O πληθωρισμός καλπάζει σε ολόκληρο τον πλανήτη, όπως δείχνουν τα τελευταία στατιστικά στοιχεία και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, καθώς η οικονομία επιστρέφει στους κανονικούς της ρυθμούς μετά την πανδημία του Covid-19, με τους καταναλωτές να προσπαθούν να καλύψουν το χαμένο έδαφος μπαίνοντας δυναμικά στο παιχνίδι, με αποτέλεσμα να τροφοδοτούν αφενός τη ζήτηση και αφετέρου να ανεβάζουν στα ύψη τις τιμές, από πρώτες ύλες έως καταναλωτικά αγαθά και κατοικίες.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
O πληθωρισμός καλπάζει σε ολόκληρο τον πλανήτη, όπως δείχνουν τα τελευταία στατιστικά στοιχεία και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, καθώς η οικονομία επιστρέφει στους κανονικούς της ρυθμούς μετά την πανδημία του Covid-19, με τους καταναλωτές να προσπαθούν να καλύψουν το χαμένο έδαφος μπαίνοντας δυναμικά στο παιχνίδι, με αποτέλεσμα να τροφοδοτούν αφενός τη ζήτηση και αφετέρου να ανεβάζουν στα ύψη τις τιμές, από πρώτες ύλες έως καταναλωτικά αγαθά και κατοικίες.
Οι τιμές καταναλωτή στις ΗΠΑ αυξήθηκαν 5% τον Μάιο σε ετήσια βάση, στη μεγαλύτερη αύξηση από το 2008, στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός ξεπέρασε τον στόχο της ΕΚΤ, κλιμακούμενος 2%, ενώ και στη Βρετανία αυξήθηκε 1,5%. Τόσο η ΕΚΤ όσο και η Φέντεραλ Ριζέρβ χαρακτηρίζουν εμφατικά προσωρινή την άνοδο των τιμών καταναλωτή, αποδίδοντάς τη σε περιστασιακούς παράγοντες, όπως οι ελλείψεις στην παγκόσμια αλυσίδα προσφοράς και η άνοδος των τιμών εμπορευμάτων.
Δεν είναι όμως μόνο η καταναλωτική ζήτηση που συνθέτει το παζλ του πληθωρισμού. Οι ελλείψεις σε ένα βασικό αγαθό, τους επεξεργαστές, έχουν ήδη αφήσει το αποτύπωμά τους στα αυτοκίνητα, στα έξυπνα κινητά και στις οικιακές συσκευές, με αναλυτές να βλέπουν την κατάσταση να συνεχίζεται έως τα μέσα του 2023. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί και μία σειρά από απρόσμενα γεγονότα, όπως η διακοπή λειτουργίας της Διώρυγας του Σουέζ που προκάλεσε καθυστερήσεις στο εμπόριο αγαθών και έβαλε φωτιά στους ναύλους, οι ακραίες καιρικές συνθήκες στις ΗΠΑ που προκάλεσαν προβλήματα σε επίπεδο ενέργειας, όπως και η πρόσφατη κυβερνοεπίθεση στον βασικό αγωγό προμήθειας καυσίμων των ΗΠΑ Colonial Pipeline που ανέβασε τις τιμές καυσίμων. Όλα αυτά δημιουργούν την «τέλεια καταιγίδα» για μία άνευ προηγουμένου αύξηση των τιμών, φέροντας στο προσκήνιο μνήμες από τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 όταν ο πληθωρισμός αργά και σταθερά εκτινάχθηκε στα ύψη.
«Σούπερ κύκλος» δεκαετίας
Ήδη, οι τιμές σε μία σειρά από αγαθά και πρώτες ύλες και εμπορεύματα έχουν αρχίσει να βαραίνουν τον καταναλωτή. Αναλυτές κάνουν λόγο για την απαρχή ενός «σούπερ κύκλου» που ενδεχομένως να κρατήσει ακόμη και δεκαετία. Πολύ περισσότερο, πολλές αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν ήδη διαμηνύσει ότι σκοπεύουν να αυξήσουν τις τιμές τους σε μία σειρά προϊόντων τους από το φετινό καλοκαίρι, μεταξύ των οποίων Campbell Soup, Whirlpool, Stanley Black & Decker, Kimberly-Clark, Honeywell, Procter & Gamble, Coca-Cola, Reynolds Consumer Products, γεγονός που σημαίνει ότι ο αντίκτυπος πλέον στους καταναλωτές θα είναι άμεσος. Και το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι ποιες αυξήσεις ήρθαν για να μείνουν;
Ορισμένες εξ αυτών, όπως στα αεροπορικά εισιτήρια, στα εστιατόρια και στην ένδυση αντανακλούν την επιστροφή στην ομαλότητα ή στα προ της πανδημίας επίπεδα, μετά την κατάρρευση των τιμών στη διάρκεια του 2020 καθώς πολλές επιχειρήσεις έκλεισαν και τα ταξίδια σταμάτησαν. Άλλες πάλι, όπως οι αυξήσεις στις τιμές αυτοκινήτων, συνδέονται με τις ελλείψεις σε πρώτες ύλες και επεξεργαστές. Αυτού του είδους οι αυξήσεις ενδεχομένως να αποδειχθούν προσωρινές. Υπάρχουν όμως και κάποιες άλλες που αντανακλούν ριζικές αλλαγές στη συμπεριφορά εργαζομένων και καταναλωτών, όπως για παράδειγμα την παραμονή περισσότερου χρόνου στο σπίτι με την καθιέρωση της εξ αποστάσεως εργασίας κάποιες ημέρες την εβδομάδα.
