Εκατομμύρια μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, ελεύθεροι επαγγελματίες, μισθωτοί εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, ναυτικοί και ιδιοκτήτες ακινήτων απαλλάσσονται φέτος από τα τεκμήρια διαβίωσης της εφορίας, καθώς επίσης και από την επιβολή επιπλέον φόρου 22% σε περίπτωση μη κάλυψης του 30% του ετησίου ατομικού εισοδήματος του 2020 με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω ηλεκτρονικών μεθόδων πληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις της τροπολογίας για τις αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος που κατατέθηκαν στη Βουλή.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Εκατομμύρια μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, ελεύθεροι επαγγελματίες, μισθωτοί εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, ναυτικοί και ιδιοκτήτες ακινήτων απαλλάσσονται φέτος από τα τεκμήρια διαβίωσης της εφορίας, καθώς επίσης και από την επιβολή επιπλέον φόρου 22% σε περίπτωση μη κάλυψης του 30% του ετησίου ατομικού εισοδήματος του 2020 με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω ηλεκτρονικών μεθόδων πληρωμής, σύμφωνα με τις διατάξεις της τροπολογίας για τις αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος που κατατέθηκαν στη Βουλή.
Από τις αλλαγές που προβλέπει η τροπολογία κερδίζουν και οι φορολογούμενοι που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα των 60 έως 69 ετών, καθώς απαλλάσσονται κι αυτοί από τον βραχνά της επιβολής επιπλέον φόρου λόγω μη κάλυψης του 30% του ετησίου εισοδήματός τους με ηλεκτρονικά εξοφληθείσες δαπάνες.
Μικρότερα οφέλη αποκομίζουν και όσοι δεν εντάσσονται στις παραπάνω κατηγορίες, αλλά επίσης δεν κατάφεραν να καλύψουν το 30% του ετησίου εισοδήματος με e-δαπάνες, καθώς ο επιπλέον φόρος που θα πληρώσουν μειώνεται έως και 50%. Ωφελημένοι επίσης από τις αλλαγές είναι και οι ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων, καθώς διευκολύνονται στην κατοχύρωση του δικαιώματος απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος για τα ανείσπρακτα ενοίκια του 2020.
Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα ορίζονται στην τροπολογία:
Απαλλαγέντες τεκμηρίων
1) Κατά την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, θα απαλλαγούν πλήρως από τα τεκμήρια διαβίωσης οι παρακάτω κατηγορίες φορολογουμένων:
α) Όσοι ασκούν ατομικές εμπορικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις, ατομικές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών και ελευθέρια επαγγέλματα και κατά τη διάρκεια του 2020 είτε αναγκάστηκαν να αναστείλουν τη λειτουργία των καταστημάτων ή των εγκαταστάσεων παραγωγής ή των γραφείων τους είτε θεωρούνται απλά «πληττόμενοι», εξαιτίας των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας των πολιτών και της άσκησης επαγγελματικών δραστηριοτήτων, τα οποία ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της επιδημίας του κορονοϊού.
β) Οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις και στους ελεύθερους επαγγελματίες των παραπάνω περιπτώσεων, εφόσον οι συμβάσεις εργασίας τους τέθηκαν σε αναστολή για οποιοδήποτε χρονικό κατά τη διάρκεια του 2020.
γ) Οι εργαζόμενοι που εντάχθηκαν στο πρόγραμμα «Συν-Εργασία», ανεξαρτήτως χρονικού διαστήματος.
δ) Οι ναυτικοί των οποίων η σύμβαση ναυτολόγησης ανεστάλη για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα μέσα στο 2020.
ε) Οι ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων που υποχρεώθηκαν να εισπράξουν ενοίκια μειωμένα κατά 40% έστω και για έναν από τους μήνες Μάιο έως Αύγουστο 2020 ή και Νοέμβριο-Δεκέμβριο 2020, καθώς και όσοι εξαναγκάστηκαν να εισπράξουν ενοίκια μειωμένα τουλάχιστον κατά 30% έστω και σε έναν από τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2020.
