Οικονομία & Αγορές
Δευτέρα, 05 Νοεμβρίου 2007 10:13

ΤτΕ: Καθορισμός πλαισίου εποπτείας για covered bonds

Με πράξη του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθορίζονται οι προϋποθέσεις, υπό τις οποίες ομολογιακοί τίτλοι με εξασφαλίσεις επί περιουσιακών στοιχείων που εκδίδονται άμεσα ή μέσω θυγατρικής εταιρείας ειδικού σκοπού από πιστωτικό ίδρυμα, αναγνωρίζονται από την Τράπεζα της Ελλάδος ως καλυμμένες ομολογίες, σύμφωνα με την εξουσιοδότηση που παρέχεται με το άρθρο 91 του ν. 3601/2007.

Οι καλυμμένες ομολογίες (covered bonds) παρέχουν στους επενδυτές μία πρόσθετη εξασφάλιση επί ενός, σαφώς διαχωρισμένου από τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία του πιστωτικού ιδρύματος, χαρτοφυλακίου υψηλής ποιότητας ενυπόθηκων δανείων και κρατικών ομολόγων.

Επιπλέον και σε αντίθεση με τις τιτλοποιήσεις απαιτήσεων, τα στοιχεία που συγκροτούν την ανωτέρω εξασφάλιση δεν απαλλάσσουν τα πιστωτικά ιδρύματα από τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για εποπτικούς σκοπούς, καθώς ο πιστωτικός κίνδυνος που απορρέει από τα στοιχεία αυτά παραμένει στο πιστωτικό ίδρυμα και δεν μεταβιβάζεται.

Ειδικότερα, με τη Πράξη αυτή καθορίζονται:

• οι ελάχιστες απαιτήσεις ως προς τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων και εσωτερικού ελέγχου, καθώς και την κεφαλαιακή βάση που πρέπει να διαθέτουν τα πιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να προβούν στην έκδοση καλυμμένων ομολογιών.

• τα στοιχεία ενεργητικού που επιτρέπεται να συγκροτούν την ανωτέρω εξασφάλιση (ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, δάνεια με υποθήκη επί εμπορικών ακινήτων, κρατικά ομόλογα, κλπ), οι μέθοδοι αποτίμησης και οι έλεγχοι για τη διασφάλιση της επάρκειας της εξασφάλισης.

• οι υποχρεώσεις δημοσιοποίησης των σχετικών στοιχείων στις οικονομικές καταστάσεις και στον ιστοχώρο των πιστωτικών ιδρυμάτων που εκδίδουν καλυμμένες ομολογίες.

Με βάση τις παραπάνω διατάξεις και σε συνδυασμό με αυτές του άρθρου 91 του ν.3601/2007, η εθνική νομοθεσία προσαρμόζεται σε αυτές των λοιπών χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου οι εκδόσεις καλυμμένων ομολογιών έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Επίσης παρέχεται ανάλογη δυνατότητα στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα για άντληση ρευστότητας μέσω της έκδοσης καλυμμένων ομολογιών, που αποτελούν μακροπρόθεσμο μέσο χρηματοδότησης των τραπεζών με χαμηλότερο κόστος.

Aκολουθεί το κείμενο της πράξης του διοικητή της ΤτΕ:

ΠΡΑΞΗ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΑΡΙΘΜ. 2598/2.11.2007

ΘΕΜΑ: Πλαίσιο εποπτείας καλυμμένων ομολογιών που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα (covered bonds)

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, αφού έλαβε υπόψη:

α) τις διατάξεις του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος και ειδικότερα το άρθρο 55Α αυτού, όπως ισχύει,

β) το άρθρο 1 του ν. 1266/1982 «όργανα ασκήσεως της νομισματικής, πιστωτικής και συναλλαγματικής πολιτικής και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει,

