Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 17 Ιουνίου 2021 23:31

Συστάσεις για λήψη μέτρων στήριξης και μετά την πανδημία

«Με δεδομένο ότι η δημοσιονομική επέκταση κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν ήταν δυνατόν να αντισταθμίσει πλήρως τις απώλειες, θα υπάρχουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά με συσσωρευμένα χρέη που θα χρειαστούν πρόσθετη ρευστότητα για να τα εξυπηρετήσουν», προειδοποιεί το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, μέσω της έκθεσής του για την πορεία της οικονομίας κατά το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς. 

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

«Με δεδομένο ότι η δημοσιονομική επέκταση κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν ήταν δυνατόν να αντισταθμίσει πλήρως τις απώλειες, θα υπάρχουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά με συσσωρευμένα χρέη που θα χρειαστούν πρόσθετη ρευστότητα για να τα εξυπηρετήσουν», προειδοποιεί το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, μέσω της έκθεσής του για την πορεία της οικονομίας κατά το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής προσθέτει μάλιστα ότι η «υπερβάλλουσα ρευστότητα που έχει συσσωρευτεί στο τραπεζικό σύστημα, λόγω των ειδικών νομισματικών συνθηκών και των αυξημένων αποταμιεύσεων, δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες αυτές». Την ανάγκη πρόσθετης στήριξης και μετά το τέλος της πανδημίας, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής τη συνδέει και με την προσπάθεια βελτίωσης των δημοσιονομικών επιδόσεων από την επόμενη χρονιά (σ.σ.: έχει προβλεφθεί πρωτογενές έλλειμμα 7,2% για το 2021 και μόλις 0,3% για το 2022).

Όπως αναφέρεται: «Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις που αδυνατούν να επιστρέψουν στα προηγούμενα επίπεδα εισοδήματος είναι αναμενόμενο να μην μπορούν να αποπληρώσουν τις τρέχουσες και τις συσσωρευμένες φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις. Ο δημόσιος τομέας ίσως χρειαστεί να τους παρέχει πρόσθετη οικονομική στήριξη, αφενός για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες και αφετέρου για να διευκολύνει τη μετάβασή τους σε πιο παραγωγικούς κλάδους και δραστηριότητες». Για το Γραφείο Προϋπολογισμού στη μετά κορονοϊό περίοδο θα τεθεί θέμα ανακατανομής του κεφαλαίου και της απασχόλησης από τομείς που αδυνατούν να επιστρέψουν στα προηγούμενα επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας, προς τους δυναμικούς κλάδους που πληρούν κριτήρια μακροχρόνιας βιωσιμότητας: «Δεν θα είναι ούτε γρήγορη ούτε ομαλή αυτή η διαδικασία» επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού και προειδοποιεί για τον κίνδυνο να παρατηρηθούν «ασυμμετρίες» κατά την επιστροφή στην ανάπτυξη: «Η επαναφορά στην ανάκαμψη δεν αρκεί να ιδωθεί μόνο μέσα από τα συνολικά μεγέθη και τους μέσους όρους, αλλά πρέπει να λάβει υπόψη και τις έντονες ασυμμετρίες μεταξύ κλάδων, νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Το ζήτημα των ανισοτήτων δεν έχει λάβει τη δέουσα προσοχή και ενδέχεται να αποδειχθεί σημαντικότερο στα επόμενα χρόνια».

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Γραφείο Προϋπολογισμού επικαλείται στην έκθεσή του δοκίμιο εργασίας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο οποίο διαπιστώθηκε διαχρονική θετική συσχέτιση μεταξύ πανδημιών και κοινωνικής έντασης. «Οι πανδημίες επηρεάζουν αρνητικά την οικονομική μεγέθυνση και εντείνουν την ανισότητα, δημιουργώντας συνθήκες που οξύνουν τις κοινωνικές εντάσεις. Οι κοινωνικές εντάσεις, με τη σειρά τους, προκαλούν πρόσθετες μειώσεις στην οικονομική μεγέθυνση, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Το πρόβλημα μπορεί να εκδηλωθεί εντονότερα σε χώρες με σχετικά αδύναμο θεσμικό πλαίσιο και μηχανισμούς κοινωνικής προστασίας, όπως η Ελλάδα, και να δημιουργήσει περισσότερες αβεβαιότητες για την επόμενη μέρα» αναφέρει το κείμενο της έκθεσης.

Ταχύτερη ανάπτυξη

Ενθαρρυντικές χαρακτηρίζει -δεδομένων πάντοτε των συνθηκών- τις οικονομικές εξελίξεις στο πρώτο τρίμηνο του 2021 το Γραφείο Προϋπολογισμού. Αναγνωρίζει ότι η ύφεση του 2,3% ήταν σαφώς ηπιότερη των προβλέψεων, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης του Γραφείου Προϋπολογισμού. Γι’ αυτό και αναθεωρεί προς τα πάνω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της φετινής χρονιάς: Από 2,7% που «έβλεπε» μέχρι σήμερα, τώρα εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσουμε πιο κοντά στο θετικό σενάριο του Γραφείου Προϋπολογισμού, το οποίο προβλέπει ρυθμό από 3,6% έως 4,8%. Και πάλι όμως διατυπώνονται προβληματισμοί: «Η καλύτερη του αναμενόμενου πορεία της οικονομικής δραστηριότητας κατά το πρώτο τρίμηνο δεν πρέπει να υπερτιμηθεί, καθώς οι οικονομικές προκλήσεις και αβεβαιότητες θα διατηρηθούν και μετά το τέλος της πανδημίας. Βραχυπρόθεσμα, η κρίσιμη αβεβαιότητα είναι η εξέλιξη της υγειονομικής κατάστασης που αναμένεται να επηρεάσει την οικονομική δραστηριότητα των επόμενων τριμήνων. Η χώρα μας βρίσκεται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στο ποσοστό του πλήρως εμβολιασμένου πληθυσμού, αλλά ξεπερνάει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στην αναλογία των ημερήσιων κρουσμάτων και θανάτων».

