Για την επόμενη έξοδο στις αγορές προετοιμάζεται πυρετωδώς ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Οι συνθήκες για μια άμεση κίνηση κρίνονται κατάλληλες καθώς οι αποδόσεις στην αγορά διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα. Η απόδοση του 10ετούς κινούνταν και χθες στο 0,925%, δηλαδή λίγο υψηλότερα από το κόστος με το οποίο δανείστηκε η Ελλάδα 3,5 δισ. ευρώ πριν από περίπου τρεις μήνες.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Για την επόμενη έξοδο στις αγορές προετοιμάζεται πυρετωδώς ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Οι συνθήκες για μια άμεση κίνηση κρίνονται κατάλληλες καθώς οι αποδόσεις στην αγορά διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα. Η απόδοση του 10ετούς κινούνταν και χθες στο 0,925%, δηλαδή λίγο υψηλότερα από το κόστος με το οποίο δανείστηκε η Ελλάδα 3,5 δισ. ευρώ πριν από περίπου τρεις μήνες.
Με δεδομένες τις αυξημένες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας, το ζητούμενο είναι το μεγαλύτερο μέρος του ετήσιου προγράμματος δανεισμού να καλυφθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο τώρα που οι συνθήκες στην αγορά είναι σχετικά ήρεμες. Από το β’ εξάμηνο θα έχουμε μαζικό ενδιαφέρον για εκδόσεις τίτλων, ειδικά αν συνυπολογιστεί και το γεγονός ότι θα χρειαστεί να βγει στις αγορές η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να αντλήσει περί τα 800 δισ. ευρώ.
Ως προς τα χαρακτηριστικά της νέας έκδοσης, όλα τα σενάρια είναι ανοικτά: ακόμη και το ενδεχόμενο να γίνει επανέκδοση (re-opening) του 10ετούς ομολόγου για το οποίο οι επενδυτές είχαν εκδηλώσει πολύ μεγάλο αγοραστικό ενδιαφέρον στις αρχές του χρόνου. Πλέον είναι πολύ πιθανό ότι το πρόγραμμα δανεισμού σε ετήσια βάση θα ξεπεράσει τα 12 δισ. ευρώ, που ήταν και το ανώτατο όριο που είχε προγραμματιστεί κατά το κλείσιμο της περσινής χρονιάς. Δεδομένου ότι το 2020 έκλεισε τελικώς με χρέος γενικής κυβέρνησης ύψους 341 δισ. ευρώ, το χρέος μέσα στο 2021 μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 355 δισ. ευρώ.
Σε μεγάλο βαθμό αυτό θα εξαρτηθεί και από τις αποφάσεις που θα λάβει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για το επιθυμητό ύψος των ταμειακών διαθεσίμων στο τέλος του 2021.
200% του ΑΕΠ
Προς το παρόν τα ταμειακά διαθέσιμα κινούνται στην περιοχή των 30 δισ. ευρώ. Για να παραμείνουν όμως σε αυτά τα επίπεδα μέχρι το τέλος του έτους θα χρειαστεί το χρέος της γενικής κυβέρνησης να ξεπεράσει ακόμη και τα 355 δισ. ευρώ. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι και για το 2021 η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα παραμείνει πάνω από το 200%, κάτι βέβαια που θα εξαρτηθεί και από τον τελικό ρυθμό ανάπτυξης μέσα στο έτος (σ.σ.: με τις πληροφορίες να διαμορφώνουν τη σχετική εκτίμηση από το 3,5% έως το 4%).
Το σενάριο που είχε καταρτίσει ο ΟΔΔΗΧ από το τέλος του 2020 ουσιαστικά έχει ήδη ξεπεραστεί από τις εξελίξεις. Το σενάριο προέβλεπε ότι το πρωτογενές έλλειμμα φέτος θα διαμορφωθεί στα 8,1 δισ. ευρώ (περίπου 1 δισ. ευρώ πάνω από τη σχετική πρόβλεψη που είχε γίνει στον κρατικό προϋπολογισμό).
