Πτώση της ανεργίας στο 11,1% το 2025 έναντι 11,9% το 2024, 13,2% το 2023, 14,4% το 2024 και 16,3% φέτος προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής.
Πτώση της ανεργίας στο 11,1% το 2025 έναντι 11,9% το 2024, 13,2% το 2023, 14,4% το 2024 και 16,3% φέτος προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής.
Την ίδια στιγμη, οι επενδύσεις προβλέπεται να αυξηθούν 7% φέτος, 30,3% το 2022 και να διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα αύξησης και τα επόμενα χρόνια ( 12,3% το 2023, 10,8% το 2024 και 7,4% το 2025) λόγω των πόρων του Εθνικού Σχεδίου Ανάπτυξης οι οποίοι θα συμβάλουν σημαντικά στις υψηλές αποδόσεις που προβλέπονται για την ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια ( αύξηση ΑΕΠ 6,2% το 2022, 4,1% το 2023, 4,4% το 2024 και 3,3% το 2025).
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να ακολουθήσει πτωτική πορεία και να διαμορφωθεί από το 204,8% του ΑΕΠ το 2021, στο 189,5% του ΑΕΠ το 2022, στο 176,7% το 2023, στο 166,1% το 2024 και στο 156,9% το 2024. Σε απόλυτους αριθμούς το χρέος της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να ανέλθει από 352,5 δισ ευρώ φέτος σε 340,4 δισ ευρώ το 2025.
Τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις προβλέπονται να ανέλθουν σε 541,53 εκατ. ευρώ φέτος, 1.232 εκατ. ευρώ το 2022, 1.311 εκατ. ευρώ το 2023, 1.384 εκατ. ευρώ το 2024 και 187 εκατ. ευρώ το 2025.
Στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα περιλαμβάνεται ειδικό κεφάλαιο που αφορά τις πηγές κινδύνου για τις δημοσιονομικές προβλέψεις και ανάλυση ευαισθησίας διερευνά τις επιπτώσεις που θα προκύψουν ανάλογα με την εξέλιξη των αβεβαιοτήτων.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρεται "ενδεχόμενη εμφάνιση μεταλλάξεων του ιού ή περαιτέρω επιτάχυνση του εμβολιαστικού προγράμματος μπορούν να έχουν δυσμενείς ή αντίστοιχα ευνοϊκές συνέπειες στην εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας τους επόμενους μήνες".
Πιο συγκεκριμένα τα αποτελέσματα της ανάλυσης ευαισθησίας εκφράζονται ως ποσοστιαίες αποκλίσεις από το βασικό σενάριο.
Το πρώτο σενάριο προβλέπει μείωση του ρυθμού ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ του έτους 2021 κατά 1%, αλλά αμετάβλητους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα έτη. Παρά το αρνητικό ενδεχόμενο, το πραγματικό ΑΕΠ στο τέλος του έτους 2022 υπερβαίνει οριακά το επίπεδο του έτους 2019. Η εξέλιξη αυτή συνεπάγεται τη διαμόρφωση των ισοζυγίων της Γενικής Κυβέρνησης σε επίπεδο σταθερά χαμηλότερο ανά έτος κατά 0,5% του ΑΕΠ, καθώς επίσης και μια αρχική αύξηση στο ποσοστό χρέους κατά 2,1% του ΑΕΠ η οποία όμως επηρεάζει και τα επόμενα έτη. Κατά συνέπεια, σε αυτό το σενάριο, το ποσοστό αναφοράς για το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης παραμένει πάνω από το 3% του ΑΕΠ το 2022, σχεδόν ισοσκελισμένο ισοζύγιο επιτυγχάνεται από το 2024, ενώ το διαρθρωτικό ισοζύγιο κινείται σε θετικό έδαφος ήδη από το 2023.
Το δεύτερο σενάριο προβλέπει αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ του έτους 2021 της τάξεως του 1%, που δεν θα επιδράσει όμως στους ρυθμούς ανάπτυξης των επόμενων ετών. Στο δημοσιονομικό σκέλος, το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώνεται σε επίπεδο σταθερά υψηλότερο ανά έτος κατά 0,5% του ΑΕΠ και διαμορφώνονται θετικές τιμές για το διαρθρωτικό ισοζύγιο ήδη από το 2022, προσεγγίζοντας το 2% του ΑΕΠ το 2024.
