και γι’ αυτό τους επέστησε την προσοχή να περιμένουν αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων.
Ο Ενρία ανέφερε ότι υπάρχουν ήδη «προειδοποιητικά σημάδια για αύξηση της μόχλευσης και των περίπλοκων χρηματοοικονομικών εργαλείων, καθώς και έλλειψη διαφάνειας, τα οποία δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα κινδύνων». Αξιωματούχοι της ΕΚΤ ερμηνεύουν τις δηλώσεις Ενρία ως σήμα ότι η εποπτική αρχή έχει χάσει την υπομονή της με κάποιες μεγάλες τράπεζες της Ευρωζώνης, όπως η Deutsche Bank, oι οποίες αγνοούν τις εκκλήσεις της για συγκράτηση του ριψοκίνδυνου δανεισμού. «Όπου βλέπουμε ελλείψεις και ανησυχητικά στοιχεία, θα λάβουμε μέτρα» είναι το μήνυμα που έστειλε ο Ενρία, μιλώντας διαδικτυακά σε αποφοίτους χρηματοοικονομικών και οικονομικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης.
Παρά το γεγονός ότι η εποπτική αρχή της ΕΚΤ είχε γνωστοποιήσει την προηγούμενη εβδομάδα τις προθέσεις της για άρση των περιορισμών στα μερίσματα των τραπεζών και στην επαναγορά ιδίων μετοχών το προσεχές διάστημα, επαναλαμβάνοντας χθες ότι οι τράπεζες παραμένουν ανθεκτικές τη στιγμή που η αβεβαιότητα υποχωρεί, ο Ενρία επέμεινε στις ενδείξεις για συσσώρευση του κινδύνου σε ορισμένους τομείς δραστηριοτήτων των τραπεζών, όπως τα μοχλευμένα δάνεια και τα μετοχικά παράγωγα.
Συστάσεις από τον Ενρία
Ο αξιωματούχος, αναφερόμενος στα τεράστια μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων, είπε ότι ενδεχομένως να δημιούργησαν εφησυχασμό, προειδοποιώντας ταυτόχρονα και για τον κίνδυνο απότομης διόρθωσης στις τιμές ενεργητικού όταν τα μέτρα αυτά αποσυρθούν, ειδικά εάν οι επενδυτές θεωρήσουν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις ήρθαν για να μείνουν και αναθεωρήσουν τις προσδοκίες τους σχετικά με τη στάση της ΕΚΤ. Παρά το γεγονός ότι η ΕΚΤ καλεί τις τράπεζες από το 2017 να περιορίσουν τις χορηγήσεις μοχλευμένων δανείων, ο Ενρία διαπιστώνει περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών. Στο τέταρτο τρίμηνο του 2020, περισσότερα από το ήμισυ των μοχλευμένων δανείων από τις τράπεζες αυτές παρουσίαζαν χρέη έξι φορές υψηλότερα από τα προ φόρων, τόκων, υποτίμησης και απόσβευσης κέρδη.
Πέρυσι δε η Deutsche Bank απέρριψε το αίτημα της ΕΚΤ να αναστείλει τη λειτουργία βασικών δραστηριοτήτων της στον χώρο του μοχλευμένου δανεισμού, εν μέσω ανησυχιών ότι δεν παρακολουθεί σωστά τους κινδύνους στον συγκεκριμένο κλάδο, όπου αποτελεί έναν από τους βασικότερους πιστωτικούς ομίλους της Ευρώπης.
Να «πρασινίσουν» τα ομόλογα
Την ίδια στιγμή, ο Πάμπλο Χερνάντεθ ντε Κος, διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ισπανίας, πρότεινε ότι η ΕΚΤ ίσως θα πρέπει να εντάξει τους περιβαλλοντικούς κινδύνους στα κριτήριά της για την αγορά εταιρικών ομολόγων και στην αποδοχή τους ως collateral για δανεισμό. Αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ όπως και οι άλλες κεντρικές τράπεζες επισπεύδει τα σχέδιά της να καταστήσει την κλιματική αλλαγή βασική προτεραιότητα στις πολιτικές της.
Εν τω μεταξύ, σε νέες δηλώσεις προέβη και η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, επαναλαμβάνοντας ότι η ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρωζώνης παραμένει εύθραυστη. «Συμφωνήσαμε να διατηρήσουμε τα μέτρα έκτακτης στήριξης τουλάχιστον έως τον Μάρτιο του 2022 και σε κάθε περίπτωση έως ότου κρίνουμε ότι η κρίση του κορονοϊού έχει περάσει. Αν και η ανάκαμψη αρχίζει τώρα να εκδηλώνεται, παραμένει εύθραυστη» σημείωσε η Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στην εφημερίδα La Provence.
Αύξηση τιμών παραγωγού
Oι τιμές παραγωγού ενισχύθηκαν τον Μάιο, ακολουθώντας την άνοδο του ενεργειακού κόστους, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Οι τιμές παραγωγού αυξήθηκαν 1,3% σε μηνιαία βάση και 9,6% σε ετήσια. Οι αυξήσεις στις πρώτες ύλες μετακυλίονται συνήθως στους καταναλωτές και κατά συνέπεια «προαναγγέλλουν» τις τάσεις για τον πληθωρισμό.