Το φυσικό αέριο έχει αποκτήσει ρόλο κλειδί στην ενεργειακή μετάβαση καθώς όχι μόνο είναι το πιο φιλικό προς το περιβάλλον από όλα τα συμβατικά καύσιμα, με υψηλή ενεργειακή απόδοση και χαμηλό κόστος, ενώ η τεχνική ευελιξία των μονάδων του το καθιστά το ιδανικό συμπλήρωμα των ΑΠΕ.
Το φυσικό αέριο έχει αποκτήσει ρόλο κλειδί στην ενεργειακή μετάβαση καθώς όχι μόνο είναι το πιο φιλικό προς το περιβάλλον από όλα τα συμβατικά καύσιμα, με υψηλή ενεργειακή απόδοση και χαμηλό κόστος, ενώ η τεχνική ευελιξία των μονάδων του το καθιστά το ιδανικό συμπλήρωμα των ΑΠΕ.
Στην Ελλάδα το φυσικό αέριο είναι ταυτισμένο με τη ΔΕΠΑ, την εταιρεία που πραγματοποίησε μια κολοσσιαία επένδυση άνω των 3,2 δισ. ευρώ, δημιουργώντας από το μηδέν τις υποδομές για την εισαγωγή και τη διανομή του σε όλη τη χώρα, συμβάλλοντας έτσι καταλυτικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και τη μείωση του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος.
Ωστόσο, για να επιτευχθεί ο στόχος μιας κλιματικά ουδέτερης Ευρώπης έως το 2050, που θέτει η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, είναι αναγκαία από σήμερα η ανάπτυξη αξιόπιστων πηγών ενέργειας, πέραν φυσικά των ΑΠΕ. Πηγές που θα εκμεταλλεύονται τις υπάρχουσες εκτεταμένες υποδομές και δίκτυα φυσικού αερίου (2,2 εκατ. χλμ. μόνο στην Ευρώπη) για να καλύψουν τις σύγχρονες ενεργειακές ανάγκες με ασφάλεια και οικονομία, δίχως να επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Μια τέτοια εναλλακτική είναι αναμφίβολα το υδρογόνο, καθώς αποτελεί μια δυναμικά αναπτυσσόμενη καθαρή πηγή ενέργειας (η καύση του παράγει μόνο νερό, με ενεργειακή απόδοση διπλάσια του φυσικού αερίου και τριπλάσια της βενζίνης για κάθε κιλό καυσίμου) που βρίσκεται στο επίκεντρο των ενεργειακών σχεδιασμών πολλών κρατών, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υποστηρίζεται σθεναρά από την Κομισιόν.
Όπως στην περίπτωση του φυσικού αερίου έτσι και σε αυτή του υδρογόνου, η ΔΕΠΑ – ως ΔΕΠΑ Εμπορίας πλέον - πρωτοστατεί στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την παραγωγή και τη διάθεση του οικολογικού αυτού καυσίμου στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, η εταιρεία προετοιμάζει ήδη τη δίκτυά της για την υποδοχή του υδρογόνου, έχοντας μάλιστα συγκροτήσει γραφείο ειδικών έργων υδρογόνου, μέσω του οποίου συντονίζει τις δράσεις της στον τομέα των τεχνολογιών υδρογόνου, ενώ σχεδιάζει και τη δημιουργία ξεχωριστής διεύθυνσης πράσινων τεχνολογιών που θα ετοιμάσει το ολοκληρωμένο business plan της εμπλοκής της στον σχετικό τομέα.
Επιπλέον, η ΔΕΠΑ είναι ιδρυτικό μέλος της νεοσύστατης Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για το Καθαρό Υδρογόνο, η οποία αναπτύσσει το κατάλληλο πλαίσιο και κατευθύνει τις επενδύσεις στους τομείς του υδρογόνου και των κυψελών καυσίμου, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μάλιστα, ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΠΑ, κ. Κ. Ξιφαράς, είναι συμπρόεδρος της Συμμαχίας και ο μοναδικός εκπρόσωπος ελληνικής εταιρείας, στον κρίσιμο αυτόν φορέα στον οποίο συμμετέχουν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στελέχη της βιομηχανίας, εθνικών και περιφερειακών φορέων, καθώς και της κοινωνίας των πολιτών.
Ταυτόχρονα, ως μέλος του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Υδρογόνου (HYDROGEN EUROPE), η ΔΕΠΑ συμμετέχει σε όλα τα working groups και παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στον τομέα των πράσινων αερίων και ειδικότερα του υδρογόνου, βάζοντας τη δική της σφραγίδα στους ευρωπαϊκούς σχεδιασμούς που αναμένεται να επηρεάσουν άμεσα και τη χώρα μας τα επόμενα χρόνια.
Συνοψίζοντας τη στρατηγική της ΔΕΠΑ στον τομέα του υδρογόνου, ο κ. Ξιφαράς σημείωσε:
«Όπως στο φυσικό αέριο, έτσι και στο υδρογόνο, η ΔΕΠΑ είναι αυτή που αναπτύσσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις και τις υποδομές για την αξιόπιστη και ανταγωνιστική προσφορά του στην Ελλάδα. Η εταιρεία μας πρωταγωνιστεί σε κάθε κρίκο της αλυσίδας παραγωγής και προσφοράς του υδρογόνου ως μια νέα καθαρή πηγή ενέργειας – από την ανάπτυξη των σχετικών τεχνολογιών και την προετοιμασία των δικτύων μεταφοράς του, μέχρι τη δημιουργία του καταλλήλου ρυθμιστικού πλαισίου και την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων.
Και φυσικά συμμετέχει σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς που προωθούν το πράσινο αυτό καύσιμο, όπως η Ευρωπαϊκή Συμμαχία για το Καθαρό Υδρογόνο, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά, ότι βρίσκεται πρώτη γραμμή των ενεργειακών εξελίξεων, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης.»