Όπως ακριβώς οι εκτιμήσεις για την ανάκαμψη της οικονομίας είχαν πέρυσι κομβικό σημείο την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού και ασφαλούς εμβολίου κατά του κορωνοϊού, έτσι πλέον βλέπουν ως προϋπόθεση για την ανάκαμψη τις υψηλές ταχύτητες των εμβολιασμών.
Όπως ακριβώς οι εκτιμήσεις για την ανάκαμψη της οικονομίας είχαν πέρυσι κομβικό σημείο την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού και ασφαλούς εμβολίου κατά του κορωνοϊού, έτσι πλέον βλέπουν ως προϋπόθεση για την ανάκαμψη τις υψηλές ταχύτητες των εμβολιασμών.
Η ευρωπαϊκή οικονομία, κατά συνέπεια, θα ανακάμψει πιο αργά φέτος καθώς ο κορωνοϊός διατηρεί την παρουσία του στην περιοχή. Οι εκτιμήσεις για την ανάκαμψη την φέρνουν σε άμεση συνάρτηση με τις εκστρατείες εμβολιασμού οι οποίες μέχρι στιγμής «κομπιάζουν».
Η Κομισιόν υποβάθμισε τις εκτιμήσεις για την ευρωζώνη και την οικονομία της ΕΕ. Έτσι οι χειμερινές οικονομικές προβλέψεις του 2021 καταγράφουν ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα αναπτυχθεί κατά 3,8% το 2021 και 2022, ενώ η οικονομία της ΕΕ θα αναπτυχθεί κατά 3,7% το 2021 και 3,9% το 2022. Όπως τόνισε, οι προβλέψεις της «εξαρτώνται» από τα μέτρα περιορισμού τα οποία αναμένεται να αρχίσουν να χαλαρώνουν προς το τέλος του δεύτερου τριμήνου. Θα πρέπει όμως να καταργηθούν σε μεγάλο βαθμό μέχρι το τέλος του έτους.
Εάν επαληθευτούν αυτές οι υποθέσεις ενώ παράλληλα εμβολιάζονται όλο και περισσότεροι πολίτες, η οικονομία θα πρέπει να φτάσει σε επίπεδο που είχε πριν από την πανδημία στα μέσα του 2022, νωρίτερα από ό, τι αναμενόταν προηγουμένως. Ωστόσο, η ανάκαμψη θα είναι άνιση και η Ισπανία και η Ιταλία δεν αναμένεται να φτάσουν αυτό στον στόχο μέχρι το τέλος του επόμενου έτους, ανέφερε.
Η ευρωζώνη ξεκίνησε τη χρονιά σε αδύναμη βάση καθώς οι κυβερνήσεις επέκτειναν μέτρα και τους περιορισμούς για την καταπολέμηση της εξάπλωσης νέων παραλλαγών του ιού.
Η πρόοδος παρεμποδίστηκε επίσης από την αργή διάθεση των εμβολίων που έμεινα πίσω σε σύγκριση με το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, με την Κομισιόν να δηλώνει ότι αναμένει από τις οικονομίες της ΕΕ και της ευρωζώνης να συρρικνωθούν αυτό το τρίμηνο.
Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, δήλωσε την Τετάρτη ότι παρατείνει τους περισσότερους από τους περιορισμούς της έως τις 7 Μαρτίου, επιτρέποντας μόνο τη λειτουργία των σχολείων και των παιδικών σταθμών. Η ΕΕ προβλέπει περισσότερες παραδόσεις εμβολίων το δεύτερο τρίμηνο και εξακολουθεί να διατηρεί τον στόχος της να εμβολιαστεί το 70% του πληθυσμού της μέχρι το καλοκαίρι.
«Το ερώτημα είναι τώρα πόσο γρήγορα μπορεί να διατεθεί το εμβόλιο και μέχρι ποιο σημείο μπορούν να χαλαρώσουν οι περιορισμοί», δήλωσε η Κομισιόν. Οι στόχοι της ΕΕ βασίζονται σε συμφωνημένες παραδόσεις από τις φαρμακοβιομηχανίες και υποθέτουν ότι οι παραδόσεις θα πραγματοποιούνται χωρίς καθυστερήσεις.
«Καθώς θα αυξάνονται οι εμβολιασμοί τους επόμενους μήνες, μια χαλάρωση των μέτρων περιορισμού θα επιτρέψει την ενίσχυση της ανάκαμψης την άνοιξη και το καλοκαίρι», δήλωσε ο Επίτροπος Οικονομίας της ΕΕ Πάολο Τζεντιλόνι.
Η διάθεση των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης θα μπορούσε να δώσει μια άλλη ώθηση , το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων όμως δεν έχει ληφθεί υπόψη στις τελευταίες προβλέψεις. Οι χώρες καταρτίζουν τα εθνικά τους σχέδια ανάκαμψης προσδιορίζοντας έργα στα οποία σκοπεύουν να επενδύσουν.
Μεγάλο μέρος του ποσού θα διατεθεί στην Ισπανία και την Ιταλία, των οποίων οι οικονομίες που εξαρτώνται από τον τουρισμό και έχουν καταστραφεί από τους περιορισμούς στα διεθνή ταξίδια και από το κλείσιμο του κλάδου της φιλοξενίας.
Η ανάκαμψη θα υποστηριχθεί από μια ισχυρή παγκόσμια ανάπτυξη και θα μπορούσε να ενισχυθεί περαιτέρω από μια «έκρηξη αισιοδοξίας μετά την κρίση, η οποία θα μπορούσε να υποστηρίξει ισχυρότερη ζήτηση και διάθεση για επενδύσεις», δήλωσε η Επιτροπή. Αυτό θα οφείλεται στις ιστορικά υψηλές αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης και υποστηρικτικές πολιτικές.
Μια παρατεταμένη κρίση, από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε να αφήσει «βαθύτερες ουλές στον ιστό της ευρωπαϊκής οικονομίας» μέσω της αύξησης των πτωχεύσεων και της αύξησης της ανεργίας. Αυτό θα οδηγούσε επίσης σε αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ενδεχομένως να στρεσάρει τον τραπεζικό τομέα.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από Bloomberg