γ) τις διατάξεις του ν. 3601/2007 «Ανάληψη και άσκηση δραστηριοτήτων από τα πιστωτικά ιδρύματα, επάρκεια ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και λοιπές διατάξεις» και ειδικότερα το άρθρο 25 καθώς και το άρθρο 91 αυτού σχετικά με τις καλυμμένες ομολογίες,

δ) τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 22 της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ για τους Οργανισμούς Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίας (ΟΣΕΚΑ), όπως ισχύει, καθώς και τις διατάξεις του εδαφίου (β) της παρ. 4 του άρθρου 22 του ν. 3283/2004 με τις οποίες οι εν λόγω διατάξεις του κοινοτικού δικαίου ενσωματώθηκαν στην ελληνική νομοθεσία,

ε) την ΠΔ/ΤΕ 2577/9.3.2006 «Πλαίσιο αρχών λειτουργίας και κριτηρίων αξιολόγησης της οργάνωσης και των Συστημάτων Εσωτερικού Ελέγχου των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων και σχετικές αρμοδιότητες των διοικητικών τους οργάνων», όπως ισχύει,

στ) την ΠΔ/ΤΕ 2588/20.8.2007 «Υπολογισμός Κεφαλαιακών Απαιτήσεων έναντι του Πιστωτικού Κινδύνου σύμφωνα με την Τυποποιημένη Προσέγγιση»,

ζ) την ΠΔ/ΤΕ 2589/20.8.2007 «Υπολογισμός Κεφαλαιακών Απαιτήσεων έναντι του Πιστωτικού Κινδύνου σύμφωνα με την Προσέγγιση Εσωτερικών Διαβαθμίσεων»,

η) την ανάγκη θέσπισης κατάλληλου πλαισίου για τις εκδόσεις από πιστωτικά ιδρύματα καλυμμένων ομολογιών που υπάγονται στο άρθρο 91 του ν. 3601/2007,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ:

να καθορίσει τις προϋποθέσεις για την εποπτική αναγνώριση από την Τράπεζα της Ελλάδος εκδιδομένων από πιστωτικά ιδρύματα τίτλων ως καλυμμένων ομολογιών κατά τις διατάξεις του άρθρου 91 του ν. 3601/2007 ως εξής:

Ι. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΛΥΜΜΕΝΩΝ ΟΜΟΛΟΓΙΩΝ

1. Τα πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να προβούν στην έκδοση καλυμμένων ομολογιών, σύμφωνα με το άρθρο 91 του ν. 3601/2007, οφείλουν να πληρούν τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

α) να διαθέτουν τις ελάχιστες απαιτήσεις των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων και εσωτερικού ελέγχου, σύμφωνα με την ΠΔ/ΤΕ 2577/9.3.2006, όπως ισχύει:

(i) καταγεγραμμένη πολιτική και τις διαδικασίες με βάση τις οποίες η έκδοση καλυμμένων ομολογιών εντάσσεται στην Επιχειρησιακή Στρατηγική του πιστωτικού ιδρύματος, ώστε να διασφαλίζεται η διαρκής υποστήριξη της εν λόγω δραστηριότητας,

(ii) αναλυτική περιγραφή και σαφή καθορισμό των αρμοδιοτήτων και ορίων ευθύνης κάθε εμπλεκόμενης υπηρεσιακής μονάδας της τράπεζας, που θα στοιχειοθετούν την ολοκληρωμένη υποστήριξη της έκδοσης καλυμμένων ομολογιών,

(iii) απαραίτητη μηχανογραφική υποδομή για την υποστήριξη των σχετικών εργασιών,

(iv) προκαθορισμένη πολιτική για τον περιορισμό των αναλαμβανόμενων κινδύνων και κατάλληλους μηχανισμούς για τη διαχείριση των κινδύνων που απορρέουν από την έκδοση των τίτλων αυτών όπως του επιτοκιακού κινδύνου, του κινδύνου αντισυμβαλλομένου, του λειτουργικού κινδύνου, του συναλλαγματικού κινδύνου και του κινδύνου ρευστότητας, που θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά από την Επιτροπή Διαχείρισης Κινδύνων του πιστωτικού ιδρύματος.

