Το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στο κατάλληλο ύψος των ταμειακών διαθεσίμων, στο ύψος του δημοσίου χρέους κατά το κλείσιμο της φετινής χρονιάς, αλλά και την οριστική δημοσιονομική επίδοση του φετινού προϋπολογισμού αναζητεί το οικονομικό επιτελείο. Τόσο για... ψυχολογικούς όσο και για λόγους διεθνούς εικόνας της χώρας, θα επιδιωχθεί με το κλείσιμο του έτους το χρέος να μην ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ, ποσοστό που θα αναδείξει την Ελλάδα στη δεύτερη θέση παγκοσμίως όσον αφορά την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ της.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στο κατάλληλο ύψος των ταμειακών διαθεσίμων, στο ύψος του δημοσίου χρέους κατά το κλείσιμο της φετινής χρονιάς, αλλά και την οριστική δημοσιονομική επίδοση του φετινού προϋπολογισμού αναζητεί το οικονομικό επιτελείο. Τόσο για... ψυχολογικούς όσο και για λόγους διεθνούς εικόνας της χώρας, θα επιδιωχθεί με το κλείσιμο του έτους το χρέος να μην ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ, ποσοστό που θα αναδείξει την Ελλάδα στη δεύτερη θέση παγκοσμίως όσον αφορά την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ της.
Για την επίτευξη του στόχου, τη συγκράτηση δηλαδή του ΑΕΠ κάτω από το όριο του 200%, στην κυβέρνηση θα περιμένουν να σχηματίσουν καλύτερη εικόνα για την πορεία του ΑΕΠ. Από εκεί και πέρα θα αναλάβει δράση ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ). Ανάλογα με την πορεία των διαθεσίμων και τις ταμειακές ανάγκες της χώρας μέχρι το τέλος του χρόνου θα αποφασιστεί αν και πότε θα υπάρξει νέα έξοδος στις αγορές, αν θα «παγώσει» η διαδικασία αύξησης της έκθεσης στα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου και αν θα υπάρξουν προς το τέλος της χρονιάς κάποιες πρόωρες αποπληρωμές χρέους. Στον ΟΔΔΗΧ υπάρχουν ήδη οι πιθανές εναλλακτικές. Και η πρόωρη αποπληρωμή δόσεων του ΔΝΤ είναι στο «τραπέζι», αλλά και η πρόωρη καταβολή οφειλών που προκύπτουν από τα διμερή δάνεια τα οποία δόθηκαν στην Ελλάδα κατά τα πρώτα έτη της μνημονιακής περιόδου.
Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν με βάση τις εξελίξεις. Καθοριστικοί παράγοντες είναι η πορεία του ΑΕΠ κατά το β’ και το γ’ τρίμηνο, οι ταμειακές ανάγκες που θα παρουσιαστούν μέχρι το τέλος του έτους για να στηριχθούν επιχειρήσεις και εργαζόμενοι, οι εκταμιεύσεις κοινοτικών κονδυλίων που θα πραγματοποιηθούν μέσα στο τρέχον έτος, αλλά και η πορεία των δημοσίων εσόδων μέσα στο φθινόπωρο. Ειδικά για τον τελευταίο αυτόν παράγοντα -την πορεία των εσόδων- υπάρχει έντονη ανησυχία, καθώς αφενός είναι πολλές οι συσσωρευμένες υποχρεώσεις και αφετέρου περιορισμένη η ρευστότητα στην αγορά.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στη Ναυτεμπορική