Τον γόρδιο δεσμό της απονομής συντάξεων καλείται να επιλύσει άμεσα το υπουργείο Εργασίας. Δεν είναι μόνο οι αιτήσεις που βρίσκονται σε αναμονή και προκαλούν την ενόχληση χιλιάδων «εν δυνάμει» συνταξιούχων και αποτελούν σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα. Είναι και οι χιλιάδες νέες αιτήσεις συνταξιοδότησης που πρόκειται να προστεθούν έως το τέλος του έτους και αναμένεται να κάνουν ακόμα πιο ασφυκτική την κατάσταση.
Του Βασίλη Αγγελόπουλου
Τον γόρδιο δεσμό της απονομής συντάξεων καλείται να επιλύσει άμεσα το υπουργείο Εργασίας. Δεν είναι μόνο οι αιτήσεις που βρίσκονται σε αναμονή και προκαλούν την ενόχληση χιλιάδων «εν δυνάμει» συνταξιούχων και αποτελούν σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα. Είναι και οι χιλιάδες νέες αιτήσεις συνταξιοδότησης που πρόκειται να προστεθούν έως το τέλος του έτους και αναμένεται να κάνουν ακόμα πιο ασφυκτική την κατάσταση.
Αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες είναι σε θέση να εκτιμήσουν ότι κατά το β' εξάμηνο και πολύ περισσότερο κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους θα υπάρξει τεράστια πίεση στο σύστημα απονομής των συντάξεων, λόγω αλματώδους αύξησης των νέων αιτήσεων. Αιτία δεν είναι άλλη από τα αυξημένα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, που τίθενται και επίσημα σε ισχύ από την 1η.1.2022.
Πρόκειται για την ολοκλήρωση της μεταβατικής περιόδου που θεσμοθετήθηκε το 2015, με την ψήφιση του σχετικού νόμου (ν.4336). Τότε, δόθηκε επταετής «περίοδος προσαρμογής» με σταδιακές αυξήσεις ορίων ηλικίας, ανά περίπτωση. Στόχος ήταν και τώρα θα γίνει πραγματικότητα, από τον Ιανουάριο του 2022, τα γενικά όρια ηλικίας να «κλειδώσουν» στα 67 έτη με 15ετία (4.500 ημέρες ασφάλισης) το λιγότερο, ή στα 62 έτη, αλλά με 40 χρόνια προϋπηρεσίας (12.000 ημέρες ασφάλισης).
Οι αλλαγές που συντελέστηκαν τότε, το καλοκαίρι του 2015, είχαν ως αποτέλεσμα να εγκλωβίσουν δεκάδες χιλιάδες ασφαλισμένους-εργαζόμενους. Αρκετοί εξ αυτών περίμεναν 4-5 έτη κατά μέσο όρο για να μπορέσουν να βγουν στη σύνταξη, συμπληρώνοντας τις νέες απαιτούμενες προϋποθέσεις. Τώρα όμως η «κύρια φουρνιά» των ασφαλισμένων θα πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στην άμεση έξοδο από την εργασία, με την όποια θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, ή στην παραμονή στην εργασία μέχρι τη συμπλήρωση των 67 ετών, στην πλειονότητα των περιπτώσεων.
Ειδικοί στην Κοινωνική Ασφάλιση εκτιμούν ότι ο τωρινός ρυθμός των 12.000 αιτήσεων τον μήνα θα αυξάνεται με πολύ μεγάλη ένταση όσο θα πλησιάζει το τέλος της χρονιάς. Μάλιστα, υπάρχουν εκτιμήσεις που θέλουν οι αιτήσεις να υπερβαίνουν τις 20.000 ανά μήνα, προκαλώντας ασφυξία στο σύστημα απονομής συντάξεων.
Μήνυμα καθησυχασμού
Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, θέλοντας να προλάβει τα χειρότερα, έχει σπεύσει να καθησυχάσει τους ενδιαφερόμενους. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι όσοι θεμελίωσαν συνταξιοδοτικό δικαίωμα κατά τα προηγούμενα έτη, ή θεμελιώνουν φέτος, αλλά δεν έχουν κάνει ακόμα χρήση του δικαιώματός τους να βγουν στη σύνταξη, θα μπορούν να το πράξουν και μετά την 31η Δεκεμβρίου 2021. Άρα, δεν θίγεται το θεμελιωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την αύξηση του ορίου ηλικίας. Αυτό όμως φαίνεται ότι δεν αρκεί…
Έτσι, το υπουργείο Εργασίας έχει θέσει σε πλήρη εφαρμογή το σχέδιο ενδυνάμωσης των υπηρεσιών έκδοσης συντάξεων μέσω της ενίσχυσης του ΕΦΚΑ σε προσωπικό και μέσα. Στο πλαίσιο αυτό, ενεργοποιείται άμεσα η τροπολογία που ψηφίστηκε προ ημερών στη Βουλή και με την οποία εντάσσονται στο σύστημα απονομής συντάξεων οι δικηγόροι και οι λογιστές. Παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν με τους δικηγόρους, επίκειται υπουργική απόφαση με την οποία θα καθορίζονται οι αμοιβές τους, ανά περίπτωση, οι οποίες καλύπτονται από τον e-ΕΦΚΑ.
Την ίδια στιγμή προωθείται και η διαδικασία επαναπρόσληψης στις υπηρεσίες απονομής συντάξεων περίπου 100 ήδη συνταξιούχων.
Ζητούμενο αποτελεί το σκέλος των νέων προσλήψεων. Ήδη έχει γίνει γνωστό ότι μονιμοποιούνται 150 συμβασιούχοι των Ταμείων, με στόχο να καλύψουν κάποια από τα τεράστια κενά του συστήματος. Όμως παραμένει ερωτηματικό τι θα συμβεί με τους 683 συμβασιούχους των οποίων οι συμβάσεις ολοκληρώθηκαν τον περασμένο Ιανουάριο και βρίσκονται στην αναμονή.
Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία πάντως δείχνουν βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης, αλλά με πολύ αργούς ρυθμούς. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος ΑΤΛΑΣ, οι εκκρεμότητες στην απονομή κύριας σύνταξης τον Ιανουάριο ήταν 143.519, με εκτιμώμενη δαπάνη που ανέρχεται στα 540.642.942 ευρώ.