Περίπου 4 δισ. ευρώ σχεδιάζει ο ΟΔΔΗΧ να αντλήσει από τις αγορές το πρώτο τρίμηνο του έτους με ορίζοντα, ανάλογα με τις συνθήκες που θα επικρατούν, το α΄εξάμηνο να έχει καλύψει γύρω στο 60% του ετήσιου προγράμματος. Το ποσοστό αυτό μεταφράζεται σε περίπου 7 δισ. ευρώ από τα 12 δισ. ευρώ που έχει θέσει ως μέγιστο στόχο στο ετήσιο πρόγραμμα δανεισμού για το 2021.
Περίπου 4 δισ. ευρώ σχεδιάζει ο ΟΔΔΗΧ να αντλήσει από τις αγορές το πρώτο τρίμηνο του έτους με ορίζοντα, ανάλογα με τις συνθήκες που θα επικρατούν, το α΄εξάμηνο να έχει καλύψει γύρω στο 60% του ετήσιου προγράμματος. Το ποσοστό αυτό μεταφράζεται σε περίπου 7 δισ. ευρώ από τα 12 δισ. ευρώ που έχει θέσει ως μέγιστο στόχο στο ετήσιο πρόγραμμα δανεισμού για το 2021.
Παράλληλα, το νέο «χρέος» αναμένεται να έχει μεγαλύτερη διάρκεια καθώς στους σχεδιασμούς είναι η πρώτη έξοδος στις αγορές για φέτος να γίνει μέσω μιας έκδοσης ομολόγων διάρκειας τουλάχιστον 10ετίας χωρίς, σύμφωνα με αναλυτές, να αποκλείεται και μια έκδοση διάρκειας 30 ετών εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Όπως διευκρινίζουν αρμόδιες πηγές, τους πρώτους μήνες του έτους πολλές ευρωπαϊκές χώρες θα προχωρήσουν σε σειρά ομολογιακών εκδόσεων, με αρκετές από αυτές να στρέφονται στις αγορές για δανεισμό εκατοντάδων δισ. ευρώ. Την ίδια ώρα, η ΕΚΤ θα συνεχίσει τις αγορές κρατικών ομολόγων μέσω του έκτακτου προγράμματος λόγω της πανδημίας (PEPP) μετά και την απόφαση του διοικητικού της συμβουλίου το Δεκέμβριο για αύξηση του ποσού κατά 500 δισ. ευρώ έως το Μάρτιο του 2022, φτάνοντας συνολικά σε 1,85 τρισ. ευρώ.
Η κίνηση αυτή εκτιμάται ότι θα ωφελήσει την Ελλάδα καθώς θα διατηρήσει τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα. Όμως εν μέσω αρνητικών επιτοκίων δανεισμού για αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, οι ελληνικοί τίτλοι θεωρούνται ιδιαίτερα ελκυστικοί καθώς παρέχουν έστω και ένα μικρό κέρδος στους επενδυτές. Σημειώνεται ότι το κόστος δανεισμού της Ελλάδας κινείται κοντά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και επενδυτικοί οίκοι προβλέπουν περαιτέρω μείωσή του. Σήμερα η απόδοση του 10ετούς ομολόγου διαμορφώνεται στο 0,62%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι :
· τα ελληνικά ομόλογα παρά το γεγονός ότι δεν ανήκουν στην επενδυτική βαθμίδα, η προσφορά σε σχέση με τη ζήτηση είναι χαμηλή εξαιτίας και του γεγονότος ότι τα ταμειακά διαθέσιμα, παρά τα ποσά που έχουν διατεθεί για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, παραμένουν σε ικανοποιητικά επίπεδα στα 31-32 δισ. ευρώ (εκ των οποίων τα 15,7 δισ. ευρώ είναι δεσμευμένα από τον ESM). Παράλληλα, το Ελληνικό Δημόσιο προχωρά σε προσεκτικές κινήσεις, διατηρώντας όμως την «επαφή» με τις αγορές.
· το υπουργείο Οικονομικών έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει σε σταδιακή αναδιάρθρωση του χρέους αντικαθιστώντας μέρος αυτού που είναι βραχυπρόθεσμο με τίτλους μεγαλύτερης διάρκειας. Με αυτό τον τρόπο αντικαθιστά ακριβότερο χρέος με φθηνότερο και μάλιστα πιο μακροπρόθεσμο. Αυτή τη στιγμή, ο μεγαλύτερης διάρκειας ελληνικός τίτλος που βρίσκεται σε κυκλοφορία είναι το 25ετές ομόλογο (λήξης 2042) που προέκυψε από το swap ομολόγων του 2017.
Ραλλού Αλεξοπούλου