Οι πέντε παραπάνω κατηγορίες φορολογουμένων θα φορολογηθούν φέτος αποκλειστικά με βάση τα πραγματικά εισοδήματα που απέκτησαν το 2020, έστω κι αν τα τεκμήρια διαβίωσης προσδιορίζουν σε υψηλότερο επίπεδο τα φορολογητέα εισοδήματά τους, εφόσον πληρούνται οι παρακάτω 3 προϋποθέσεις:
α) εφόσον τουλάχιστον σε ένα από τα δύο προηγούμενα χρόνια, το 2019 και το 2020, δεν φορολογήθηκαν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης,
β) εφόσον δεν υπήρξε αύξηση των τεκμηρίων διαβίωσης το φορολογικό έτος 2020 σε σύγκριση με το φορολογικό έτος 2019, δηλαδή εφόσον δεν σημειώθηκε κάποια μεταβολή στα περιουσιακά στοιχεία τους που να επηρέασε ανοδικά τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης που τους βαρύνουν,
γ) εφόσον τυχόν δαπάνες για απόκτηση περιουσιακών στοιχείων που πραγματοποίησαν το 2020 (για αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, μετοχών κ.λπ.) δεν υπερβαίνουν το πραγματικό τους εισόδημα ή εφόσον το υπερβαίνουν αλλά η επιπλέον διαφορά δικαιολογείται με χρηματικά ποσά που θα αναγραφούν στη φετινή φορολογική δήλωση (λοιπά εισοδήματα απαλλασσόμενα ή αυτοτελώς φορολογούμενα, δάνεια, δωρεές, έκτακτα εισοδήματα, άλλες οικονομικές ενισχύσεις, έσοδα από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων κ.λπ.).
Για κάθε φορολογούμενο που δεν πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις και στη φετινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, που θα υποβάλει για το φορολογικό έτος 2020, τα τεκμήρια διαβίωσης προσδιορίσουν το φορολογητέο εισόδημά του σε επίπεδο υψηλότερο του πραγματικού δηλωθέντος, θα ληφθεί υπόψη ως τεκμαρτό εισόδημα το μικρότερο ποσό τεκμηρίων διαβίωσης μεταξύ των φορολογικών ετών 2018, 2019 και 2020, εφόσον όμως μεταξύ των φορολογικών ετών 2019 και 2020 δεν σημειώθηκε αύξηση του συνολικού ποσού των τεκμηρίων διαβίωσης.
e-αποδείξεις
2) Κατά την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, όσοι φορολογούμενοι υπάγονται στις παραπάνω 5 κατηγορίες πληγέντων οικονομικά από την πανδημία του κορονοϊού, καθώς επίσης και όσοι είχαν συμπληρωμένο το 60ό έτος της ηλικίας τους στις 31-12-2019, εφόσον δεν έχουν καταφέρει να καλύψουν ποσοστό 30% του ατομικού ετησίου εισοδήματος του 2020 με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω ηλεκτρονικών μεθόδων πληρωμής (μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών ή προπληρωμένων καρτών ή μέσω web-banking κ.λπ.) δεν θα επιβαρυνθούν με επιπλέον φόρο εισοδήματος 22% επί του ακάλυπτου ποσού.