Εστιατόρια: Οι τιμές στις ΗΠΑ για ένα γεύμα αυξήθηκαν 0,6% τον Μάιο έναντι του Απριλίου και 4% από την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Οι τιμές θα συνεχίσουν να αυξάνονται τους επόμενους μήνες, καθώς ολοένα και περισσότερα άτομα θα επιστρέψουν στις συνήθειές τους. Η κίνηση στην εστίαση εξακολουθεί να είναι μειωμένη περισσότερο από 20% συγκριτικά με δύο χρόνια πριν. Επομένως, υπάρχουν περαιτέρω περιθώρια ανόδου τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες.
Ταξίδια: Ο αριθμός των ταξιδιωτών που πέρασαν από αμερικανικά αεροδρόμια έχει αυξηθεί περίπου 75% από τα επίπεδα του 2019, έναντι 40% στις αρχές του έτους. Η επιστροφή αυτή ανέβασε τις τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων κατά 24,1% τον Μάιο σε ετήσια βάση, ενώ οι τιμές των ξενοδοχείων έχουν αυξηθεί 9%, ετήσια αύξηση ρεκόρ. Μολονότι οι αυξήσεις αυτές είναι δραματικές, δεν αποτελούν απαραιτήτως ένδειξη ότι θα μείνουν για πάντα. Τα αεροπορικά εισιτήρια παραμένουν 12% φθηνότερα από τα επίπεδα του περσινού Φεβρουαρίου, ενώ οι τιμές ξενοδοχείων 4,6%.
Ένδυση: Οι τιμές αυξήθηκαν τον Μάιο σε ετήσια βάση για πρώτη φορά από τότε που ξέσπασε η πανδημία, καθώς ο κόσμος άρχισε να βγαίνει από το σπίτι του. Κάποια στιγμή αναμένεται ομαλοποίηση.
Έπιπλα και οικιακές συσκευές: Οι τιμές αυξήθηκαν ραγδαία στη διάρκεια της πανδημίας και συνεχίζουν την ανιούσα, καθώς ο κόσμος εξακολουθεί να περνά περισσότερο χρόνο στο σπίτι του σε σχέση με το παρελθόν. Οι τιμές για έπιπλα, κουζίνες και άλλες οικιακές συσκευές αυξήθηκαν 10% τον Μάιο σε ετήσια βάση. Εάν συνδυαστεί και με τις αυξήσεις των θαλάσσιων ναύλων μεταφοράς, η αυξητική τάση δεν φαίνεται να εκτονώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Κατοικίες: Από το Όκλαντ έως το Σιάτλ, το κόστος αγοράς μίας κατοικίας έχει αυξηθεί σε επίπεδα που είχαν να επαναληφθούν από την εποχή της «φούσκας» στην αγορά ακινήτων πριν από 15 χρόνια. Ο δείκτης της εταιρείας συμβούλων σε θέματα real estate Knight Frank, που παρακολουθεί τη μέση τιμή σε 56 χώρες, αυξήθηκε 7,3% στη διάρκεια του έτους έως τον Μάρτιο του 2021. Με άνοδο 13,2% στο πρώτο τρίμηνο του 2021, οι ΗΠΑ κατέγραψαν τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης σε ετήσια βάση από τον Δεκέμβριο του 2005. Στη Νέα Ζηλανδία, οι τιμές στέγης αυξήθηκαν 22%, ενώ στην Τουρκία 32%. Η ραγδαία άνοδος ανάγκασε τις αρχές σε Κίνα, Ν. Ζηλανδία και Ιρλανδία να παρέμβουν με μία σειρά μέτρων, από πιο αυστηρές προδιαγραφές πιστώσεων έως αύξηση των φόρων. Αρκετοί αναλυτές κάνουν λόγο για την απαρχή μίας περιόδου ραγδαίας ανόδου των τιμών στο real estate, χωρίς ωστόσο αυτό να αφορά ολόκληρο τον κόσμο, καθότι κάποιες αγορές της Ευρώπης υπολείπονται της τάσης αυτής, όπως στην Ισπανία και στην Ιταλία.