β) το ύψος των Εποπτικών Ιδίων Κεφαλαίων σε ενοποιημένη βάση, να ανέρχεται κατά την έκδοση τουλάχιστον στο ποσό των ευρώ 500 εκατ. και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται κατ’ ελάχιστον σε ποσοστό 9%.

2. α) Το χαρτοφυλάκιο ασφαλείας που συνιστά το «κάλυμμα», κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 91 του ν. 3601/2007, των εκδιδόμενων καλυμμένων ομολογιών, απαρτίζεται από οποιοδήποτε από τα στοιχεία ενεργητικού που προβλέπονται στην παρ. 8(β) του Τμήματος Β της ΠΔ/ΤΕ 2588/20.8.2007 «Υπολογισμός Κεφαλαιακών Απαιτήσεων έναντι του Πιστωτικού Κινδύνου σύμφωνα με την Τυποποιημένη Προσέγγιση», όπως ενδεικτικά, ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, δάνεια με υποθήκη επί εμπορικών ακινήτων ή πλοίων και κρατικά χρεόγραφα. Ειδικά τα δάνεια που εξασφαλίζονται από ακίνητα που χρησιμοποιούνται ως κατοικίες ή από εμπορικά ακίνητα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 8.β (v) και (vi) του Τμήματος Β της ΠΔ/ΤΕ 2588/20.8.2007, συμπεριλαμβάνονται στο «κάλυμμα», εφόσον τα ως άνω ακίνητα διέπονται από το ελληνικό δίκαιο.

β) Στο «κάλυμμα» μπορεί να περιλαμβάνονται επίσης παράγωγα χρηματοοικονομικά μέσα υπό τις εξής προϋποθέσεις:

βα) χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την αντιστάθμιση του επιτοκιακού κινδύνου ή του συναλλαγματικού κινδύνου ή του κινδύνου ρευστότητας που ενέχουν τα στοιχεία ενεργητικού του «καλύμματος» βάσει σχετικής τεκμηρίωσης και

ββ) ο αντισυμβαλλόμενος ανήκει σε μία από τις κάτωθι κατηγορίες:

(i) κεντρική κυβέρνηση ή κεντρική τράπεζα κράτους-μέλους της Ε.Ε. με συντελεστή στάθμισης 0%,

(ii) περιφερειακή κυβέρνηση ή τοπική αρχή κράτους-μέλους της Ε.Ε.,

(iii) διεθνής οργανισμός, τα ανοίγματα έναντι του οποίου σταθμίζονται με 0%,

(iv) Δημόσια Επιχείρηση ή Οργανισμός κράτους-μέλους της Ε.Ε., οι απαιτήσεις έναντι του οποίου αντιμετωπίζονται από τις αρμόδιες αρχές ως ανοίγματα έναντι του δημοσίου,

(v) πιστωτικό ίδρυμα ή ΕΠΕΥ, τα ανοίγματα έναντι των οποίων έχουν πιστοληπτική αξιολόγηση, η οποία έχει αντιστοιχισθεί από την Τράπεζα τη Ελλάδος στην πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας. Η καθαρή παρούσα αξία των εν λόγω παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων, συνυπολογίζεται στο όριο του 15% επί του ονομαστικού ποσού των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολογιών σύμφωνα με το προβλεπόμενο σχετικό όριο της παρ. 8.β.(iv) του Τμήματος Β της ΠΔ/ΤΕ 2588/20.8.2007,

(vi) κεντρικός αντισυμβαλλόμενος σε οργανωμένη αγορά.

γ) Προκειμένου να συμπεριλαμβάνονται στο «κάλυμμα» στοιχεία ενεργητικού που τυχόν διέπονται από ξένο δίκαιο, θα πρέπει να υποβάλλεται στην Τράπεζα της Ελλάδος νομική επιβεβαίωση ότι η επ’ αυτών συσταθείσα εμπράγματη ασφάλεια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 91 του ν. 3601/2007, είναι έγκυρη, ισχυρή και εκτελεστή σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου δικαίου.

