Ανάπτυξη 2,7% για το 2021 προβλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στην τριμηνιαία έκθεση του για το 4ο τρίμηνο του έτους. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η συγκεκριμένη πρόβλεψη υπόκειται σε σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας, που προέρχεται τόσο από την εξέλιξη της ίδιας της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων όσο και από ενδεχόμενες δημοσιονομικές παρεμβάσεις και την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ανάπτυξη 2,7% για το 2021 προβλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στην τριμηνιαία έκθεση του για το 4ο τρίμηνο του έτους. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η συγκεκριμένη πρόβλεψη υπόκειται σε σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας, που προέρχεται τόσο από την εξέλιξη της ίδιας της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων όσο και από ενδεχόμενες δημοσιονομικές παρεμβάσεις και την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Παράλληλα, η διατήρηση των περιοριστικών μέτρων για ολόκληρο το πρώτο τρίμηνο του 2021 και τα προβλήματα στο πρόγραμμα εμβολιασμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν τον σημαντικότερο κίνδυνο για την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας το τρέχον έτος. Ωστόσο για το α΄ τρίμηνο του 2021 εκτιμά ότι η ύφεση θα διαμορφωθεί στο 7% σε ετήσια βάση. Από την άλλη πλευρά, ενδεχόμενη επιτάχυνση των εμβολιασμών και σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών και των μετακινήσεων μέχρι το καλοκαίρι μπορούν να συνεισφέρουν θετικά στην οικονομική δραστηριότητα, κυρίως μέσω του τουρισμού.
Όπως τονίζεται στην έκθεση, η διατήρηση της «γενικής ρήτρας διαφυγής» (general escape clause) από το Σύμφωνο Σταθερότητας για το 2021 και το 2022 προσφέρει σημαντική ευελιξία στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι «τα επεκτατικά μέτρα που συνεχίζονται εντός του 2021, ύψους περίπου 10 δις, δεν θα προκαλέσουν βραχυπρόθεσμα προβλήματα. Επιπρόσθετα, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορούν να συνεισφέρουν εξίσου σημαντικά στη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη μεγέθυνση, χωρίς μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση». Όπως επισημαίνεται, προϋπόθεση ώστε οι πόροι αυτοί να συμβάλλουν στους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης είναι να αυξήσουν τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις πάνω από τα σημερινά τους επίπεδα, κάτι που αποτελεί μείζονα πρόκληση για τη χώρα μας. Ειδικά για τις δημόσιες επενδύσεις, θα ήταν σημαντική η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας σε υλικοτεχνικές υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό.
Βασικό σενάριο για ανάπτυξη 2,7% το 2021
Σύμφωνα με την πρόβλεψη του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, το ΑΕΠ το 2021 θα αυξηθεί κατά 2,7%. Όσον αφορά το α΄τρίμηνο, θα καταγραφεί ύφεση γύρω στο 7% για να επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το δεύτερο τρίμηνο και μετά.
Οι παραπάνω προβλέψεις στηρίζονται σε υποθέσεις που εμπεριέχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας που προέρχεται από τρεις πηγές:
· Η πρώτη και σημαντικότερη συνδέεται με την εξέλιξη της πανδημίας στη διάρκεια του έτους. Η βασική υπόθεση είναι πως οι μακροοικονομικές μεταβλητές βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής στην ισορροπία από την αρχική διαταραχή του προηγούμενου έτους (με βάση υπόθεση ότι δεν θα υπάρξει νέα διαταραχή στη διάρκεια του τρέχοντος έτους). Ωστόσο, η ταχύτητα πραγματοποίησης των εμβολιασμών, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου και η άρση των περιοριστικών μέτρων αποτελούν κρίσιμους παράγοντες για την πορεία τόσο της ιδιωτικής κατανάλωσης όσο και των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
· Μια δεύτερη αβεβαιότητα προκύπτει από το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για την επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας στα επίπεδα που βρίσκονταν πριν την εμφάνιση της πανδημίας. Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, δηλαδή σε όρους ζήτησης, αυτή η ταχύτητα θα επηρεάσει τους ρυθμούς ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας από το δεύτερο τρίμηνο και μετά. Μεσοπρόθεσμα ωστόσο, σε όρους προσφοράς, είναι αβέβαιο πόσες από τις επιχειρήσεις που παρέμειναν εκτός λειτουργίας για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα θα μπορέσουν να επαναλειτουργήσουν. Αυτή η τελευταία αβεβαιότητα, ίσως να μην αφορά τις προβλέψεις του τρέχοντος έτους, όμως θα καθορίσει τις μεσοπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές.
· Μια τρίτη αβεβαιότητα προέρχεται από το ύψος των δημοσιονομικών παρεμβάσεων κατά το τρέχον έτος. Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού, έχει ενσωματωθεί μια αύξηση των μεταβιβάσεων στα 35 δις (από τα 30 που προβλέπει ο προϋπολογισμός) και εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων σε ύψος 7,5 περίπου δις, με σκοπό να συμπεριλάβουμε την παράταση των ειδικών δημοσιονομικών παρεμβάσεων και την αξιοποίηση μέρους των 2,6 δις του Ταμείου Ανάκαμψης που προβλέπονται στις δαπάνες του προϋπολογισμού. Όπως τονίζεται αφενός η επίπτωση των μεταβιβάσεων είναι σχετικά μικρότερη από εκείνη των δημόσιων επενδύσεων ή της δημόσιας κατανάλωσης και αφετέρου ότι η επίπτωση του Ταμείου Ανάκαμψης εξαρτάται από τον βαθμό που θα αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις πάνω από τα συνήθη τους επίπεδα και δεν θα υποκαταστήσει εγχώρια χρηματοδότηση μέσω του ΠΔΕ στην περίπτωση των επιχορηγήσεων και θα οδηγήσει σε αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων στην περίπτωση των δανείων.
