Ο κλάδος των επίπλων κουζίνας στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από κερματισμένη προσφορά, καθώς ο αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτόν είναι αρκετά μεγάλος.
Συγκεκριμένα, ο κλάδος απαρτίζεται από τρεις κατηγορίες επιχειρήσεων: τις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, τις εισαγωγικές επιχειρήσεις και τους βιοτέχνες / ξυλουργούς.
Όπως προκύπτει από σχετική μελέτη που εκπονήθηκε πρόσφατα από τη Διεύθυνση Μελετών Οικονομικού Περιβάλλοντος της ICAP, μεταξύ των επιχειρήσεων του παραγωγικού τομέα παρατηρείται ανομοιογένεια ως προς το μέγεθος, τον τρόπο παραγωγής και τον τρόπο οργάνωσης του δικτύου διανομής. Τα οργανωμένα δίκτυα διανομής, τα οποία διαθέτουν συνήθως οι μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου αποτελούνται από εξειδικευμένα σημεία πώλησης, τα οποία λειτουργούν είτε ως εταιρικά είτε με το σύστημα της δικαιόχρησης (franchising), καθώς και από αντιπροσώπους που λειτουργούν ως ανεξάρτητες συνεργαζόμενες επιχειρήσεις.
Το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας παραγωγής επίπλων κουζίνας καλύπτεται από μικρές μονάδες που χαρακτηρίζονται από σχετικά χαμηλά επίπεδα παραγωγής, οι περισσότερες δε από αυτές διαθέτουν μηχανολογικό εξοπλισμό παλαιότερης τεχνολογίας. Επιπλέον, η παραγωγική διαδικασία δεν είναι καθετοποιημένη, με αποτέλεσμα στον εξεταζόμενο κλάδο να δραστηριοποιούνται πολλές επιχειρήσεις που ασχολούνται με την κατασκευή ή εισαγωγή στοιχείων (πορτάκια, πάγκοι, ντουλάπια κλπ.) και εξαρτημάτων (μεντεσέδες, πόμολα, αξεσουάρ κλπ.) επίπλων κουζίνας, οι οποίες αποτελούν βασικούς προμηθευτές των κατασκευαστικών εταιρειών.
Ο εισαγωγικός τομέας των ολοκληρωμένων επίπλων κουζίνας χαρακτηρίζεται επίσης από την ύπαρξη μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων, πολλές από τις οποίες εισάγουν παράλληλα και άλλα προϊόντα (ηλεκτρικές συσκευές, είδη υγιεινής και κρουνοποιίας κλπ.).
Το συνολικό μέγεθος της εγχώριας αγοράς επίπλων κουζίνας βάση ποσότητας (1 τεμάχιο = 1 πλήρες σετ) εμφάνισε διακυμάνσεις την περίοδο 1999-2006. Τη διετία 1999-2000, σημείωσε μικρή μείωση (της τάξης του 2% ετησίως). Αντίθετα, την πενταετία 2001-2005, η εγχώρια αγορά επίπλων κουζίνας ακολούθησε ανοδική πορεία με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 1,5%. Ωστόσο το 2006 σημειώθηκε οριακή μείωση (0,6%) σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Το μεγαλύτερο μερίδιο εξακολουθούν να κατέχουν οι ξυλουργοί / βιοτέχνες στην εγχώρια αγορά επίπλων κουζίνας, το οποίο όμως φαίνεται να παρουσιάζει μείωση. Συγκεκριμένα, το 2006 το μερίδιο αυτής της κατηγορίας εκτιμάται μεταξύ 66,0%-67,3%, ενώ το 1999 είχε διαμορφωθεί σε 77,2%-79,9%.
Το μερίδιο των εισαγωγικών επιχειρήσεων επί της συνολικής αγοράς σημείωσε διαχρονική αύξηση την εξεταζόμενη περίοδο. Συγκεκριμένα, το 2006 διαμορφώθηκε σε 20%-21% επί της συνολικής εγχώριας αγοράς επίπλων κουζίνας, έναντι 11%-13% το 1999. Τα τελευταία χρόνια ο εισαγωγικός τομέας έχει διευρυνθεί, όχι μόνο όσον αφορά τις ποσότητες εισαγόμενων προϊόντων, αλλά και σαν πλήθος επιχειρήσεων που ασχολούνται με την εν λόγω δραστηριότητα. Η διεύρυνση αυτή προέρχεται και από επιχειρήσεις οι οποίες επεκτάθηκαν και στις εισαγωγές, ενώ μέχρι πρόσφατα λειτουργούσαν αποκλειστικά σαν εμπορικές, προμηθευόμενες από την εγχώρια αγορά (από παραγωγούς ή εισαγωγείς). Επιπλέον, με τις εισαγωγές ασχολούνται και αρκετές κατασκευαστικές επιχειρήσεις επίπλων κουζίνας, οι οποίες συνήθως διατηρούν και τις δυο δραστηριότητες σε διαφορετικό όμως ποσοστό ανάλογα με την επιχείρηση.