3. Το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού που συνιστούν το «κάλυμμα», συμπεριλαμβανομένων των ως άνω παραγώγων χρηματοπιστωτικών μέσων, υπόκεινται στους όρους του Κεφαλαίου ΙΙ της παρούσας Πράξης.

4. α) Η ονομαστική αξία των εκδιδομένων καλυμμένων ομολογιών πλέον των δεδουλευμένων τόκων δεν επιτρέπεται, καθ’ όλη τη διάρκεια της έκδοσης, να υπερβαίνει το 95% της αξίας των στοιχείων ενεργητικού που αποτελούν το κάλυμμα, εξαιρουμένων των παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων για την αντιστάθμιση κινδύνων. Για τον υπολογισμό του ανωτέρω ορίου όλα τα στοιχεία ενεργητικού που συνιστούν το κάλυμμα θα αποτιμώνται στην ονομαστική αξία πλέον του τόκους.

β) Η μετατροπή της αξίας των στοιχείων ενεργητικού που είναι εκφρασμένα σε ξένο νόμισμα θα πραγματοποιείται με βάση τη δημοσιευμένη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συναλλαγματική ισοτιμία.

5. Για τη συστηματική παρακολούθηση της έκτασης της κάλυψης των καλυμμένων ομολογιών από τα στοιχεία του χαρτοφυλακίου ασφαλείας, απαιτείται διενέργεια ελέγχων, σε τριμηνιαία βάση, από το Διαχειριστή του χαρτοφυλακίου αυτού (servicer), κατά την έννοια του ν. 3156/2003, άρθρο 10, παράγραφοι 14 και 15, ο οποίος αναλαμβάνει την είσπραξη και εν γένει διαχείριση των στοιχείων ενεργητικού του καλύμματος.

Ειδικότερα, επιβάλλεται να διενεργούνται οι κατωτέρω έλεγχοι και να τηρούνται τα κάτωθι όρια:

α) Η καθαρή παρούσα αξία των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την έκδοση καλυμμένων ομολογιών έναντι των επενδυτών σε καλυμμένες ομολογίες και των εξασφαλιζομένων έναντι του καλύμματος δανειστών, όπως ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 91 του ν. 3601/2007, να μην υπερβαίνει καθ’ όλη τη διάρκεια της έκδοσης, την καθαρή παρούσα αξία του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού του καλύμματος, συμπεριλαμβανομένων των παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων που χρησιμοποιούνται για σκοπούς αντιστάθμισης των κινδύνων των στοιχείων αυτών.

Η εν λόγω σχέση πρέπει να ισχύει και με την υπόθεση της παράλληλης μετατόπισης της καμπύλης αποδόσεων κατά 200 μονάδες βάσης.

β) Το ποσό που αναλογεί στις καταβολές τόκων στους επενδυτές των καλυμμένων ομολογιών, να μην υπερβαίνει σε διάστημα δώδεκα (12) μηνών, το ποσό των τόκων που αναμένεται να εισπραχθούν από τα στοιχεία ενεργητικού που συνιστούν το κάλυμμα. Στον εν λόγω έλεγχο περιλαμβάνονται τα παράγωγα χρηματοοικονομικά μέσα για σκοπούς αντιστάθμισης κινδύνων.

Σε περίπτωση που κατά τη διενέργεια των ως άνω τριμηνιαίων ελέγχων ή καθ’ οιανδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της έκδοσης των καλυμμένων ομολογιών ο Διαχειριστής της έκδοσης διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται τα σχετικά όρια, το πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να προβεί στις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες για την άμεση αποκατάστασή τους.

6. Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 91 του ν. 3601/2007, τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια και τα λοιπά στοιχεία ενεργητικού που αποτελούν το κάλυμμα των καλυμμένων ομολογιών δύνανται να υποκαθίστανται από άλλα στοιχεία ενεργητικού της εκδότριας τράπεζας, στην περίπτωση των άμεσων εκδόσεων ή της εγγυήτριας τράπεζας, στην περίπτωση των εκδόσεων μέσω Εταιρειών Ειδικού Σκοπού με βάση προκαθορισμένα κριτήρια καταλληλότητας. Επιπλέον των στοιχείων ενεργητικού που προβλέπονται στην παρ. 8(β) του Τμήματος Β της ΠΔ/ΤΕ 2588/20.8.2007, τα στοιχεία ενεργητικού του καλύμματος μπορεί να υποκαθίστανται ή να συμπληρώνονται από «εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία» όπως ορίζονται στην ΠΣΝΠ 54/27.2.04 «Μέσα και διαδικασίες εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής από την Τράπεζα της Ελλάδος», όπως ισχύει. Η υποκατάσταση ή συμπλήρωση των στοιχείων του καλύμματος από τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού επιτρέπεται αποκλειστικά για το ποσό κατά το οποίο η ονομαστική αξία των περιουσιακών στοιχείων του καλύμματος πλέον των δεδουλευμένων τόκων, υπερβαίνει την ονομαστική αξία των εκδοθέντων καλυμμένων ομολογιών πλέον των δεδουλευμένων τόκων.

7. Η εκάστοτε επανεκτίμηση της αξίας των υπέγγυων ακινήτων των δανείων που περιλαμβάνονται στο κάλυμμα θα πραγματοποιείται όπως προβλέπεται στην παρ. 10(δ) του Τμήματος Ε της ΠΔ/ΤΕ 2588/20.8.2007.

8. Τα αποτελέσματα των ελέγχων επί των διαδικασιών και των ορίων που αναφέρονται στις παρ. 4 έως 6 ανωτέρω θα πρέπει να ελέγχονται, σε ετήσια βάση, από ορκωτό ελεγκτή - λογιστή, ανεξάρτητο από τους τακτικούς ελεγκτές της εκδότριας τράπεζας ή της εγγυήτριας τράπεζας, στην περίπτωση έμμεσης έκδοσης.

9. Για τη διασφάλιση τόσο των επενδυτών σε καλυμμένες ομολογίες και των εξασφαλιζομένων έναντι του καλύμματος δανειστών ως προς τα δικαιώματά τους επί των στοιχείων ενεργητικού του καλύμματος όσο και της εκδότριας ή εγγυήτριας τράπεζας, θα πρέπει να ορίζεται Θεματοφύλακας (Trustee) με σαφώς καθορισμένες υποχρεώσεις έναντι των ομολογιούχων.

10. Η έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας της εκδότριας ή εγγυήτριας τράπεζας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 7 του άρθρου 91 του ν. 3601/2007, δεν θα πρέπει να συνεπάγεται την υποχρεωτική αποπληρωμή των καλυμμένων ομολογιών. Επιπλέον, θα πρέπει να προβλέπεται αντικατάσταση του Διαχειριστή της έκδοσης, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 91 του ως άνω νόμου και η συνέχιση της εξυπηρέτησης των ομολογιών για όσο διάστημα το χαρτοφυλάκιο ασφαλείας επαρκεί για το σκοπό αυτό. Οι επενδυτές διατηρούν πάντως το δικαίωμα να ζητήσουν την αποπληρωμή από τα περιουσιακά στοιχεία που συγκαταλέγονται στο κάλυμμα. Σε κάθε περίπτωση επί των στοιχείων ενεργητικού της εκδότριας ή εγγυήτριας τράπεζας, οι ομολογιούχοι και οι εξασφαλιζόμενοι έναντι του καλύμματος δανειστές θα πρέπει να έχουν ισοδύναμα δικαιώματα (pari-passu) με αυτά που αναλογούν στους καταθέτες και λοιπούς επενδυτές σε πλήρους εξασφάλιση τίτλους εκδόσεώς της για όσες τυχόν απαιτήσεις τους δεν ικανοποιηθούν από τα περιουσιακά στοιχεία που συγκαταλέγονται στο κάλυμμα.

