Την εφαρμογή μιας νέας, πλήρως αναμορφωμένης, ενιαίας κλίμακας φορολόγησης για όλα ανεξαιρέτως τα εισοδήματα των φυσικών προσώπων περιλαμβάνει η μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος που προγραμματίζει η κυβέρνηση. Με την καθιέρωση της ενιαίας φορολογικής κλίμακας θα συνδυαστεί η μόνιμη κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, που έχει ήδη προαναγγείλει η κυβέρνηση.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Την εφαρμογή μιας νέας, πλήρως αναμορφωμένης, ενιαίας κλίμακας φορολόγησης για όλα ανεξαιρέτως τα εισοδήματα των φυσικών προσώπων περιλαμβάνει η μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος που προγραμματίζει η κυβέρνηση. Με την καθιέρωση της ενιαίας φορολογικής κλίμακας θα συνδυαστεί η μόνιμη κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, που έχει ήδη προαναγγείλει η κυβέρνηση.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών είναι αναγκασμένη να πειθαρχήσει στις βασικές κατευθύνσεις δημοσιονομικής πολιτικής που έχουν ήδη συμφωνηθεί με τις Βρυξέλλες και προβλέπει ότι:
α) Όσο διαρκεί η «γενική ρήτρα διαφυγής» από τους αυστηρούς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας, κάθε κράτος-μέλος της Ευρωζώνης που αποφασίζει να εφαρμόσει μόνιμου χαρακτήρα δημοσιονομικά μέτρα, θα πρέπει να μεριμνά ώστε τα μέτρα αυτά να μην έχουν δημοσιονομικό κόστος, αλλά τουλάχιστον ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
β) Μετά τη λήξη της περιόδου κατά την οποία ισχύει η «γενική ρήτρα διαφυγής» επανέρχονται οι κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας με στόχευση σταδιακής αποκλιμάκωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων οπότε και την περίοδο αυτή οι μόνιμες μειώσεις φόρων θα πρέπει να συνοδεύονται και από άλλα μέτρα που θα καλύπτουν τις απώλειες εσόδων.
Ως εκ τούτου, η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, από τη στιγμή που θα αποφασίσει να προχωρήσει στη μονιμοποίηση του μέτρου της κατάργησης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για όλα ανεξαιρέτως τα εισοδήματα θα πρέπει ταυτόχρονα να εφαρμόσει κι ένα δημοσιονομικό «ισοδύναμο» με το οποίο θα αντισταθμίζεται η απώλεια εσόδων που θα προκαλεί η μη επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης. Το «ισοδύναμο» αυτό έχει ήδη υποδειχθεί στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών από την Επιτροπή του καθηγητή Πισσαρίδη. Προβλέπει τη φορολόγηση όλων των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων από όλες τις πηγές με μία ενιαία φορολογική κλίμακα.
Πιο συγκεκριμένα, η «Επιτροπή Πισσαρίδη» έχει εισηγηθεί να προστίθενται όλα τα εισοδήματα κάθε φυσικού προσώπου, από όλες ανεξαιρέτως τις πηγές, και το άθροισμά τους να φορολογείται με ενιαία κλίμακα συντελεστών. Έχει προτείνει, ουσιαστικά, να καταργηθεί το καθεστώς αυτοτελούς φορολόγησης που ισχύει για πάρα πολλές κατηγορίες εισοδημάτων, όπως είναι τα εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες, τα ενοίκια από εκμισθώσεις ακινήτων, τα μερίσματα, οι υπεραξίες (τα κέρδη) από πωλήσεις μετοχών, οι τόκοι καταθέσεων, εντόκων γραμματίων και ομολόγων, τα κέρδη από επενδύσεις σε αμοιβαία κεφάλαια και από άλλα αποταμιευτικά, επενδυτικά και χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Απλοποίηση νομοθεσίας
Με δεδομένη την ήδη ειλημμένη απόφαση της κυβέρνησης να αξιοποιήσει τις προτάσεις της «Επιτροπής Πισσαρίδη» με το να τις εντάξει στο «πακέτο» των μεταρρυθμίσεων που σχεδιάζει να εφαρμόσει μέσω του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», η εισήγηση για την εφαρμογή μιας ενιαίας φορολογικής κλίμακας για όλα τα εισοδήματα των φυσικών προσώπων πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα αποτελέσει τη βάση για την επικείμενη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, την οποία προαναγγέλλει το Σχέδιο. Η ιδέα αυτή, άλλωστε, δένει απόλυτα με την προαναγγελία για απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας που περιλαμβάνει το συνοπτικό κείμενο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα.
