Ύφεση της τάξεως του 10% στο τρίτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς και συρρίκνωση του ΑΕΠ περίπου κατά 7% στο 4ο και τελευταίο τρίμηνο περιμένει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Η χρονιά αναμένεται να κλείσει με συνολική ύφεση 8,2%.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Ύφεση της τάξεως του 10% στο τρίτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς και συρρίκνωση του ΑΕΠ περίπου κατά 7% στο 4ο και τελευταίο τρίμηνο περιμένει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Η χρονιά αναμένεται να κλείσει με συνολική ύφεση 8,2%.
Σε αντίθεση με το τι συνέβη στο πρώτο εξάμηνο του έτους, για το 2ο εξάμηνο αναμένεται συρρίκνωση της οικονομίας με ταχύτερο ρυθμό συγκριτικά με τον αντίστοιχο που θα ισχύσει για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνη.
Αν επιβεβαιωθεί η εκτίμηση, το ΑΕΠ του 3ου τριμήνου θα επιστρέψει σε επίπεδα χαμηλότερα των 44 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση (και σε σταθερές τιμές), επίδοση η οποία έχει να σημειωθεί από το μακρινό 1998, όταν η χώρα είχε ακόμη τη δραχμή ως εθνικό νόμισμα. Διψήφια αρνητική μεταβολή κατά το πιο δυνατό τρίμηνο της χώρας (λόγω τουρισμού) δεν έχει καταγραφεί ποτέ στα τελευταία 25 και πλέον χρόνια, κάτι που σημαίνει ότι η πανδημία θα σημαδέψει με ένα ακόμη αρνητικό ρεκόρ την ελληνική οικονομία: τη μεγαλύτερη ποσοστιαία ύφεση που έχει καταγραφεί κατά τη διάρκεια της «καρδιάς» της τουριστικής περιόδου.
Το προσχέδιο του προϋπολογισμού αποκαλύπτει το μέγεθος της καταστροφής ανά τρίμηνο που προκάλεσε (και προκαλεί) η πανδημία στην ελληνική οικονομία:
1. Στο πρώτο τρίμηνο, χωρίς τον Covid-19, θα είχαμε ανάκαμψη 2% και κλείσαμε στο -0,5%.
2. Στο δεύτερο τρίμηνο η ανάπτυξη θα ήταν επίσης της τάξεως του 2%, αλλά τελικώς καταγράφηκε η ιστορικά αρνητική επίδοση του -15,2%.
3. Στο 3ο τρίμηνο, χωρίς τον κορονοϊό, είχε προβλεφθεί ανάπτυξη άνω του 2% και πλέον η αναθεωρημένη πρόβλεψη περιορίζει το ΑΕΠ κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες σε τριμηνιαία βάση. Στο 3ο τρίμηνο, η Ευρωζώνη εκτιμάται ότι θα έχει υποστεί λίγο μικρότερη ύφεση (κατά μέσο όρο) συγκριτικά με την Ελλάδα με το μέσο ποσοστό να διαμορφώνεται γύρω στο 8%-9%.
4. Για το τέταρτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς, υπήρχαν προσδοκίες για ανάκαμψη άνω του 3,5% σε τριμηνιαία βάση αλλά πλέον θα θεωρηθεί επιτυχία αν η ύφεση για το διάστημα Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου συγκρατηθεί στο επίπεδο του 7%-8%. Η Ευρωζώνη θα έχει και στο 4ο τρίμηνο μικρότερη ύφεση, η οποία εκτιμάται ότι θα περιοριστεί στο επίπεδο του 6%. Να σημειωθεί, πάντως, ότι οι εκτιμήσεις για την πορεία της Ευρωζώνης στηρίζονται στις προβλέψεις που έκανε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασμένο Ιούλιο οι οποίες και αναμένεται να αναθεωρηθούν με τις χειμερινές προβλέψεις του Νοεμβρίου λαμβάνοντας υπόψη και τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα.
Οι απώλειες εθνικού πλούτου κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου αναμένεται ότι θα κυμανθούν στα τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι. Σε σταθερές τιμές, το ΑΕΠ για το διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου, αναμένεται ότι θα κλείσει περίπου στα 44 δισ. ευρώ από 48,8 δισ. ευρώ το 2019, ενώ σε τρέχουσες τιμές το ΑΕΠ αναμένεται να υποχωρήσει στα περίπου 42 δισ. ευρώ από 47 δισ. ευρώ που ήταν στο αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Πλήγμα από τον τουρισμό
H μεγάλη ζημιά στο 3ο τρίμηνο έχει γίνει από τον τουρισμό. Όπως αναφέρεται και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, αναμένεται μεγαλύτερη μείωση ταξιδιωτικών αφίξεων μη κατοίκων στο δεύτερο εξάμηνο του έτους κατά 70% έναντι του 2019 (που επιφέρουν την απώλεια του 75% των εισπράξεων του 2019 στο σύνολο του 2020) και πιο αργή επαναφορά της οικονομίας σε συνθήκες κανονικότητας, λόγω της συνεχιζόμενης επαπειλούμενης όξυνσης της υγειονομικής κατάστασης ως τον Απρίλιο του 2021. Επίσης, σε όλη τη διάρκεια του 3ου τριμήνου αναμένεται να καταγραφεί σημαντική μείωση της απασχόλησης σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, κάτι που αναμένεται να αποτυπωθεί έντονα στην κατανάλωση. Ο δείκτης της ανεργίας έχει πάρει ανοδική πορεία ήδη από τον Απρίλιο, αλλά κατά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, το πρόβλημα αναμένεται να κορυφωθεί. Το πιο επώδυνο για την αγορά είναι η κατακόρυφη μείωση των ωρών απασχόλησης αλλά και του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων.
Υψηλά η ανεργία, χαμηλά η κατανάλωση
Ο δείκτης της ανεργίας δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα, καθώς επηρεάζεται από την αναστολή των συμβάσεων εργασίας. Ο αριθμός των απασχολούμενων αναμένεται ότι θα είναι μειωμένος ακόμη και κατά 200.000 άτομα στο τέλος Σεπτεμβρίου συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, κάτι που θα χτυπήσει ιδιαίτερα τη συνολική ζήτηση, άρα και την κατανάλωση.