Ωστόσο, μετά την απόφαση της κυβέρνησης να ανεβάσει τον λογαριασμό των μέτρων στήριξης στα 14-15 δισ. ευρώ, το πρωτογενές έλλειμμα πολύ δύσκολα θα συγκρατηθεί κάτω από τα 13-14 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει αυτομάτως ότι δημιουργείται ένα «κενό» άνω των 6 δισ. ευρώ. Το χρηματοδοτικό κενό καλύπτεται με δύο τρόπους. Είτε με αύξηση του χρέους είτε με μείωση των διαθεσίμων. Στο βασικό σενάριο του ΟΔΔΗΧ, τα ταμειακά διαθέσιμα θα υποχωρούσαν κατά 6,2 δισ. ευρώ και το δημόσιο χρέος θα αυξανόταν κατά 5,8 δισ. ευρώ.
Αντλήθηκαν 9 δισ.
Μέχρι σήμερα έχουν αντληθεί:
* 2,5 δισ. ευρώ με το ομόλογο των 30 ετών, το οποίο εκδόθηκε στις 17 Μαρτίου, με το τελικό κόστος δανεισμού να διαμορφώνεται στο 1,956%.
* 3,5 δισ. ευρώ με το 10ετές ομόλογο το οποίο εκδόθηκε στις 27 Ιανουαρίου με το τελικό κόστος δανεισμού να διαμορφώνεται στο 0,807%.
* 3 δισ. ευρώ περίπου μέσω του προγράμματος ανταλλαγής ομολόγων με τις ελληνικές συστημικές τράπεζες μέσω του οποίου η Ελλάδα άντλησε περίπου 3 δισ. ευρώ.
Συνολικά, δηλαδή, έχουν αντληθεί περίπου 9 δισ. ευρώ μέχρι τώρα. Επίσης, υπάρχει η προοπτική άντλησης δανεικών από τους πόρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ήδη προγραμματίστηκε η άντληση επιπλέον 2,7 δισ. ευρώ μέσα από το πρόγραμμα SURE, ενώ αναμένεται να δανειστούμε και επιπλέον δύο δισ. ευρώ από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Από την άλλη, η πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ δεν δημιουργεί πρόσθετη ανάγκη χρηματοδότησης, καθώς αυτή η κίνηση είχε ενσωματωθεί στο ετήσιο πλάνο του ΟΔΔΗΧ. Πρόσθετη πηγή χρηματοδότησης αναμένεται να αποτελέσει επίσης η αγορά των εντόκων γραμματίων. Ο ΟΔΔΗΧ έχει ήδη αναστείλει το σχέδιο μείωσης της έκθεσης της χώρας στους βραχυπρόθεσμους τίτλους. Ήδη, μάλιστα, δύο εκδόσεις εντόκων ετήσιας διάρκειας απέφεραν περισσότερα έσοδα σε σχέση με τους τίτλους που αντικαταστάθηκαν.
Το πρόγραμμα Sure
Ο δανεισμός που θα γίνει από τον επίσημο ευρωπαϊκό τομέα φέτος, θα γίνει με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους. Το επιτόκιο του προγράμματος Sure (από το οποίο η Ελλάδα θα δανειστεί τελικώς περί τα 5,2 δισ. ευρώ) τείνει πολύ κοντά στο μηδέν, ενώ εξαιρετικά ευνοϊκοί θα είναι οι όροι και για τον δανεισμό μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Για το τελευταίο θα υπάρχει περίοδος χάριτος, εξαιρετικά χαμηλό επιτόκιο και μέση περίοδος αποπληρωμής περίπου 15 ετών.
Παρά τη διαμόρφωση του χρέους σε ποσοστό άνω του 200% και για το 2020 και για το 2021 (το 2020 φαίνεται να έχει κλείσει τελικώς στο 205%-206%), η «λογική» που επικρατεί είναι η εξής: από τη στιγμή που ο πρόσθετος δανεισμός θα μεταφραστεί σε ανάπτυξη, άρα και αύξηση του παρονομαστή, η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα μειώνεται συνεχώς. Για παράδειγμα, αύξηση του χρέους από τα 340 στα 350 δισ. ευρώ, με ταυτόχρονη αύξηση του ΑΕΠ από τα 165 στα 175 δισ. ευρώ, οδηγεί την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ από το 206% στο 200%. Άρα, το ζητούμενο πλέον δεν είναι το πόσο θα αυξηθεί το χρέος, αλλά το πώς θα αξιοποιηθούν οι πόροι που θα αντληθούν προκειμένου να αυξηθεί το ΑΕΠ.