Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 03 Ιουλίου 2007 18:05

Μονάδες μικρού και μεσαίου μεγέθους το 50% του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας

Το 50% του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας μας αποτελείται από μονάδες μικρού και μεσαίου μεγέθους.

Αυτό ισχύει κυρίως στην Ελλάδα, η οποία βρίσκεται στην ουρά των ανταγωνιστριών χωρών από άποψη μέσου μεγέθους καταλυμάτων και χωρίς σαφείς τάσεις βελτίωσης. Η φιλελευθεροποίηση και παγκοσμιοποίηση τείνουν να αυξάνουν το μέσο μέγεθος στο χώρο των καταλυμάτων. Κρίνεται απαραίτητη η αλλαγή της προσφοράς προκειμένου να εναρμονισθεί με τις καταναλωτικές προτιμήσεις.

Όπως προκύπτει από μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), σχετικά με τον ρόλο, τις προοπτικές αλλά και τα μέτρα ανάπτυξης των μικρομεσαίων τουριστικών καταλυμάτων το 37% του καταλυματικού δυναμικού αποτελείται από πολύ μικρές μονάδες, μέσου μεγέθους 14-15 κλινών. Το ποσοστό γίνεται 45-50%, αν συνυπολογισθούν και οι αδήλωτες μονάδες (άποψη της ηγεσίας του κλάδου). Τα λοιπά καταλύματα, δηλ. ενοικιαζόμενα δωμάτια-κατασκηνώσεις, ισούνται με το 80% των ξενοδοχειακών καταλυμάτων (το 100% κατά τα ανωτέρω).

Τα ξενοδοχεία 2 και 1 αστέρων και τα αντιστοίχων κατηγοριών ενοικιαζόμενα δωμάτια και κατασκηνώσεις αντιπροσωπεύουν μέγεθος της τάξεως του 60% του καταλυματικού δυναμικού.

Το μέσο μέγεθος του ξενοδοχειακού δυναμικού παραμένει εξαιρετικά μικρό (76 κλίνες), με συνέπεια αδυναμία παροχής επαρκούς ποικιλίας και ποιότητος υπηρεσιών σε σύγκριση με τις ανταγωνίστριες χώρες, κυρίως δε σε σχέση με τους νεότερους προορισμούς. Τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, ως ποσοστό του συνόλου, εμφανίζουν άνοδο και κατά την πρόσφατη περίοδο 1996-2004. Μόνο το 24% των ενοικιαζομένων δωματίων, τυπικώς τουλάχιστον, εμπίπτουν στις κατηγορίες 4 και 3 κλειδιών, ένδειξη προϊδεάζουσα αρνητικά για την ποιότητα και ποικιλία των προσφερομένων από αυτά υπηρεσιών. Τα ανωτέρω ποσοστά, δηλωτικά χαμηλής ποιότητας υπηρεσιών, εξηγούνται εν μέρει από τα νησιωτικά χαρακτηριστικά της χώρας, τα οποία ευνοούν την ύπαρξη και επιβίωση των μικρών καταλυμάτων.

Από δυναμικής απόψεως, το ΙΤΕΠ επισημαίνει τα ακόλουθα:

- Στην περίοδο 1977-2004, το συνολικό καταλυματικό δυναμικό αυξήθηκε κατά 284% έναντι αυξήσεως των αφίξεων αλλοδαπών τουριστών κατά 179%. Συνετελέσθη δηλ. αύξηση της καταλυματικής υποδομής - ενδεχομένως σε βάρος της βασικής υποδομής - πέραν των ορίων που προσδιορίζει η δυναμική της ζητήσεως, και μάλιστα κατά μη επιθυμητή διάρθρωση.

- Κατά την ίδια 27ετή περίοδο η βασική δομή του ξενοδοχειακού δυναμικού παρέμεινε κατ' ουσία αμετάβλητη. Οι κατωτέρων κατηγοριών μονάδες (2 και 1 αστέρων) αντιπροσωπεύουν ποσοστό του ξενοδοχειακού δυναμικού 43% το 2004, έναντι 44% το 1977, το δε μέσο μέγεθος της κατηγορίας 2 αστέρων μειώθηκε σε 52 κλίνες έναντι 55 (!) το 1977.

- Το μέσο μέγεθος του συνολικού καταλυματικού δυναμικού, που τελικώς είναι αυτό που χαρακτηρίζει και την ποιότητα των αντίστοιχων υπηρεσιών, είναι μόλις 31 κλίνες, μειώνεται δε έτι περαιτέρω, αν συνυπολογισθούν τα αδήλωτα ενοικιαζόμενα δωμάτια, υπολογιζόμενα σε 150.000 κλίνες περίπου.

- Θετική εξέλιξη αποτελεί η αύξηση του μεριδίου των ξενοδοχείων 5 και 4 αστέρων από 27,7% το 1977 σε 33% το 2004. Η βελτίωση αυτή, ωστόσο, εξουδετερώνεται σε κάποιο βαθμό από τη μείωση του μεριδίου των μονάδων 3 αστέρων κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες. Η κατηγορία αυτή ανταποκρίνεται εγγύτερα στις δυνατότητες των μέσων εισοδημάτων και θα ανέμενε κανείς να αυξάνει το μερίδιό της σε βάρος της κατηγορίας 2 αστέρων.

ΤΖΙΝΑ Ι.ΑΓΓΟΥΡΗ