Για το 4ο διαδοχικό τρίμηνο ύφεσης προετοιμάζονται στο οικονομικό επιτελείο, καθώς με «χαμένο» τον μισό Ιανουάριο και τον υπόλοιπο μήνα στην καλύτερη περίπτωση να λειτουργεί -τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το λιανεμπόριο- με αυστηρά περιοριστικά μέτρα, θεωρείται πλέον αδύνατον να συγκρατηθεί το ΑΕΠ στα επίπεδα που βρισκόταν στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2020. Οι πιθανότητες μάλιστα και σε αυτό το τρίμηνο η ύφεση να είναι διψήφια ενισχύει την εκτίμηση ότι το λιανεμπόριο -κινητήριος δύναμη του ΑΕΠ για το α’ τρίμηνο κάθε χρονιάς- πρέπει να λειτουργήσει το ταχύτερο δυνατόν έστω και με περιορισμούς.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Για το 4ο διαδοχικό τρίμηνο ύφεσης προετοιμάζονται στο οικονομικό επιτελείο, καθώς με «χαμένο» τον μισό Ιανουάριο και τον υπόλοιπο μήνα στην καλύτερη περίπτωση να λειτουργεί -τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το λιανεμπόριο- με αυστηρά περιοριστικά μέτρα, θεωρείται πλέον αδύνατον να συγκρατηθεί το ΑΕΠ στα επίπεδα που βρισκόταν στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2020. Οι πιθανότητες μάλιστα και σε αυτό το τρίμηνο η ύφεση να είναι διψήφια ενισχύει την εκτίμηση ότι το λιανεμπόριο -κινητήριος δύναμη του ΑΕΠ για το α’ τρίμηνο κάθε χρονιάς- πρέπει να λειτουργήσει το ταχύτερο δυνατόν έστω και με περιορισμούς.
Η «συνταγή» του ΑΕΠ για το πρώτο τρίμηνο δείχνει και το πόσο σημαντικό είναι το να λειτουργήσει το εμπόριο. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν του πρώτου τριμήνου του 2020 είχε ανέλθει στα 45,886 δισ. ευρώ και από αυτά τα 10,206 δισ. ευρώ αποτέλεσαν την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του χονδρικού και του λιανικού εμπορίου. Είναι μακράν ο κλάδος με τη μεγαλύτερη συμμετοχή, ενώ ακολουθεί η δημόσια διοίκηση με 7,747 δισ. ευρώ, η διαχείριση ακίνητης περιουσίας με 6,997 δισ. ευρώ και τα ορυχεία, τα λατομεία και η μεταποίηση με 5,739 δισ. ευρώ. Έτσι, μια μείωση της τάξεως του 30% μόνο στην εμπορική δραστηριότητα αρκεί για να επιφέρει ύφεση της τάξεως του 7%, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η μεταβολή σε οποιονδήποτε άλλο κλάδο οικονομικής δραστηριότητας. Να σημειωθεί ότι στην προστιθέμενη αξία των 10,206 δισ. ευρώ, όπως μετρήθηκε για το πρώτο τρίμηνο του 2020, συμπεριλαμβάνονται και οι κλάδοι των καταλυμάτων και των υπηρεσιών εστίασης. Στα μεν καταλύματα ο κύκλος εργασιών αναμένεται ότι θα είναι σχεδόν μηδενικός για το πρώτο τρίμηνο, ενώ στον δε κλάδο της εστίασης στο υπουργείο Οικονομικών περιμένουν σαφή εικόνα για την απόδοση του take away και του delivery, πολιτικές οι οποίες υιοθετήθηκαν από τις περισσότερες εταιρείες εστίασης, ακόμη και από αυτές που δεν είχαν «εμπειρία» στον συγκεκριμένο τομέα.