3) Για όσους φορολογούμενους δεν εμπίπτουν στις παραπάνω πρόσθετες εξαιρέσεις, αλλά κατά τη διάρκεια του 2020 εξόφλησαν με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δαπάνες που αντιστοιχούν σε ποσοστό μεταξύ 20% και 30% του ατομικού ετήσιου πραγματικού εισοδήματος του 2020, ο επιπλέον φόρος με τον οποίο θα επιβαρυνθούν λόγω μη κάλυψης του 30%, θα υπολογιστεί με συντελεστή μειωμένο κατά 50%, δηλαδή με 11% αντί με 22%, επί του ποσού που παρέμεινε ακάλυπτο (επί της διαφοράς μεταξύ του ποσού των δαπανών που πλήρωσαν με ηλεκτρονικά μέσα και του ποσού που αντιστοιχεί στο 30% του εισοδήματος). Π.χ., ένας φορολογούμενος ο οποίος εμπίπτει στην υποχρέωση να έχει εξοφλήσει με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δαπάνες που αντιστοιχούν στο 30% του ατομικού ετησίου πραγματικού εισοδήματος του 2020, εάν κατάφερε τελικά να εξοφλήσει με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δαπάνες που αντιστοιχούν στο 25% του εισοδήματός του, ο επιπλέον φόρος που θα κληθεί να πληρώσει θα υπολογιστεί με 11% (κι όχι με 22%) επί του ακάλυπτου 5% του ετησίου εισοδήματός του. Ειδικότερα, εάν ο φορολογούμενος αυτός απέκτησε εισόδημα 20.000 ευρώ και οι δαπάνες που πραγματοποίησε με ηλεκτρονικές πληρωμές ανήλθαν σε 5.000 ευρώ (στο 25% του εισοδήματος) αντί σε 6.000 ευρώ (στο 30% του εισοδήματος) που θα έπρεπε κανονικά, θα κληθεί να πληρώσει επιπλέον φόρο που θα υπολογιστεί με συντελεστή όχι 22% αλλά 11% επί της διαφοράς των 1.000 ευρώ που έμεινε ακάλυπτη. Θα κληθεί να πληρώσει δηλαδή επιπλέον φόρο 110 ευρώ, αντί 220 ευρώ.
4) Για όσους φορολογούμενους δεν εξαιρούνται από το μέτρο της υποχρεωτικής κάλυψης του 30% του ετησίου εισοδήματος με ηλεκτρονικές πληρωμές δαπανών, αλλά κατά τη διάρκεια του 2020 εξόφλησαν με ηλεκτρονικές πληρωμές δαπάνες που αντιστοιχούν σε ποσοστό μικρότερο του 20% του ατομικού ετήσιου πραγματικού εισοδήματος του 2020, ο επιπλέον φόρος με τον οποίο θα επιβαρυνθούν λόγω μη κάλυψης του απαιτούμενου 30%, θα υπολογιστεί κλιμακωτά ως εξής:
α) με συντελεστή 22% επί του ποσού της θετικής διαφοράς μεταξύ δαπανών που εξοφλήθηκαν με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και του ποσού που αντιστοιχεί στο 20% του ατομικού ετησίου πραγματικού εισοδήματος
β) με συντελεστή 11% επί του ποσού της θετικής διαφοράς μεταξύ του 20% και του 30% του ατομικού ετησίου πραγματικού εισοδήματος
Π.χ., ένας φορολογούμενος ο οποίος εμπίπτει στην υποχρέωση να έχει εξοφλήσει με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δαπάνες που αντιστοιχούν στο 30% του ατομικού ετησίου πραγματικού εισοδήματος του 2020, εάν κατάφερε τελικά να εξοφλήσει με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δαπάνες που αντιστοιχούν στο 15% του εισοδήματός του, ο επιπλέον φόρος που θα κληθεί να πληρώσει θα υπολογιστεί με 22% επί του 5% του εισοδήματός του (επί της διαφοράς μεταξύ του 15% και του 20% του εισοδήματος) και επιπροσθέτως με συντελεστή 11% επί του 10% του εισοδήματός του (επί της διαφοράς μεταξύ 20% και 30% του εισοδήματος).