Εάν η ενιαία κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων εφαρμοστεί από την κυβέρνηση χωρίς αλλαγές στα υφιστάμενα εισοδηματικά κλιμάκια και τους συντελεστές της ισχύουσας σήμερα βασικής φορολογικής κλίμακας, θα προκαλέσει, πάντως, σημαντικές αυξήσεις στις φορολογικές επιβαρύνσεις για όλους τους φορολογούμενους που αποκτούν εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες, ακίνητα, αποταμιεύσεις και επενδύσεις σε χρηματοοικονομικά προϊόντα. Κι αυτό θα συμβεί επειδή, με την ισχύουσα σήμερα νομοθεσία, τα εισοδήματα αυτά φορολογούνται ξεχωριστά με συντελεστές της τάξεως του 9%, του 10%, του 15% και του 22%, οπότε μετά την ένταξή τους στην ενιαία κλίμακα φορολόγησης θα προστίθενται σε όλες τις άλλες κατηγορίες εισοδημάτων που αποκτούν οι φορολογούμενοι (μισθούς, συντάξεις, κέρδη από επιχειρήσεις κ.λπ.) και -στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων- θα υπάγονται σε φορολογικά κλιμάκια με πολύ πιο υψηλούς συντελεστές φορολόγησης, της τάξεως του 28%, του 36% και του 44%.
Όμως αυτή την υπεραύξηση των φορολογικών επιβαρύνσεων για μεγάλο πλήθος φορολογουμένων δεν θα μπορεί να την αντισταθμίσει επ’ ουδενί η μόνιμη κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, που -σημειωτέον- έχει προτείνει επίσης η Επιτροπή Πισσαρίδη. Ο λόγος είναι ότι η εισφορά αυτή αφενός επιβαρύνει μόνο όσους έχουν ετήσια εισοδήματα από όλες τις πηγές άνω των 12.000 ευρώ, αφετέρου υπολογίζεται με πολύ πιο χαμηλούς συντελεστές, κλιμακούμενους από 2,2% έως 10%.
Κερδισμένοι και χαμένοι
Προκειμένου, λοιπόν, να επιτευχθεί ένα πραγματικά ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα, δηλαδή να μην προκύψει μείωση αλλά ούτε και αύξηση φορολογικών εσόδων, η νέα ενιαία κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που θα θεσπιστεί ταυτόχρονα με την μόνιμη κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα έχει κυρίως στα μεσαία και τα υψηλά εισοδηματικά κλιμάκια -και ειδικότερα στα επίπεδα ετήσιου εισοδήματος άνω των 20.000 ευρώ- συντελεστές φόρου πολύ πιο χαμηλούς από τους ισχύοντες σήμερα 28%, 36% και 44%. Ουσιαστικά, η μόνιμη κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα συνδυαστεί με την εφαρμογή μιας ριζικά αναμορφωμένης ενιαίας κλίμακας φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων με συντελεστές φόρου αισθητά μειωμένους σε σύγκριση με τους ισχύοντες σήμερα για τα εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ. Ίσως δε και με λιγότερα φορολογικά κλιμάκια από τα πέντε της ισχύουσας σήμερα.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, επειδή και πάλι θα είναι αδύνατο οι φορολογικές επιβαρύνσεις, μετά τις ριζικές αυτές αλλαγές, να είναι ακριβώς ίδιες με τις επιβαλλόμενες σήμερα για όλους τους φορολογούμενους, είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν περιπτώσεις φορολογουμένων που θα ζημιωθούν και περιπτώσεις φορολογουμένων που θα ωφεληθούν. Όμως το συνολικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα είναι ουδέτερο. Οι λεπτομέρειες των ρυθμίσεων, όταν οριστικοποιηθούν και νομοθετηθούν, θα αποκαλύψουν, τελικά, ποιες πραγματικά θα είναι οι περιπτώσεις των ζημιωμένων και ποιες οι περιπτώσεις των ωφελούμενων.