Για μη παροχή στοιχείων του δεύτερου τριμήνου για τις εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης καταγγέλει τον ΕΦΚΑ το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ). Σύμφωνα με τον επικεφαλής του Γραφείου, Φραγκίσκο Κουτεντάκη, υπήρξε εδώ και καιρό επικοινωνία μεταξύ στελεχών του γραφείου και του ΕΦΚΑ, με τελευταία προσπάθεια να καταβάλλεται μέσω επιστολής.
Για μη παροχή στοιχείων του δεύτερου τριμήνου για τις εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης καταγγέλει τον ΕΦΚΑ το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ). Σύμφωνα με τον επικεφαλής του Γραφείου, Φραγκίσκο Κουτεντάκη, υπήρξε εδώ και καιρό επικοινωνία μεταξύ στελεχών του γραφείου και του ΕΦΚΑ, με τελευταία προσπάθεια να καταβάλλεται μέσω επιστολής.
«Σε αντίθεση με τις προηγούμενες τριμηνιαίες εκθέσεις, η Έκθεση Β’ Τριμήνου 2020 του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή δεν περιέχει στοιχεία εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης και την εκτιμώμενη δαπάνη τους.
Μετά τα επανειλημμένα αιτήματά μας προς τις αρμόδιες υπηρεσίες και στη συνέχεια τον διοικητή του ΕΦΚΑ, δεν λάβαμε τα συγκεκριμένα στοιχεία όπως διαμορφώθηκαν στο τέλος Ιουνίου 2020. Μετά τη δημοσίευση της έκθεσης, λάβαμε απαντητική επιστολή από τον ΕΦΚΑ, που επικαλείται τεχνικά προβλήματα στην παροχή των στοιχείων και δεσμεύεται για την αποκατάσταση της ροής τους» σημειώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής σε ανακοίνωσή του.
Το ΓΠΚΒ δηλώνει πως επιθυμεί τη συνέχιση της συνεργασίας που είχε μέχρι πρότινος με τον ΕΦΚΑ και την παροχή στοιχείων που συνδέονται άμεσα με την παρακολούθηση των δημοσιονομικών μεγεθών της Γενικής Κυβέρνησης. Όπως σημειώνει, «ουδέποτε στο παρελθόν είχαμε συναντήσει παρόμοιο πρόβλημα από τις δημόσιες υπηρεσίες και φορείς που συνεργαζόμαστε και μας παρέχουν ανελλιπώς τα στοιχεία που χρειαζόμαστε».
Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής υπογραμμίζει πως θα υπερασπιστεί τη διασφάλιση του θεσμικού του ρόλου και την απαρέγκλιτη τήρηση του άρθρου 28 του Ν. 4270/2014 που ορίζει ρητά ότι «όλοι οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεούνται να παρέχουν στο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή κάθε πληροφορία που εκείνο κρίνει αναγκαία για την επιτέλεση του έργου του».
Σύμφωνα με την έκθεση για το 2ο τρίμηνο το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, η ύφεση 15,2% σε ετήσια βάση αποτελεί την κύρια εκδήλωση της διαταραχής που προκάλεσαν τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του Covid-19. Η αύξηση του ποσοστού ανεργίας στο 18,3% είναι μάλλον συγκρατημένη για το ύψος της ύφεσης σημειώνεται στην έκθεση. «Η σημαντική μείωση των προσλήψεων φαίνεται να αντισταθμίζεται από τη μείωση των απολύσεων όσο παραμένουν σε ισχύ οι υποχρεώσεις διατήρησης των θέσεων εργασίας».
Για το επόμενο διάστημα, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους αναμένεται να ξεκινήσει η σταδιακή επαναφορά της οικονομίας στα φυσιολογικά της επίπεδα. «Ωστόσο, η αναζωπύρωση των κρουσμάτων από τον Αύγουστο και η χαμηλότερη του αναμενομένου πορεία του τουρισμού αυξάνουν την αβεβαιότητα για την έκταση και την διάρκεια της κρίσης και δεν επιτρέπουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. Επισημαίνουμε επίσης ότι η άρση των περιορισμών για τις απολύσεις ενδέχεται να προκαλέσει σημαντική αύξηση της ανεργίας στο επόμενο διάστημα».
Το παραπάνω θα αποτελέσει σημαντική πρόκληση στο επόμενο διάστημα καθώς θα χρειαστούν επιπλέον επεκτατικά μέτρα για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, τα επεκτατικά μέτρα δεν πρέπει να περιοριστούν σε μεταβιβάσεις και φοροαπαλλαγές αλλά και σε δημόσια κατανάλωση και επένδυση, καθώς τα τελευταία έχουν ισχυρότερη επίδραση στο ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την έκθεση, τόσο οι μακροοικονομικές, όσο και οι δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, παρότι δραματικές, παραμένουν διαχειρίσιμες σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Αυτό, ωστόσο, δεν συνιστά λόγο εφησυχασμού αλλά, αντίθετα, καθιστά επιτακτική την ανάγκη προετοιμασίας της ελληνικής οικονομίας προκειμένου να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις όταν αρθούν οι ειδικές συνθήκες και ευνοϊκές παρεμβάσεις της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής που ισχύουν σήμερα.