Οριακή, ωστόσο ταχύτερη, επιδείνωση των λειτουργικών συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα καταγράφηκε τον Ιούλιο καθώς επιταχύνονται οι ρυθμοί συρρίκνωσης της παραγωγής και των νέων παραγγελιών.
Οριακή, ωστόσο ταχύτερη, επιδείνωση των λειτουργικών συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα καταγράφηκε τον Ιούλιο καθώς επιταχύνεται η υποχώρηση της παραγωγής και των νέων παραγγελιών. Μάλιστα η ταχύτερη επιδείνωση των επιχειρησιακών συνθηκών του μεταποιητικού τομέα αντέστρεψε την τάση προς ανάκαμψη που παρατηρήθηκε μετά το ιστορικό χαμηλό του Απριλίου.
Η αβεβαιότητα που συνεπάγεται η πανδημία του κορωνοϊού επηρέασε αρνητικά τη ζήτηση των πελατών, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό. Από την άλλη, οι ενδείξεις για πλεονάζον εργατικό δυναμικό και εξασθενημένη εισροή νέων παραγγελιών οδήγησαν σε περαιτέρω μείωση του αριθμού των εργαζομένων, καθώς οι εταιρείες υπέδειξαν μειωμένη αισιοδοξία ως προς τις προοπτικές σχετικά με την παραγωγή μέσα στο επόμενο έτος.
Εν τω μεταξύ, οι τιμές εισροών αυξήθηκαν για πρώτη φορά σε διάστημα τεσσάρων μηνών λόγω του υψηλότερου κόστους πρώτων υλών.
Ειδικότερα, ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Ύπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®)– έκλεισε στις 48.6 μονάδες τον Ιούλιο, τιμή χαμηλότερη από τις 49.4 μονάδες του Ιουνίου, μήνας κατά τον οποίο και πάλι καταγράφηκε οριακή επιδείνωση των λειτουργικών συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα.
Σύμφωνα με αναφορές, η μείωση της παραγωγής προήλθε από την έντονη μείωση των νέων εργασιών, καθώς ορισμένες εταιρείες ανέφεραν ότι ο αντίκτυπος στον τουριστικό τομέα έπληξε την εισροή νέων πωλήσεων. Παρότι ο ρυθμός μείωσης ήταν βραδύτερος από το χαμηλό ρεκόρ του Απριλίου, ήταν ωστόσο πολύ ταχύτερος από τον μέσο όρο που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας. Οι κατασκευαστές ανέφεραν επίσης ασθενή ζήτηση από βασικές αγορές εξαγωγών, καθώς οι νέες εργασίες που δέχθηκαν από το εξωτερικό μειώθηκαν σημαντικά.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ταχύτερη μείωση της ζήτησης των πελατών, οι Έλληνες κατασκευαστές υπέδειξαν εξασθενημένη εμπιστοσύνη σχετικά με αύξηση της παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος. Ο βαθμός εμπιστοσύνης μειώθηκε σημαντικά από το υψηλό τεσσάρων μηνών του Ιουνίου, ωστόσο το κλίμα παρέμεινε σε γενικές γραμμές θετικό.
Σύμφωνα με αναφορές, τα επίπεδα εμπιστοσύνης επηρεάστηκαν αρνητικά από την αβεβαιότητα σχετικά με τη συνεχιζόμενη πανδημία COVID-19. Εν τω μεταξύ, το κόστος εισροών αυξήθηκε για πρώτη φορά από τον Μάρτιο, καθώς οι αυξήσεις των τιμών από την πλευρά των προμηθευτών ώθησε το κόστος πρώτων υλών σε υψηλότερα επίπεδα.
Παρόλ’ αυτά, ο ρυθμός αύξησης ήταν, σε γενικές γραμμές, μόλις οριακός και σε πρωτοφανή υποτονικά, για την έρευνα, επίπεδα. Οι τιμές εκροών εξακολούθησαν να μειώνονται, καθώς οι εταιρείες χρησιμοποίησαν περισσότερες εκπτώσεις στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν τις πωλήσεις και να προσελκύσουν νέους πελάτες.
Κατ’ αναλογία με τις ασθενείς συνθήκες ζήτησης, οι κατασκευαστές μείωσαν τον αριθμό των εργαζομένων τους τον Ιούλιο. Η οριακή μείωση της απασχόλησης ήταν η βραδύτερη που έχει καταγραφεί στο τρέχον διάστημα πέντε μηνών συνεχούς συρρίκνωσης, ωστόσο προήλθε από την επιταχυνόμενη αύξηση του πλεονάζοντος προσωπικού στα εργοστάσια των παραγωγών αγαθών.
Οι εταιρείες του μεταποιητικού τομέα εξακολούθησαν να μειώνουν τα αποθέματά τους τον Ιούλιο, καθώς τόσο τα αποθέματα προμηθειών όσο και τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων συρρικνώθηκαν περαιτέρω. Η εξασθενημένη ζήτηση οδήγησε σε άλλον έναν μήνα μείωσης των αγορών εισροών, ενώ οι χρόνοι παράδοσης προμηθειών εξακολούθησαν να επιμηκύνονται.
Με εμπόδια η πορεία προς την ανάκαμψη
«Στο ξεκίνημα το τρίτου τριμήνου, ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας συνάντησε κάποια εμπόδια στην πορεία του προς την ανάκαμψη, καθώς η παραγωγή και οι νέες παραγγελίες μειώθηκαν με ταχύτερους ρυθμούς. Μέλη του πάνελ εξακολούθησαν να αναφέρουν δυσκολίες, οι οποίες προέρχονται από την πανδημία, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την τουριστική περίοδο που στερείται ζωντάνιας και το συνεχιζόμενο κλείσιμο ορισμένων εταιρειών. » σχολίασε η Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, η οποία καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Ύπευθύνων Προμηθειών PMI.
«Οι εταιρείες εξέφρασαν επίσης χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης σχετικά με τη μελλοντική παραγωγή, καθώς κάποιες εταιρείες υπέδειξαν μεγαλύτερη διστακτικότητα ως προς τη ζήτηση των πελατών μέσα στο επόμενο έτος και ως προς το χρόνο που θα χρειαστεί για την επιστροφή σε επίπεδα παραγωγής παρόμοια με την περίοδο πριν από την πανδημία. »
«Εν τω μεταξύ, οι τιμές εισροών υπέδειξαν νέα αύξηση λόγω της μεγαλύτερης ζήτησης παγκοσμίως για εισροές. Ο ρυθμός αύξησης των τιμών του Έλληνα καταναλωτή αναμένεται να παραμείνει υποτονικός, καθώς οι χρεώσεις εκροών εξακολούθησαν να μειώνονται. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβλέψεις μας για το 2020, οι τιμές αναμένεται να μειωθούν κατά 0,5%, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες που παρατηρήθηκαν το 2019.»