Την ανάγκη στήριξης της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας με ενεργές πολιτικές, χρηματοδότηση μέσω κινήτρων για Ε&Α και φοροελαφρύνσεις ανέδειξε η νέα μελέτη του ΙΟΒΕ «Η Φαρμακευτική Βιομηχανία στην Ελλάδα. Όροι και προϋποθέσεις για μια νέα αναπτυξιακή δυναμική», καθώς ο κλάδος είναι σημαντικά ανταποδοτικός στο ΑΕΠ της χώρας.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ανθής Αγγελοπούλου
[email protected]
Την ανάγκη στήριξης της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας με ενεργές πολιτικές, χρηματοδότηση μέσω κινήτρων για Ε&Α και φοροελαφρύνσεις ανέδειξε η νέα μελέτη του ΙΟΒΕ «Η Φαρμακευτική Βιομηχανία στην Ελλάδα. Όροι και προϋποθέσεις για μια νέα αναπτυξιακή δυναμική», καθώς ο κλάδος είναι σημαντικά ανταποδοτικός στο ΑΕΠ της χώρας.
Συγκεκριμένα, για κάθε 1 εκατ. ευρώ που επενδύει ο κλάδος η ανταποδοτικότητα στο ΑΕΠ φτάνει το 86%, ενώ δημιουργούνται 20 νέες θέσεις εργασίας. Η συνολική αύξηση των εσόδων του Δημοσίου φτάνει στο 22,5% της επενδυτικής δαπάνης. Πολλαπλασιαστικές, όμως, είναι και οι επιδράσεις από τη λειτουργία νέων παραγωγικών μονάδων, όπου η συνολική επίδραση στο ετήσιο ΑΕΠ αντιστοιχεί στο 129% της επενδυτικής δαπάνης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, ο κλάδος είναι πρωτοπόρος στη βελτίωση της βιομηχανικής παραγωγής με αύξηση 60% το 2019 σε σχέση με το 2015. Η μέση αύξηση του κύκλου εργασιών κατά την περίοδο 2010-2019 ήταν 4,7% ετησίως, ενώ καταλαμβάνει την τρίτη θέση στην ετήσια μεταβολή του δείκτη κύκλου εργασιών κατά 0,5% για τα έτη 2010-2019 με εντονότερη ενίσχυση του δείκτη κατά 6,6% το τελευταίο διάστημα. Επίσης, σχεδόν διπλάσια είναι η παραγωγή φαρμάκου στην Ελλάδα σε αξία (ex-factory) την περίοδο 2006-2018. Το 2019 η αξία της παραγωγής άγγιξε το 1,4 δισ. ευρώ.
Ανοδική είναι η τάση συμβολής του κλάδου φαρμακευτικών προϊόντων και στο σύνολο της μεταποίησης. Το 2017 η προστιθέμενη αξία των φαρμακευτικών προϊόντων έφτασε στα 560 εκατ. ευρώ ή στο 3,4% της μεταποίησης. Το 2018 σημείωσε την πέμπτη υψηλότερη επίδοση μεταξύ των κλάδων της εγχώριας μεταποίησης στις επενδύσεις ανά απασχολούμενο με 10,3 χιλ. ευρώ ανά εργαζόμενο. Το 2019 ήταν ο τέταρτος εξαγωγικός κλάδος, ξεπερνώντας το 1,7 δισ. ευρώ και το 8,5% των συνολικών εξαγωγών μεταποιητικών προϊόντων (πλην πετρελαίου).
Οι δαπάνες για Ε&Α
Για Ε&Α η δαπάνη της φαρμακευτικής βιομηχανίας έφτασε το 2017 στα 51 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 5% της συνολικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα. Επιπλέον, διαθέτει το υψηλότερο μερίδιο πατεντών φαρμάκου στην Ελλάδα σε σχέση με τις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η καινοτομία σε σχέση με άλλους κλάδους είναι υψηλή. Το 31,4% των επιχειρήσεων του τομέα διαθέτει τμήμα Ε&Α και δαπανούν το 7,5% του τζίρου τους σε αυτό. Σημαντική, όμως, είναι και η παρουσία του κλάδου στην απασχόληση με μέσο όρο 16.000 απασχολούμενων κατά το διάστημα 2014-2019. Είναι ο δεύτερος κλάδος ως προς την αύξηση της απασχόλησης (+9,8% ετησίως).
Η μελέτη του ΙΟΒΕ έδειξε ότι ο τομέας πάσχει από ρευστότητα, ενώ απειλείται η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων από τις επιβαρύνσεις των rebate και clawback, τα οποία από το 2012 μέχρι το 2020 όλο και αυξάνονται. Το 2012 ήταν στα 298 εκατ. ευρώ και το 2020 έφτασαν να είναι πάνω από 2 δισ. ευρώ. Ο υπολογισμός του, σύμφωνα με τις εταιρείες, γίνεται σε επίπεδο λιανικής τιμής και όχι ex-factory, ενώ εμπεριέχει και καταχρηστικές επιβαρύνσεις, όπως τη δαπάνη των εμβολίων που αφορούν την πρόληψη της δημόσιας υγείας και την κάλυψη των ανασφάλιστων και ευπαθών ομάδων. Και φυσικά επιβάλλεται και στα παλαιά φάρμακα και στα γενόσημα τα οποία παράγουν εξοικονόμηση όταν χρησιμοποιούνται περισσότερο.
Τέλος, στη μελέτη διαπιστώθηκε ακόμη ότι η Ασία, ως μοναδικός παραγωγός, ίσως να μην είναι το ιδανικότερο και κρίνεται αναγκαία η αναπροσαρμογή και μάλλον η επέκταση των δικτύων διανομής και παραγωγής, ώστε η εφοδιαστική αλυσίδα να έχει μεγαλύτερη ευελιξία.