Ειδικότερα, εάν ο φορολογούμενος αυτός απέκτησε εισόδημα 20.000 ευρώ και οι δαπάνες που πραγματοποίησε με ηλεκτρονικές πληρωμές ανήλθαν σε 3.000 ευρώ (στο 15% του εισοδήματος) αντί σε 6.000 ευρώ (στο 30% του εισοδήματος) που θα έπρεπε κανονικά, θα κληθεί να πληρώσει επιπλέον φόρο που θα υπολογιστεί με συντελεστή 22% στο 5% του εισοδήματος και επιπροσθέτως με συντελεστή 11% στο 10% του εισοδήματος. Ως εκ τούτου, ο επιπλέον φόρος που θα πληρώσει ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα ανέρχεται στο ποσό των 440 ευρώ (22% Χ 5% Χ 20.000 ευρώ + 11% Χ 10% Χ 20.000 ευρώ). Αν ίσχυε συντελεστής 22% για όλο το ακάλυπτο ποσό των 3.000 ευρώ, δηλαδή για ολόκληρη την ακάλυπτη διαφορά από το 15% έως το απαιτούμενο 30% του εισοδήματος, τότε ο επιπλέον φόρος που θα πλήρωνε ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα ήταν 660 ευρώ (22% Χ 15% Χ 20.000 ευρώ). Ως εκ τούτου με τη νέα διάταξη ο φορολογούμενος αυτός θα γλιτώσει φόρο 220 ευρώ.
5) Για όλους τους φορολογούμενους που υπόκεινται στην υποχρέωση να έχουν εξοφλήσει με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δαπάνες συνολικού ποσού ίσου με το 30% του ετησίου πραγματικού εισοδήματος του 2020, ορισμένα έκτακτα εισοδήματα που απέκτησαν το 2020 δεν θα συνυπολογιστούν στο ετήσιο αυτό εισόδημα. Ως τέτοια εισοδήματα θεωρούνται οι αποζημιώσεις για απολύσεις, το ασφάλισμα των ομαδικών ασφαλιστηρίων, το επίδομα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης ανέργων, η αγροτική επιδότηση πρόωρης συνταξιοδότησης, όλες οι έκτακτες αποζημιώσεις, αμοιβές, επιχορηγήσεις και οικονομικές ενισχύσεις που καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της εφαρμογής μέτρων αντιμετώπισης του κινδύνου διασποράς του κορονοϊού κ.λπ.
Ως εκ τούτου, το ποσό του εισοδήματος που θα ληφθεί υπόψη ως βάση για την εφαρμογή του 30% και τον υπολογισμό της συνολικής δαπάνης που πρέπει να έχει εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής θα είναι πολύ μικρότερο και εν τέλει και το ποσό της δαπάνης που πρέπει να έχει καλυφθεί θα είναι σημαντικά χαμηλότερο.
Ανείσπρακτα ενοίκια 2020
6) Στους ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων οι οποίοι δεν εισέπραξαν ενοίκια από τους μισθωτές τους το 2020 η απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος για τα ανείσπρακτα αυτά ποσά θα χορηγηθεί με μόνη προϋπόθεση την κοινοποίηση εξωδίκων στους μισθωτές. Η κοινοποίηση του εξωδίκου πρέπει να γίνει το αργότερο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, δηλαδή μέχρι τις 27 Αυγούστου 2021. Επιπλέον, κάθε ιδιοκτήτης, για να κατοχυρώσει το αφορολόγητο των ανείσπρακτων ενοικίων του 2020 θα πρέπει, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων φορολογικού έτους 2021, δηλαδή μέχρι τις 30-6-2022 να προσκομίσει διαταγή πληρωμής ή διαταγή απόδοσης χρήσης μισθίου ή δικαστική απόφαση αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων ή αντίγραφο της αγωγής αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων. Αν δεν το πράξει, τότε θα πρέπει να υποβάλει τροποποιητική δήλωση για τα εισοδήματα του 2020, προκειμένου να δηλώσει ως φορολογητέα και τα ανείσπρακτα ενοίκια του 2020 και να καταβάλει φόρο επ’ αυτών! Ο φόρος που θα πληρώσει θα απαλλάσσεται από τόκους και πρόστιμα για το χρονικό διάστημα μέχρι τις 30-6-2022.