«Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να κάνει αυτές τις δύσκολες προσπάθειες αυτά τα τρία χρόνια ώστε να μπορέσουμε να ρίξουμε το έλλειμμα κάτω από το 3% και να θέλουμε ή να απαιτούν, γιατί υπάρχει και η απαίτηση της Συμμαχίας για περαιτέρω συμμετοχή, σε όλες αυτές τις διεθνείς ειρηνευτικές αποστολές», τόνισε από το βήμα του συνεδρίου του Εconomist o υπουργός Αμυνας Βαγγέλης Μεϊμαράκης.
«Ημουν από εκείνους που είχα προτείνει στη Σύνοδο Υπουργών Εθνικής Αμύνης της Ευρωπαϊκής Ενωσης, να εισηγηθούμε στους Υπουργούς των Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και στον κ. Αλμούνια, να εξετάσουμε το ενδεχόμενο ώστε οι αμυντικές δαπάνες ή, αν θέλετε, οι δαπάνες συμμετοχής των χωρών στις μεγάλες αυτές διεθνείς ειρηνευτικές αποστολές, εφ’ όσον είναι δυνατόν, να μην εγγράφονται στο έλλειμμα».
«Εμείς θέλουμε να ανταποκριθούμε, αλλά δεν θα είναι δυνατόν τελικά να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες... Πιστεύω ότι ο τομέας της άμυνας είναι εκείνος που έχει και το δικό του μερίδιο και συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη. Αυτά λέω πολλές φορές και στο φίλο μου το Γιώργο Αλογοσκούφη, τον Υπουργό Οικονομικών, για να δικαιολογήσουμε τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες που έχει ανάγκη η χώρα λόγω της γεωπολιτικής της θέσης... Τα ελληνικά πολεμικά αεροπλάνα πετούν τόσο, όσο δεν πετούν των υπολοίπων χωρών της Συμμαχίας.
Τα πολεμικά μας πλοία περιπολούν και κινούνται τόσο όσο κανενός άλλου κράτους-μέλους της Συμμαχίας. Ο στρατός ξηράς κινείται και ασκείται και απαιτεί τέτοια έξοδα, που ανάλογα δεν απαιτούνται από πολλές άλλες χώρες της Συμμαχίας».
Ο κ. Μεϊμαράκης έστειλε και μήνυμα στην Τουρκία. «Πρέπει ασφαλώς να τερματιστεί η πρακτική παράβασης των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας του FIR Αθηνών και των παραβιάσεων του εθνικού εναερίου χώρου και των χωρικών υδάτων της Ελλάδας.
Τέτοιες ενέργειες δημιουργούν κινδύνους για την ασφάλεια των πτήσεων στο Αιγαίο, αποβαίνουν επικίνδυνες όμως και για την ασφάλεια στην περιοχή. Η ένταση στο Αιγαίο δεν ωφελεί κανέναν... Μονομερείς διεκδικήσεις και αυθαίρετες ερμηνείες ή παραβίαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου, αποτελούν ένα διεθνές παράδοξο και δεν συνάδουν με τα ευρωπαϊκά πρότυπα».