«Η Ελλάδα προωθεί συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων» είναι ο τίτλος της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt, που υποστηρίζει ότι «στην ΕΕ καμία οικονομία δεν είναι τόσο κατακερματισμένη, όσο η ελληνική. Τώρα η κυβέρνηση της Αθήνας θέλει να προσφέρει κίνητρα για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων».
«Η Ελλάδα προωθεί συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων» είναι ο τίτλος της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt, που υποστηρίζει ότι «στην ΕΕ καμία οικονομία δεν είναι τόσο κατακερματισμένη, όσο η ελληνική. Τώρα η κυβέρνηση της Αθήνας θέλει να προσφέρει κίνητρα για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων».
Πρόκειται για «φοροαπαλλαγές, ευνοϊκά δάνεια και κρατικές επιδοτήσεις». Και αυτό γιατί, όπως επισημαίνει η Handelsblatt, «οι μικρές επιχειρήσεις αποτελούν μία από τις δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. Το 48,5% των ελληνικών επιχειρήσεων απασχολεί λιγότερους από δέκα συνεργάτες. Στην ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό επιχειρήσεων είναι 30%. Το 56% της απασχόλησης αντιστοιχεί σε πολύ μικρές επιχειρήσεις που διαθέτουν έως πέντε συνεργάτες. Μόνο μία στις πέντε ελληνικές επιχειρήσεις έχει περισσότερους από 250 εργαζόμενους. Αντιστοίχως ισχνή είναι η ρευστότητα, η παραγωγικότητα και η διάθεση καινοτομίας στις περισσότερες επιχειρήσεις».
Η γερμανική εφημερίδα φιλοξενεί δηλώσεις του οικονομικού συμβούλου της κυβέρνησης, Αλέξη Πατέλη, ο οποίος τονίζει ότι «με κρατική στήριξη οι επιχειρήσεις αυτές πρέπει να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους, να επιδείξουν πνεύμα καινοτομίας, να εξάγουν και να επενδύσουν περισσότερο. Αυτό μπορεί να γίνει με την κλασική μέθοδο της συγχώνευσης, αλλά και με πλατφόρμες για τη δημιουργία επιχειρηματικών clusters».
Η Handelsblatt παρατηρεί ότι σχετικό νομοσχέδιο αναμένεται μέσα στο καλοκαίρι και όλα αυτά αποτελούν «μέρος του εθνικού προγράμματος ανασυγκρότησης Greece 2.0 στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ταμείου Next Generation EU. Με αυτό το σχέδιο η ΕΕ θέλει να αμβλύνει τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας και να θωρακίσει τα κράτη-μέλη απέναντι στην κρίση. Από το Ταμείο Ανάκαμψης η Ελλάδα αναμένει επιδοτήσεις 17,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, καθώς και χαμηλότοκα δάνεια 12,7 δισεκατομμυρίων ευρώ στα επόμενα έξι χρόνια».