Οι αβεβαιότητες

Μεγάλες αβεβαιότητες περιβάλλουν σχεδόν κάθε πτυχή της πανδημίας και καθιστούν δύσκολη τη συνολική ποσοτική και ποιοτική αξιολόγηση της μεταβολής των οικονομικών μεγεθών. Τα νέα εμβόλια συμβάλλουν στην επιστροφή στην κανονικότητα, ωστόσο οι καθυστερήσεις στον εμβολιασμό και η εξάπλωση νέων μεταλλάξεων εντείνουν την αβεβαιότητα. Η αυξημένη αβεβαιότητα καθιστά δύσκολες τις προβλέψεις για την απόκριση των ιδιωτικών επενδύσεων, την επέκταση των μέτρων στήριξης και το βάθος της μόνιμης ζημιάς στην οικονομία και την κοινωνία (scarring). Σύμφωνα με τις αναλύσεις των διεθνών οργανισμών, τα αρνητικά και θετικά ενδεχόμενα σε σχέση με το κεντρικό σενάριο για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας είναι ισορροπημένα.

Προς τη θετική πλευρά:

* Η ταχεία παραγωγή και διάθεση εμβολίων έχει οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση της υγειονομικής κατάστασης. Ενδεχόμενες βελτιώσεις στην τεχνολογία των εμβολίων που δεν θα απαιτούσαν αποθήκευση χαμηλής θερμοκρασίας ή θα μπορούσαν να χορηγηθούν με μια δόση θα επιτάχυναν την επιστροφή στους κανονικούς ρυθμούς.

* Η δημοσιονομική στήριξη ήταν εξαιρετικά ισχυρή και θα μπορούσε να έχει εντονότερα αποτελέσματα από ό,τι προβλεπόταν σήμερα. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες που έχουν ακόμη ανεκμετάλλευτο δημοσιονομικό χώρο θα μπορούσαν να τον χρησιμοποιήσουν για να ενισχύσουν περισσότερο την οικονομική ανάκαμψη.

* Η χαλάρωση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής ήρθε με ισχυρό και συγχρονισμένο τρόπο κατά την πρώιμη φάση της πανδημίας. Μια καλύτερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη θα μπορούσε να συμβεί εάν διατηρηθεί ο διεθνής συντονισμός στο μεταγενέστερο στάδιο της ανάκαμψης. Επιπλέον, η ενισχυμένη συνεργασία για τον εμβολιασμό θα μπορούσε να επισπεύσει την παραγωγή και διανομή εμβολίων, να τερματίσει την πανδημία νωρίτερα από το αναμενόμενο.

* Τέλος, αξίζει να αναφερθεί η στροφή προς την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση που παρατηρείται διεθνώς. Εφόσον διατηρηθεί και οδηγήσει στην ανάληψη σημαντικών δημόσιων επενδύσεων σε υποδομές φιλικές προς το περιβάλλον, μπορεί να αποτελέσει το όχημα μιας παρατεταμένης αναπτυξιακής περιόδου με καλύτερους όρους βιωσιμότητας.

Προς την αρνητική πλευρά:

* Ο κίνδυνος αναβίωσης της πανδημίας δεν έχει ακόμα εκλείψει οριστικά. Τα στελέχη του ιού που είναι ανθεκτικά στα εμβόλια αποτελούν μια δυνητική δυσκολία για την οικονομική δραστηριότητα, όπως και οι καθυστερήσεις στην παραγωγή και διανομή εμβολίων. Η ασταθής κατάσταση θα μπορούσε να οδηγήσει σε επανεμφάνιση του ιού και να παρατείνει τις αβεβαιότητες που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής.

* Η εκτεταμένη και βαθιά ζημία στην οικονομία που μπορεί να προκαλέσει η παρατεταμένη διακοπή της οικονομικής δραστηριότητας (scarring). Αυτό μπορεί να προκύψει, για παράδειγμα, από τη μείωση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, τις πτωχεύσεις και τις συναφείς διαταραχές των δικτύων παραγωγής. Η άρση των περιοριστικών μέτρων και οι έκτακτες δημοσιονομικές και νομισματικές παρεμβάσεις μπορούν να συμβάλλουν στην επαναφορά της ζήτησης, ωστόσο η πλευρά της προσφοράς είναι περισσότερο αβέβαιη.

* Αξίζει, τέλος, να αναφερθεί η συζήτηση για τον κίνδυνο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού. Οι υψηλές δημόσιες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στην περίοδο της πανδημίας σε συνδυασμό με τις αυξημένες ιδιωτικές δαπάνες που τροφοδοτούν οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις, αυξάνουν τη ζήτηση πάνω από το επίπεδο που μπορεί να καλύψει η διαταραγμένη προσφορά. Αυτό προκαλεί πληθωριστικές πιέσεις. Μια τέτοια εξέλιξη, αν συνεχιστεί, μπορεί να ανακόψει τη χαλαρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών και να προκαλέσει αυξήσεις των επιτοκίων που θα περιορίσουν τους ρυθμούς μεγέθυνσης.