Υποχώρηση της οικονομίας της χώρας κατά 7,2%, αναμένει για το 2020 η Αυστριακή Κεντρική Τράπεζα (ΑΚΤ), προβλέποντας ταυτόχρονα μια σαφή ανάκαμψη κατά 4,9% για το 2021.
Υποχώρηση της οικονομίας της χώρας κατά 7,2%, αναμένει για το 2020 η Αυστριακή Κεντρική Τράπεζα (ΑΚΤ), προβλέποντας ταυτόχρονα μια σαφή ανάκαμψη κατά 4,9% για το 2021.
Όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής του ΑΜΠΕ, μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2020 η οικονομική παραγωγή στην Αυστρία μειώθηκε κατά περισσότερο από 13%, αλλά πρόκειται να ανακάμψει κάπως μέσα στο δεύτερο εξάμηνο, όπως αναφέρουν τα στοιχεία της ΑΚΤ που ανακοινώθηκαν το μεσημέρι. Οι τιμές αναμένεται να αυξηθούν το 2020 και το 2021 μόνο κατά 0,8% , κάτι που είναι αρκετά μικρότερο από το σχεδόν 2%, που επιθυμεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Στις προγνώσεις της, η ΑΚΤ αναμένει μαζικές υποχωρήσεις για την ιδιωτική κατανάλωση (μείον 5,8%) και τις εξαγωγές, οι οποίες πιθανόν να μειωθούν κατά 11,6%, ενώ οι εισαγωγές θα μειωθούν κατά 8,9%.
Ο αριθμός των μισθωτών θα μειωθεί κατά 2,2%, αλλά η μείωση στον αριθμό των ωρών εργασίας θα είναι 6,5%, ενώ το ποσοστό ανεργίας - στη βάση του υπολογισμού της από την Eurostat - θα αυξηθεί φέτος στο 6,8% και θα εξακολουθήσει να βρίσκεται σε ένα 5,3% το 2022.
Η οικονομική κρίση θα έχει επίσης αξιοσημείωτο αντίκτυπο στο πορτοφόλι των ιδιωτικών νοικοκυριών, καθώς, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας, το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών θα μειωθεί κατά 0,4% τόσο το 2020 όσο και το 2021. Και μπορεί το ωρομίσθιο να αυξάνεται φέτος, ωστόσο, λόγω του μειωμένου αριθμού ωρών εργασίας, η αμοιβή ανά εργαζόμενο θα είναι κατά 1% χαμηλότερη.
Τα σημάδια επιβράδυνσης της οικονομίας είναι επίσης εμφανή στον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς το κράτος θα καταγράψει φέτος νέο χρέος, κατά ένα 8,9% της οικονομικής παραγωγής, ακολουθούμενο από έλλειμμα 3,9% το 2021 και 1,5% έλλειμμα το 2022. Το επίπεδο χρέους αυξάνεται φέτος στο 84,4% του ΑΕΠ, για να υποχωρήσει αργά τα επόμενα χρόνια, στο 83,7 και 81,4%.
«Η ύφεση που σχετίζεται με το Covid 19 αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη πρόκληση οικονομικής πολιτικής στη Δεύτερη Δημοκρατία μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τα πρώτα χρόνια της ανοικοδόμησης», υπογραμμίζεται από την πλευρά της ΑΚΤ, της οποίας η πρόβλεψη προϋποθέτει ότι ένα φάρμακο κατά του κορωνοϊού θα είναι διαθέσιμο στα μέσα του 2021.
Εάν υπάρξει ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας το φθινόπωρο του 2020, αυτό θα έκανε την οικονομία να συρρικνωθεί κατά δύο ακόμη εκατοστιαίες μονάδες - η μείωση του ΑΕΠ θα ήταν τότε 9,2% φέτος, και η ανάπτυξη το 2021 θα ήταν μόνο στο 3,5%.
Σε εκτιμήσεις της, προ διμήνου, στις αρχές Απριλίου, και σε ένα «μετριοπαθές σενάριο Covid-19», η Αυστριακή Κεντρική Τράπεζα προέβλεπε για φέτος, λόγω του κορωνοϊού, μία συρρίκνωση της οικονομίας της Αυστρίας κατά πάνω από 3%, ενώ το 2021 θα μπορούσε, όπως τονιζόταν, να ακολουθήσει μία «συγκριτικά δυναμική ανάκαμψη».
Σύμφωνα με τις τότε εκτιμήσεις των ειδικών της ΑΚΤ, εάν πριν από το καλοκαίρι δεν υπάρξει μία χαλάρωση των περιορισμών της αυστριακής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού, τότε θα προκύψει μία εντονότερη συρρίκνωση της αυστριακής οικονομίας.
Με αυτές τις εκτιμήσεις της, η Κεντρική Τράπεζα της χώρας εμφανιζόταν να είναι πιο απαισιόδοξη από τα δύο μεγαλύτερα οικονομικά ινστιτούτα της Αυστρίας, που, σε προβλέψεις τους, στα τέλη Μαρτίου, το μεν Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών (IHS) προέβλεπε για το 2020 μία μείωση του ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 2%, το δε Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (WIFO) έκανε λόγο για μείωση κατά 2,5% του ΑΕΠ.
Και τα δύο ινστιτούτα επισήμαιναν ότι οι επιπτώσεις της κρίσης του κορονοϊού στην οικονομία της χώρας θα εξαρτηθούν από τη διάρκεια ισχύος των μέτρων που λαμβάνονται για την ανάσχεση του ιού και διευκρίνιζαν ότι, εξαιτίας της κρίσης, πρόκειται για προσωρινές εκτιμήσεις τους και ότι υπάρχει «μεγάλος κίνδυνος για μία εξέλιξη προς τα κάτω».
Αντιθέτως, τον περασμένο Δεκέμβριο, οι ειδικοί των δύο ινστιτούτων προέβλεπαν για το 2020 μία αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος στην Αυστρία, από μεν την πλευρά του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών κατά 1,2%, από δε το Ινστιτούτο Ανώτερων Σπουδών κατά 1,3%.