Μια καθ’ όλα δύσκολη συγκυρία έχουν να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις, καθώς η χρηματοδότησή τους καθίσταται εξαιρετικά αμφίβολη στο αμέσως προσεχές διάστημα στην περίπτωση που δεν αλλάξει η πιστωτική πολιτική των τραπεζών.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Μια καθ’ όλα δύσκολη συγκυρία έχουν να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις, καθώς η χρηματοδότησή τους καθίσταται εξαιρετικά αμφίβολη στο αμέσως προσεχές διάστημα στην περίπτωση που δεν αλλάξει η πιστωτική πολιτική των τραπεζών.
Αυτό αναφέρουν στη «Ν» έγκυροι τραπεζικοί παράγοντες, σημειώνοντας πως λόγω του lockdown και των αυξημένων εξόδων έναντι του τζίρου των επιχειρήσεων που κατρακυλά, οι δείκτες κυρίως των μικρομεσαίων εταιρειών θα εξελιχθούν εφιαλτικά μέσα στην τρέχουσα χρονιά. Οι επιχειρήσεις αυτές θα παρουσιάσουν αρνητικά EBIDTA, αυξημένα λειτουργικά έξοδα, χαμηλότερο κύκλο εργασιών, εξαιτίας των πολλαπλών lockdowns της οικονομίας.
Με τα τρέχοντα δεδομένα των πιστωτικών ιδρυμάτων οι αλληλόχρεοι λογαριασμοί και τα κεφάλαια κίνησης, σε μια χρονιά που θα χρειαστεί να επανεκκινήσει η οικονομία, θα παρουσιάσουν μεγάλη μείωση, τόσο που να μην μπορούν να υποστηρίξουν τη δραστηριότητα πολλών επιχειρήσεων. Άλλωστε κάποια στιγμή τα προγράμματα εγγυήσεων, όπως προαναγγέλλουν οι θεσμοί, θα λάβουν τέλος.
Και είναι γεγονός πως οι τράπεζες ήδη εξετάζουν τις βιώσιμες επιχειρήσεις. Και ασφαλώς όταν το θέμα αφορά τις μεγάλες επιχειρήσεις με βάση τα ελληνικά δεδομένα, μπορεί να γίνουν σωστές προβολές σε ό,τι αφορά αυτό που ζητούν οι θεσμοί: τη βιωσιμότητά τους.
Πόσο εύκολο όμως είναι αυτό να γίνει σε μικρότερες επιχειρήσεις, που θα μπορούσαν να συνεχίσουν στον στίβο της αγοράς και την επόμενη χρονιά εφόσον χρηματοδοτηθούν ή να διακόψουν τη λειτουργία τους αν δεν χρηματοδοτηθούν.
Με βάση συντηρητικές προβλέψεις, τα πιστωτικά όρια σε όσες από τις επιχειρήσεις χρηματοδοτηθούν με βάση τα στοιχεία του 2020, θα κατέλθουν στο μισό ή και στο 30%.
Τον Σεπτέμβριο του 2020 το υπόλοιπο των χρηματοδοτήσεων προς τις επιχειρήσεις με βάση τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος πλησίαζε τα 74 δισ. ευρώ και σημείωνε αύξηση 7,5% σε 12μηνη βάση.
Και είναι αλήθεια πως αν και οι... κάνουλες των τραπεζών δεν άνοιξαν ούτε την περασμένη χρονιά, εν τούτοις η προσδοκία της ανάκαμψης είχε αυξήσει τις ροές.
Κύκλοι της αγοράς σημείωναν με έμφαση πως επειδή η οικονομική συγκυρία είναι εξόχως αρνητική και παραμένει ένας άγνωστος Χ το ύψος των νέων κόκκινων δανείων και πώς αυτά θα αντιμετωπιστούν, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν με βάση την προ κορονοϊού τάση υπολογίζοντας οι τράπεζες αν το 2020 μπορεί να αποτελέσει παρένθεση ή όχι.
Άλλωστε κάποιες από τις επιχειρήσεις, επιβαρυμένες από το παρελθόν, εκτιμάται πως δεν θα καταφέρουν να κάνουν επανέναρξη λειτουργίας στη μετά τον κορονοϊό εποχή.
Οι εκτιμήσεις για τα κόκκινα δάνεια είναι πολλές και ποικίλες. Τα νέα κόκκινα δάνεια που θα προκύψουν μετά τον Covid-19 και μετά τη λήξη των μορατόριουμ εκτιμάται πως θα είναι υψηλότερα των 10 δισ. ευρώ. Υπάρχουν πάντως και οι εκτιμήσεις για περίπου 15 δισ. ευρώ νέα NPEs.
Η αντιμετώπιση αυτών των δανείων θα είναι το κλειδί για το πώς θα λειτουργήσουν οι χρηματοδοτήσεις κατά το επόμενο έτος.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, επειδή οι εγκρίσεις χρηματοδοτήσεων δεν αποτελούν καθόλου απλή υπόθεση ούτε στους τρέχοντες ταραγμένους καιρούς, όπως αναφέρουν κύκλοι της αγοράς, τα τραπεζικά στελέχη θα χρειαστούν ειδική νομοθετική κάλυψη ή σχετική απόφαση από τους θεσμούς, εγχώριους ή ξένους, ώστε να προσαρμόσουν την πιστωτική τους πολιτική στα νέα δεδομένα της οικονομίας.