Παράλληλα, εκτιμάται και το ενδεχόμενο μιας πρόσθετης δημοσιονομικής παρέμβασης της τάξης των 5 δις ευρώ που μπορεί να κατευθυνθεί είτε σε μεταβιβάσεις είτε σε δημόσια κατανάλωση. Στην πρώτη περίπτωση ο ρυθμός μεγέθυνσης του 2021 αυξάνεται κατά μία περίπου ποσοστιαία μονάδα και διαμορφώνεται σε 3,65%, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η αύξηση του ρυθμού μεγέθυνσης ξεπερνάει τις δύο ποσοστιαίες μονάδες και γίνεται 4,84%. «Οι σημαντικές διαφορές που παρουσιάζει ένα δεδομένο ύψος παρέμβασης ανάλογα με την χρήση του αναδεικνύει την άποψη που έχουμε εκφράσει επανειλημμένα από την αρχή της κρίσης ότι η δημοσιονομική επέκταση μέσω αγορών αγαθών και υπηρεσιών (δημόσια κατανάλωση ή δημόσια επένδυση) έχει σαφώς ισχυρότερη επίδραση στο συνολικό ΑΕΠ σε σχέση με την επέκταση μέσω μεταβιβάσεων και απαλλαγών από φορολογικές ή ασφαλιστικές υποχρεώσεις, παρά τη θετική επίδραση αυτών των παρεμβάσεων στη συγκράτηση του ποσοστού ανεργίας το 2020».
Σύμφωνα με την έκθεση του 4ο τριμήνου του 2020, οι κίνδυνοι για την εγχώρια οικονομία συνδέονται κυρίως με την εξέλιξη της πανδημίας. Οι εξελίξεις σχετικά με τη διαδικασία του εμβολιασμού θα είναι κρίσιμες για την ανάκαμψη του τουρισμού και την ταχύτητα ανάκαμψης στον ιδιωτικό τομέα μετά τη λήξη των κυβερνητικών μέτρων στήριξης. Επιπλέον, οι γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή και η μεταναστευτική κρίση προσθέτουν επιπλέον αβεβαιότητα. Από την άλλη πλευρά, αναμένεται να έχουν θετική επίδραση στην οικονομία τα κονδύλια που είναι διαθέσιμα για τη χώρα μας μέσα από το ταμείο ανάκαμψης Next Generation EU για την περίοδο 2021-2026, το οποίο θα μπορούσε να δώσει σημαντική ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα
Τα παραπάνω δεδομένα διαμορφώνουν ένα λιγότερο περιοριστικό θεσμικό πλαίσιο για την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής, το οποίο θα πρέπει να αξιοποιηθεί προκειμένου να επιταχυνθεί η ανάκαμψη της οικονομίας. Παρόλα αυτά, θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι παραπάνω παρεμβάσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο δεν δημιουργούν πραγματικά δημοσιονομικά περιθώρια. «Οι διευκολύνεις που προσφέρονται για τη βραχυπρόθεσμη διαχείριση της κρίσης δεν δικαιολογούν κανενός είδους δημοσιονομικό εφησυχασμό. Το χρέος που συσσωρεύεται στη διάρκεια της πανδημίας θα παραμείνει εκεί και μετά το τέλος της και η εξυπηρέτησή του θα ασκήσει πιέσεις στον κρατικό προϋπολογισμό, ιδιαίτερα αφού αρθούν τα έκτακτα μέτρα μαζικών αγορών κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ (μέσω του προγράμματος PEPP)».
Αξίζει, τέλος, να επισημανθεί ο κίνδυνος από την αύξηση του ιδιωτικού χρέους που αναμένεται να προκύψει λόγω της οικονομικής ύφεσης. Το μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος στο τέλος του 2020 έφτασε τα 242,6 δις (108,1 δις στην εφορία, 37,5 δις στα ασφαλιστικά ταμεία, 58,1 δις στις τράπεζες και 38,9 δις στις εγχώριες Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ). Σύμφωνα με την έκθεση, το συνολικό μέγεθος δεν είναι αυξημένο σε σχέση με το 2019, ωστόσο αναμένεται να καταγράψει σημαντική επιδείνωση όταν θα ξεκινήσει η υλοποίηση των αποπληρωμών. «Σε αυτό το στάδιο ενδέχεται να χρειαστούν επιπρόσθετες παρεμβάσεις και ειδικές ρυθμίσεις αποπληρωμής που ουσιαστικά θα ισοδυναμούν με ανάληψη μέρους του ιδιωτικού χρέους από τον δημόσιο τομέα. Τέτοιες παρεμβάσεις που αφορούν ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο θα πρέπει να έχουν διαφανείς κανόνες και κριτήρια και να αποφασιστούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Ραλλού Αλεξοπούλου