Με την έλευση του κορωνοϊού στην ελληνική επικράτεια οι όροι “Υγιεινή και Ασφάλεια στην εργασία”, “προστασία της απασχόλησης” και “προστασία του επιχειρείν” έχουν γίνει πιο επίκαιροι από ποτέ. Η προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους εξάπλωσης της πανδημίας του κορωνοϊού, και εν γένει της υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, αποτελεί εκ των πραγμάτων μείζον ζήτημα ιδίως λόγω του γεγονότος ότι το νομοθετικό πλαίσιο μεταβάλλεται και θα συνεχίσει να μεταβάλλεται προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι έκτακτες καταστάσεις που ανακύπτουν λόγω της πανδημίας.
Του Αλέξανδρου Δόσχορη*
Με την έλευση του κορωνοϊού στην ελληνική επικράτεια, οι όροι “Υγιεινή και Ασφάλεια στην εργασία”, “προστασία της απασχόλησης” και “προστασία του επιχειρείν” έχουν γίνει πιο επίκαιροι από ποτέ. Η προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους εξάπλωσης της πανδημίας του κορωνοϊού, και εν γένει της υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, αποτελεί εκ των πραγμάτων μείζον ζήτημα ιδίως λόγω του γεγονότος ότι το νομοθετικό πλαίσιο μεταβάλλεται και θα συνεχίσει να μεταβάλλεται προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι έκτακτες καταστάσεις που ανακύπτουν λόγω της πανδημίας.
Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών του κορωνοϊού και της ανάγκης περιορισμού της διάδοσής του, δείχνει να βρίσκει απόλυτα σύμφωνους τους κοινωνικούς εταίρους – εργαζόμενους και επιχειρήσεις - σε έναν αγώνα που χάνουν και οι δύο.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα έκτακτα και προσωρινά μέτρα της Κυβέρνησης, οι επιχειρήσεις κατά το χρονικό διάστημα από 11.03.2020 έως και 10.04.2020, θα απολαμβάνουν ένα πιο ευέλικτο περιβάλλον απασχόλησης των εργαζομένων τους, απαλλασσόμενοι από την υποχρέωση υποβολής συμπληρωματικού πίνακα ωραρίου, αναγγελίας υπερεργασίας και νομίμου υπερωρίας με τα ανωτέρω στοιχεία να πρέπει να γνωστοποιηθούν κατά τρόπο συγκεντρωτικό, το αργότερο έως τις πρώτες δέκα (10) ημέρες του επόμενου μήνα της παρασχεθείσας εργασίας. Με αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται το μοντέλο της ευέλικτης ώρας προσέλευσης στις επιχειρήσεις προς αποφυγή συνωστισμού στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στους χώρους εργασίας. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η σχετική ευελιξία δεν δίνει χώρο στην υπέρβαση του ημερήσιου χρόνου απασχόλησης, ρίχνοντας ωστόσο το μπαλάκι για ευγενή άμιλλα μεταξύ επιχειρήσεων και εργαζομένων.
Επιπλέον, παρέχεται το δικαίωμα στους εργαζόμενους γονείς να αιτηθούν άδεια ειδικού σκοπού με ελάχιστη διάρκεια τρεις (3) ημέρες, υπό την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος θα κάνει χρήση μιας (1) ημέρας από την ετήσια άδειά του. Σε αυτή την περίπτωση, τα δύο τρίτα (2/3) της άδειας ειδικού σκοπού θα καλύπτονται από τον εργοδότη, και το ένα τρίτο (1/3) από τον τακτικό προϋπολογισμό.
Περαιτέρω, για πρώτη φορά εντάσσεται στο ρυθμιστικό πεδίο των εργασιακών σχέσεων η δυνατότητα μονομερούς εφαρμογής συστήματος εξ αποστάσεως εργασίας (τηλεργασία). Μία διάταξη, η οποία ήρθε μάλλον για να μείνει ως δικαίωμα των επιχειρήσεων και μετά την επιστροφή στην κανονικότητα, υποδηλώνοντας ίσως την αρχή μίας νέας εποχής στις εργασιακές σχέσεις.
Παράλληλα, λαμβάνονται μέτρα ενίσχυσης για τις επιχειρήσεις που έχουν εξαντλήσει τα νομίμως προβλεπόμενα ανώτατα όρια υπερωριακής απασχόλησης. Σύμφωνα με αυτά, οι τελευταίες να δύνανται να απασχολήσουν υπερωριακώς το προσωπικό τους, υπό τον περιορισμό τήρησης των ημερήσιων προβλεπόμενων χρονικών ορίων εργασίας.
Ομοίως, όλες οι επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν με προσωπικό ασφαλείας ως μέτρο ιδιότυπης εκ περιτροπής εργασίας, ενώ επιχειρήσεις που πλήττονται σημαντικά – και εφόσον ο αντίστοιχος ΚΑΔ τους περιλαμβάνεται στην σχετική λίστα του Υπουργείου Οικονομικών - έχουν τη δυνατότητα να αναστείλουν τις συμβάσεις εργασίας, μέρους ή του συνόλου του προσωπικού τους, για χρονικό διάστημα έως ένα (1) μήνα.
Στη μάχη της επιβίωσης των δυο βασικών κοινωνικών εταίρων, η Κυβέρνηση εκτός των ανωτέρω μέτρων εισάγει μηχανισμούς οικονομικής στήριξης με γνώμονα την αποφυγή οποιασδήποτε παράπλευρης απώλειας.
Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με τα εργαλεία οικονομικής ενίσχυσης οι εργαζόμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας σε επιχειρήσεις ή τμήματα επιχειρήσεων των οποίων η λειτουργία έχει υποχρεωτικά ανασταλεί αλλά και σε επιχειρήσεις που συνεχίζουν να λειτουργούν παρουσιάζοντας αποδεδειγμένη μείωση του τζίρου τους (και ανέστειλαν τις συμβάσεις εργασίας μέρους ή όλου του προσωπικού τους), θα λάβουν αποζημίωση ειδικού σκοπού ύψους 800 ευρώ και πλήρη ασφαλιστική κάλυψη. Την έκτακτη αυτή αποζημίωση δικαιούνται να λάβουν και εργαζόμενοι που απολύθηκαν ή εξαναγκάσθηκαν σε παραίτηση από την 1η έως και την 20η Μαρτίου.
Αναφορικά με το Δώρο Πάσχα σημειώνεται ότι θα προβλεφθεί η δυνατότητα μεταγενέστερης καταβολής, ήτοι κατά την καταβολή του επιδόματος αδείας, μόνο για επιχειρήσεις που πλήττονται πραγματικά λόγω μείωσης της δραστηριότητάς τους.
Ταυτόχρονα, τάσσεται ρητή απαγόρευση απολύσεων σε επιχειρήσεις ή τμήματα επιχειρήσεων των οποίων η λειτουργία έχει υποχρεωτικά ανασταλεί. Ειδικότερα, σύμφωνα με το έκτακτο ρυθμιστικό πλαίσιο οποιαδήποτε καταγγελία διενεργείται από την 18η Μαρτίου και για όσο χρονικό διάστημα είναι σε ισχύ τα μέτρα για την αντιμετώπιση των δυσμενών επιπτώσεων του κορωνοϊού θα καθίσταται αυτοδικαίως άκυρη. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ανωτέρω απαγόρευση εμπίπτουν τόσο οι απρόθεσμες - χωρίς προειδοποίηση - όσο και οι τακτικές καταγγελίες - ήτοι κατόπιν προειδοποίησης - των οποίων η έγγραφη προειδοποίηση έλαβε χώρα κατά την περίοδο εφαρμογής του ανωτέρω μέτρου.
Ομοίως, οι επιχειρήσεις των οποίων ο ΚΑΔ περιλαμβάνεται στην ανωτέρω λίστα του Υπουργείου Οικονομικών και οι οποίες θα προβούν στην αναστολή των συμβάσεων εργασίας μέρους ή του συνόλου του προσωπικού τους, απαγορεύεται ρητά να προβούν σε καταγγελία συμβάσεων εργασίας, καθώς και υποχρεούνται να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό εργαζόμενων για χρονικό διάστημα, τουλάχιστον όσο διήρκεσε η αναστολή της εργασιακής σύμβασής τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σχετική ρήτρα περί διατήρησης του ίδιου αριθμού εργαζομένων επιβάλλεται και στις επιχειρήσεις, οι οποίες καίτοι δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω λίστα επιχειρήσεων, θα λειτουργήσουν με προσωπικό ασφαλείας. Ειδικότερα κατά την εφαρμογή του μέτρου αυτού, ορίζεται ότι α) το κατώτατο όριο απασχόλησης για κάθε εργαζόμενο είναι οι δύο (2) εβδομάδες, β) ο σχετικός τρόπος οργάνωσης της εργασίας γίνεται ανά εβδομάδα και πρέπει να λαμβάνει μέρος τουλάχιστον το 50% των εργαζομένων της επιχείρησης και γ) η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει τον ίδιο αριθμό εργαζόμενων.
Σημειώνεται ότι στο προστατευτικό πλαίσιο της ρήτρας διατήρησης θέσεων εργασίας αναμένεται να ενταχθούν όχι μόνον περιπτώσεις καταγγελίας συμβάσεων εργασίας αλλά και πιθανές ενέργειες καταχρηστικής άσκησης εργοδοτικών δικαιωμάτων, καλώντας τις επιχειρήσεις με αυτόν τον τρόπο, να επιδείξουν κοινωνική ευθύνη και αυτοσυγκράτηση.
Αν και ο κίνδυνος επιβίωσης δεκάδων χιλιάδων επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση η απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας δεν έχει ακόμη απομακρυνθεί, αδιαμφισβήτητα, οι προαναφερθείσες πρωτοβουλίες του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και εν γένει της Κυβέρνησης αποτελούν μια παραγωγική εξισορρόπηση των δυνάμεων του εργατικού δικαίου με γνώμονα το συλλογικό συμφέρον.
Η τεράστια πρόκληση της προστασίας της αγοράς εργασίας ορθώνεται πλέον μπροστά μας, προπομπός, όχι μιας ακόμα απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και απαξίωσης του επιχειρείν, αλλά της ενίσχυσης της εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους, εργαζομένων και εργοδοτών.
Λίγα λόγια για τον συντάκτη: Ο κ. Αλέξανδρος Δόσχορης είναι επικεφαλής του τμήματος Εργατικού και Κοινωνικοασφαλιστικού Δικαίου της Δικηγορικής Εταιρείας KBVL, Κοϊμτζόγλου-Μπακάλης-Βενιέρης- Λεβέντης (Μέλος του Δικτύου Δικηγορικών Εταιρειών Deloitte Legal).