Όσον αφορά το μερίδιο που καταλαμβάνουν οι βιομηχανίες επίπλων κουζίνας στο σύνολο της αγοράς, προκύπτει πολύ μικρή άνοδος το 2006/05, αν και η συμμετοχή των συγκεκριμένων επιχειρήσεων έχει διευρυνθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Η ζήτηση των εξεταζόμενων προϊόντων προέρχεται τόσο από την τοποθέτηση επίπλων κουζίνας σε νέες κατοικίες όσο και από ανακαινίσεις παλαιοτέρων κατοικιών. Η πρώτη περίπτωση συνδέεται άμεσα με την πορεία της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας, ενώ η ανακαίνιση εξαρτάται κυρίως από το διαθέσιμο εισόδημα και γενικότερα από το βιοτικό επίπεδο. Επίσης, η εξέλιξη των χορηγήσεων στεγαστικών δανείων και δανείων για ανακαινίσεις (κατοικιών αλλά και λοιπών κτιρίων όπου τοποθετούνται έπιπλα κουζίνας), η οποία με τη σειρά της εξαρτάται από τη διαμόρφωση των επιτοκίων και τη σχετική πολιτική των τραπεζών (όροι δανειοδότησης κλπ.), δημιουργεί προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της αγοράς.
Ο έντονος ανταγωνισμός που χαρακτηρίζει την εξεταζόμενη αγορά, οδηγεί τις επιχειρήσεις του κλάδου στην ανάπτυξη πρόσθετων υπηρεσιών προς τους πελάτες τους, όπως η σχεδίαση των προϊόντων από ειδικούς (αρχιτέκτονες, διακοσμητές) με τη χρήση κατάλληλων εργαλείων (CAD: σχεδιασμός μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή), καθώς και οι διευκολύνσεις όσον αφορά την αποπληρωμή. Επίσης, σημαντικός κρίνεται ο προσανατολισμός των εταιρειών στην εύρεση εξειδικευμένου προσωπικού κυρίως όσον αφορά στο στάδιο της τοποθέτησης των επίπλων κουζίνας, ώστε να επιτυγχάνεται η καλύτερη εξυπηρέτηση και ικανοποίηση των πελατών και να μην δημιουργούνται τεχνικά, λειτουργικά ή αισθητικά προβλήματα μετά την ολοκλήρωση της τοποθέτησης.
Στα πλαίσια της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση αντιπροσωπευτικού δείγματος 15 εισαγωγικών επιχειρήσεων και 13 παραγωγικών επιχειρήσεων για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία για το χρονικό διάστημα 2004-2005. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα, το σύνολο του ενεργητικού των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασε αύξηση 9,3% σε σχέση με το 2004. Το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων αυξήθηκε κατά 0,1% έναντι του προηγούμενου έτους, ενώ οι συνολικές πωλήσεις σημείωσαν ποσοστιαία αύξηση 6,46% σε σχέση με το 2004. Το μικτό περιθώριο αυξήθηκε κατά 6,53% ενώ σημαντική αύξηση σημείωσε και το λειτουργικό περιθώριο. Τελικά, το συνολικό καθαρό αποτέλεσμα των επιχειρήσεων του δείγματος το 2005 υποχώρησε κατά 1,88% έναντι του 2004 κυρίως λόγω των αυξημένων μη λειτουργικών εξόδων. Όσον αφορά στις εισαγωγικές επιχειρήσεις το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκε κατά 10,1% το 2005 σε σχέση με το 2004. Τα συνολικά ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων σημείωσαν μεγάλη αύξηση έναντι του 2004. Οι συνολικές πωλήσεις των επιχειρήσεων του δείγματος σημείωσαν μείωση 4,86% σε σχέση με το 2004. Παράλληλα, το μικτό περιθώριο κέρδους μειώθηκε κατά 9,55%. Την εξεταζόμενη διετία το λειτουργικό περιθώριο διαμορφώθηκε σε αρνητικά επίπεδα λόγω των υψηλών λοιπών λειτουργικών εξόδων. Σε αρνητικά επίπεδα κυμάνθηκαν και τα καθαρά αποτελέσματα. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι τα αρνητικά αποτελέσματα του συνολικού δείγματος των 15 εταιρειών επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τα αντίστοιχα μεγέθη μιας (1) ζημιογόνου εταιρείας.
Σχετικά με την πορεία της αγοράς κατοικιών τη διετία 2007-2008, αναμένεται ότι θα υπάρξει αυξημένη προσφορά εξαιτίας της σημαντικής αύξησης στην έκδοση αδειών ανέγερσης κατοικιών κατά το 2005 που έφτασε σχεδόν το 20% και της διατήρησής της σε υψηλά επίπεδα το 2006. Για το λόγο αυτό παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι το μέγεθος της εγχώριας κατανάλωσης ολοκληρωμένων επίπλων κουζίνας θα κινηθεί ανοδικά κατά τη διετία 2007-2008, με ετήσιο ρυθμό που θα κυμανθεί στο 5%-10% (βάσει τεμαχίων). Παράλληλα, οι τάσεις μεταβολής των μεριδίων των τριών κατηγοριών επιχειρήσεων του κλάδου, προβλέπεται να κινηθούν προς την ίδια κατεύθυνση με την προηγούμενη τριετία (κάμψη του μεριδίου των ξυλουργών, άνοδος του ποσοστού των εισαγωγών, σχετικά οριακή άνοδος του μεριδίου των βιομηχανιών).