Η προοδευτική μείωση των παγκοσμίων αποθεμάτων σιτηρών, οι κακές καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στον ευρύτερο Βαλκανικό χώρο, με αντίστοιχη μείωση της παραγωγής και η αυξανόμενη ζήτηση για Ανανεώσιμες Πηγές Ενεργείας, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της διεθνούς αγοράς δημητριακών.
Σε ενημερωτική ημερίδα που διοργάνωσε η Δημητριακή Α.Ε., επισημάνθηκαν από ειδικούς οι τάσεις που θα επικρατήσουν και οι παράγοντες που θα επηρεάσουν την αγορά φέτος.
Μεταξύ άλλων αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
Τα παγκόσμια αποθέματα σιτηρών μειώνονται με αποτέλεσμα το εμπόριο σιτηρών και η βιομηχανία τροφίμων και ζωοτροφών να αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα σκληρές και αβέβαιες συνθήκες λειτουργίας.
Η παραδοσιακή εμπορία σιτηρών και οι συνδεόμενοι με αυτήν τομείς της βιομηχανίας, αφού αντιμετώπισαν αρχικά την επέλαση στις χρηματιστηριακές αγορές εμπορευμάτων και των κερδοσκοπικών funds - που προκαλούν απότομες και μεγάλες διακυμάνσεις τιμών όχι πάντοτε δικαιολογημένες από τα μεγέθη της παραγωγής και κατανάλωσης - τώρα αντιμετωπίζουν «πολιτική» απειλή: Τις αποφάσεις που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις με σκοπό την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη με την παραγωγή υγρών καυσίμων και λιπαντικών από φυτικά προϊόντα.
Δυστυχώς, συνταγή επιτυχίας για μια αλάνθαστη πολιτική προμηθειών χρηματιστηριακών πρώτων υλών - όπως είναι τα δημητριακά - δεν υπάρχει. Οι πρόσφατες εξελίξεις στα Χρηματιστήρια εμπορευμάτων της Ευρώπης και των ΗΠΑ, το επιβεβαιώνουν άλλωστε.
Σε παρόμοιες χρονικές συγκυρίες, οι χώρες με ελλειμματικό ισοζύγιο σιτηρών, όπως είναι η Ελλάδα, αντιμετωπίζουν εντονότερα προβλήματα εξάρτησης από τις διεθνείς εξελίξεις. Ως εκ τούτου απαιτείται καθημερινή εγρήγορση και στενή παρακολούθηση των αγορών που μας επηρεάζουν άμεσα δηλαδή αυτήν την Ε.Ε. και ειδικότερα των Βαλκανίων (Βουλγαρία, Ρουμανία) για τα σιτηρά της Ν. Αμερικής (Αργεντινή, Βραζιλία) για τις φυτικές πρωτεΐνες και τους ελαιούχους σπόρους.