Στο οικονομικό επιτελείο αναγνωρίζουν ότι ακόμη και αν ανοίξει τη Δευτέρα το λιανεμπόριο με την τακτική του click away ή του click in shop για τα καταστήματα ένδυσης και υπόδησης, δεν θα καταφέρουν να φτάσουν στο 100% λειτουργίας της αγοράς, καθώς τα χαρακτηριστικά του λιανεμπορίου (μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που δεν διαθέτουν ηλεκτρονική σελίδα κ.λπ.) δεν θα αλλάξουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Ακόμη και το πρόγραμμα επιδότησης των επιχειρήσεων για τη δημιουργία ηλεκτρονικών καταστημάτων ουσιαστικά θα έχει θετικό αντίκτυπο σε μεσοπρόθεσμη βάση και όχι άμεσα. Στο λιανεμπόριο υπάρχουν τομείς οι οποίοι λειτουργούν ως «ασπίδα» στις υφεσιακές τάσεις, καθώς εξακολουθούν και στις αρχές του χρόνου να παρουσιάζουν αύξηση πωλήσεων. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται τα super markets, οι φούρνοι, οι κάβες κ.ά. Ωστόσο, η μεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων υφίσταται πολύ μεγάλες πιέσεις. Επίσης, για το οικονομικό επιτελείο δεν έχει σημασία μόνο η συνολική πτώση του τζίρου στο λιανεμπόριο (η οποία μοιραία θα επηρεάσει και το χονδρεμπόριο), αλλά και η κατανομή της απώλειας εσόδων. Το να υποχρεωθεί σε λουκέτο ένας πολύ μεγάλος αριθμός μαγαζιών, ακόμη και αν αυτό δεν θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στο ΑΕΠ του α’ τριμήνου, είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει την απασχόληση. Οι καταστηματάρχες είναι και αυτοί απασχολούμενοι (για την ακρίβεια αυτοαπασχολούμενοι), οι οποίοι μάλιστα δεν «προστατεύονται» από τις δεσμεύσεις της επιστρεπτέας προκαταβολής.
Για να στηριχθεί η οικονομία του α’ τριμήνου, το οικονομικό επιτελείο θα διαθέσει το μεγαλύτερο μέρος από το οπλοστάσιο των μέτρων στήριξης, ελπίζοντας ότι με πραγματικές και μεγάλες ενέσεις ρευστότητας στην αγορά θα επιτύχει δύο στόχους: πρώτον, να συγκρατήσει το ποσοστό της ύφεσης, και, δεύτερον, να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να οδηγηθούμε σε ανάκαμψη από τον Απρίλιο και μετά. Το να συγκρατηθεί η πτώση της οικονομίας στο β’ τρίμηνο είναι πιο εύκολο, καθώς η σύγκριση θα γίνει με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, που ο πήχης ήταν εξαιρετικά χαμηλά (στο διάστημα Απριλίου-Ιουνίου η ύφεση έφτασε στο 15%).
Τα μέτρα στήριξης
Για τη στήριξη του λιανεμπορίου, αλλά και των υπόλοιπων κλάδων που συνεχίζουν να πλήττονται, στις αρχές της νέας χρονιάς έχουν δρομολογηθεί:
1. Η συνέχιση του μέτρου των αναστολών συμβάσεων εργασίας. Οι εμπορικές επιχειρήσεις που θα λειτουργήσουν με click away ή click in shop θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν τον αριθμό των εργαζομένων που θα επαναφέρουν στην ενεργό δράση για να στηρίξουν τη δραστηριότητα, αλλά και τον αριθμό των εργαζομένων που θα κρατήσουν σε αναστολή. Είναι μάλιστα πιθανό το μέτρο να παραταθεί και τον Φεβρουάριο, καθώς δεν είναι δεδομένο ότι τον Φεβρουάριο θα έχει επιτραπεί η λειτουργία της λιανικής με τον παραδοσιακό τρόπο.
2. Τα ενοίκια του Ιανουαρίου δεν θα πληρωθούν, ενώ ανοικτό παραμένει το ενδεχόμενο να γίνει το ίδιο και για τα ενοίκια του Φεβρουαρίου. Προς το παρόν, για τον επόμενο μήνα έχει γίνει γνωστό ότι θα υπάρξει κούρεμα 80%.
3. Η επιστρεπτέα προκαταβολή θα καταβληθεί στις 25 Ιανουαρίου. Ακόμη και αν το υπουργείο Οικονομικών ανακοινώσει παράταση στην προθεσμία υποβολής των αιτήσεων που είναι και πολύ πιθανό (οι αιτήσεις κανονικά υποβάλλονται έως αύριο), το οικονομικό επιτελείο έχει ήδη πλήρη εικόνα της ζήτησης, καθώς χθες οι αιτήσεις ξεπέρασαν τις 390.000, φτάνοντας στον στόχο των 400.000 που είχε θέσει ο υπουργός Οικονομικών. Με τόσα δεδομένα, μπορεί να σχεδιαστεί η μαθηματική φόρμουλα υπολογισμού των δανείων χωρίς να υπάρξει ο κίνδυνος αποκλίσεων όσον αφορά τον προϋπολογισμό του μέτρου.