Το τρίτο σενάριο στηρίζεται στην υπόθεση ότι θα κινηθούν ανοδικά τα επιτόκια, με την αύξησή τους όμως να πραγματοποιείται σταδιακά και με επιβραδυνόμενο ρυθμό, και να ανέρχεται σε 100 μονάδες βάσης, την τριετία 2022-2024. Η προαναφερόμενη εξέλιξη αναμένεται να έχει ήπια αρνητική επίδραση στο ρυθμό ανάπτυξης, με το πραγματικό ΑΕΠ το 2025 να είναι μόνο κατά 0,19% χαμηλότερο από το αντίστοιχο του σεναρίου βάσης. Αντίστοιχα, η επίδραση στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώνεται στο 0,1% του ΑΕΠ το 2022 και προσεγγίζει το 0,3% κατά το τέλος του χρονικού ορίζοντα της προγραμματικής περιόδου, αλλά η επίδραση στο πρωτογενές πλεόνασμα είναι πολύ χαμηλή, έως 0,1% του ΑΕΠ. Η αρνητική επίδραση στο δημόσιο χρέος είναι επίσης μικρή, με το ποσοστό χρέους να ανέρχεται σε επίπεδο μόλις 0,2% υψηλότερο έναντι της πρόβλεψης του σεναρίου βάσης το 2025.
Φοροελαφρύνσεις
Εξάλλου, σύμφωνα με τις προβλέψεις, από το 2023, η χώρα επιστρέφει στη σφαίρα των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 2% του ΑΕΠ. Για το 2024 προβλέπεται πρωτογενές πλεόνασμα 2,8% του ΑΕΠ και 3,7% του ΑΕΠ για το 2025, εξελίξεις που θα μπορούσαν να «υποστηρίξουν» φορολογικές ελαφρύνσεις μόνιμου χαρακτήρα, κάτι που άλλωστε ειναι και πρόθεση της κυβέρνησης.
Στο εισαγωγικό του Μεσοπρόθεσμου αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «με δεδομένο συνεπώς ότι το σενάριο βάσης απεικονίζει αποκλειστικά τις ήδη θεσμοθετημένες κυβερνητικές αποφάσεις, δεν αντανακλά τις κυβερνητικές πολιτικές που θα νομοθετηθούν στο μέλλον στη βάση του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου που κατά περίπτωση προκύπτει από τον συνδυασμό του ΜΠΔΣ και των νέων στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων, που θα γίνουν γνωστοί σε μεταγενέστερο χρόνο όταν ολοκληρωθούν οι σχετικές συζητήσεις για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες που θα ισχύσουν στην ευρωζώνη από το 2023 και εντεύθεν."
109.175 προσλήψεις έως το 2025
Στο Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο για τη στελέχωση της Γενικής Κυβέρνησης εντάσσονται και οι εκτιμήσεις αποχωρήσεων λόγω συνταξιοδότησης και αναγκαστικών αποχωρήσεων, καθώς και των προσλήψεων για κάθε ένα από τα έτη 2021-2025. Ειδικότερα για το διάστημα 2021-2025 προβλέπονται 109.175 προσλήψεις στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης έναντι 74.187 αποχωρήσεων..
Ο συνολικός προγραμματισμός προσλήψεων τακτικού προσωπικού στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, βασίζεται για όλη την περίοδο στον κανόνα 1:1 (μία πρόσληψη για κάθε μία αποχώρηση), αναλογία που εφαρμόζεται ήδη από το 2019. Κύριες εξαιρέσεις στον κανόνα, αποτελούν οι προσλήψεις σε εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, η αντικατάσταση έκτακτου προσωπικού από τακτικό (με παράλληλη αντίστοιχη μείωση του έκτακτου προσωπικού, πχ. αναπληρωτές καθηγητές, πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι»), καθώς και οι προσλήψεις για θέσεις με ειδικώς εξασφαλισμένη χρηματοδότηση (από ανταποδοτικά έσοδα, από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα κλπ).
Ειδικότερα, η κατανομή των προσλήψεων σε υποτομείς της Γενικής Κυβέρνησης για τα έτη 2021 και 2022, βασίζεται στον προγραμματισμό της Γενικής Γραμματείας Ανθρώπινου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα, του υπουργείου Εσωτερικών, με την έμφαση να δίνεται κυρίως στους τομείς της Υγείας, της Εκπαίδευσης και της Ασφάλειας.