Ανοδικά οι τιμές οχημάτων τον Μάιο
Η μέση τιμή ενός νέου αυτοκινήτου άγγιξε το επίπεδο ρεκόρ των 38.255 δολαρίων τον Μάιο, σύμφωνα με την JD Power, αυξημένη 12% από την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Οι τιμές των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων έχουν επίσης αυξηθεί 20% από τις αρχές του έτους και 30% μόνο τον μήνα Μάιο. Πρόκειται για στροφή 180 μοιρών από πέρυσι, όταν πολλές αντιπροσωπείες αυτοκινήτων είχαν κλείσει λόγω πανδημίας ή είχαν περιοριστεί στο να παρέχουν μόνο υπηρεσίες και συντήρηση. Επίσης, οι μαζικές περικοπές θέσεων εργασίας και η εξ αποστάσεως εργασία προκάλεσαν βουτιά 30% στις πωλήσεις αυτοκινήτων στο δεύτερο τρίμηνο του 2020, στη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης. Τώρα, οι πωλήσεις έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, καταγράφοντας αύξηση 34% τον Μάιο συγκριτικά με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, καθώς και 10,6% από τα επίπεδα του 2019.
Πολύ περισσότερο, οι ελλείψεις σε νέα οχήματα καθιστούν δύσκολο για τις εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων να ανανεώσουν τον στόλο τους, αφού πώλησαν πολλά από τα αυτοκίνητά τους πέρυσι, όταν ο ταξιδιωτικός κλάδος κατέρρευσε. Τώρα η ζήτηση που υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά ώθησε τις τιμές ενοικίασης τον Μάιο σε άνοδο 110% έναντι της αντίστοιχης περσινής περιόδου. Αναλυτές εκτιμούν ότι η αύξηση των τιμών δεν πρόκειται να φθάσει σύντομα στο τέλος της.
Κίνδυνος για το Ταμείο Ανάκαμψης
Στελέχη της κατασκευαστικής βιομηχανίας της Ευρώπης προειδοποιούν ότι οι «επικίνδυνες» αυξήσεις στις τιμές και οι ελλείψεις σε πολλά οικοδομικά υλικά θα μπορούσαν να υπονομεύσουν το πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης για στήριξη της οικονομίας.
Ο κατασκευαστικός κλάδος της Ευρώπης συμβάλλει στο 10% του ΑΕΠ και τα προγράμματα υποδομών θα απορροφήσουν μία μεγάλη αναλογία κονδυλίων του Ταμείου.
Ωστόσο, οι τιμές οικοδομικών υλικών, από χάλυβα και ξυλεία έως τσιμέντο και χαλκό, άρχισαν να αυξάνονται ραγδαία τις τελευταίες εβδομάδες, με αποτέλεσμα πολλοί παραγωγοί σε ΗΠΑ και Κίνα να μην είναι σε θέση να προμηθεύσουν πρώτες ύλες πριν από το τέλος του έτους και αυτό αποτελεί μεγάλο πρόβλημα. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση Κατασκευαστών (FIEC), η τιμή πίσσας έχει αυξηθεί 15% σε τρεις μόλις μήνες, η τιμή τσιμέντου 10% σε έναν μήνα και η τιμή ξυλείας 20%.
«Ο κίνδυνος είναι μήπως τελικά ένα μεγάλο μέρος των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης χρησιμοποιηθεί για να καλυφθούν οι αυξήσεις στις τιμές» αναφέρει ο γενικός διευθυντής της ένωσης Ντομένικο Καμπογκράντε.
Παράγοντες του κλάδου αποδίδουν τις αυξήσεις των τιμών στη μεγάλη ζήτηση και στις ελλείψεις πρώτων υλών σε πολλές χώρες, κάτι που δεν πρόκειται να αποκατασταθεί σύντομα, κάνοντας λόγο για τη χειρότερη κατάσταση από το 1991. Στη Γερμανία, το 44% των κατασκευαστικών εταιρειών που συμμετείχαν σε έρευνα του γερμανικού ινστιτούτου Ifo τον Μάιο ανέφερε προβλήματα στην έγκαιρη προμήθεια πρώτων υλών, ποσοστό πολύ αυξημένο από το 6% του Μαρτίου.