11. Ειδικώς, και κατ’ απόκλιση προς τα ανωτέρω, η έναρξη πτωχευτικής διαδικασίας της εγγυήτριας τράπεζας επί εκδόσεως σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 91 του ν. 3601/2007, έχει ως συνέπεια να καταστούν τα ποσά που οφείλονται στους ομολογιούχους αυτούς από την εγγυήτρια τράπεζα απαιτητά, χωρίς όμως να συνεπάγεται κατ’ ανάγκη την πρόωρη αποπληρωμή των ομολογιών αλλά τη διάθεση των ποσών σύμφωνα με τους όρους του ομολογιακού δανείου.

12. Προκειμένου οι εκδόσεις ομολογιών σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 91 του ν. 3601/1.8.2007 να αναγνωρισθούν για τους σκοπούς εφαρμογής του κεφ. III της παρούσας ως καλυμμένες ομολογίες, θα πρέπει η Εταιρεία Ειδικού Σκοπού να έχει υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 32 του ν. 3601/2007 περί μερικής ενοποίησης (solo consolidation).

ΙΙ ΛΟΙΠΟΙ ΟΡΟΙ

1. Προκειμένου να μην διακυβεύονται τα συμφέροντα των καταθετών της εκδότριας ή εγγυήτριας τράπεζας σε περίπτωση πτώχευσης ή εκκαθάρισής της έναντι της προνομιακής και αποκλειστικής πρόσβασης (ring fencing) των κομιστών των καλυμμένων ομολογιών σε σημαντικού ποσοστού υψηλής ποιότητας στοιχεία ενεργητικού της εκδότριας ή εγγυήτριας τράπεζας, ορίζονται τα εξής:

α) Ως «διαθέσιμα στοιχεία ενεργητικού», για τους σκοπούς της παραγράφου β) κατωτέρω, νοούνται τα στοιχεία ενεργητικού της εκδότριας ή εγγυήτριας τράπεζας σε ατομική βάση με εξαίρεση:

(i) τις απαιτήσεις που έχουν μεταβιβασθεί σε Εταιρία Ειδικού Σκοπού με βάση το άρθρο 10 του ν. 3156/2003,

(ii) τα στοιχεία που αποτελούν υποκείμενο μέσο συμφωνιών αγοράς και επαναπώλησης (reverse repos),

(iii) τα δεσμευμένα υπέρ τρίτων στοιχεία.

β) Στις περιπτώσεις που το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού του καλύμματος υπερβαίνει σημαντικά ποσοστό 20% των «διαθεσίμων στοιχείων του ενεργητικού» της εκδότριας τράπεζας ή της εγγυήτριας τράπεζας σε ατομική βάση, θα εξετάζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος το ενδεχόμενο επιβολής κεφαλαιακών απαιτήσεων στο πλαίσιο της ΠΔ/ΤΕ 2595/20.8.2007 «Καθορισμός των κριτηρίων που πρέπει να διέπουν τη Διαδικασία Αξιολόγησης Επάρκειας Εσωτερικού Κεφαλαίου (ΔΑΕΕΚ) των Πιστωτικών Ιδρυμάτων και της Διαδικασίας Εποπτικής Αξιολόγησης (ΔΕΑ) από την Τράπεζα της Ελλάδος» λαμβανομένων υπόψη και ποιοτικών κριτηρίων, όπως:

(i) η τυχόν ουσιαστική επιδείνωση της μέσης ποιότητας των «διαθεσίμων» στοιχείων του ενεργητικού του πιστωτικού ιδρύματος που απομένουν μετά την έκδοση των καλυμμένων ομολογιών (που θα είχε ως αποτέλεσμα να τεθούν οι καταθέτες σε σχέση με τους πιστωτές του σε θέση υποδεέστερη από αυτήν που βρίσκονταν πριν την έκδοση των καλυμμένων ομολογιών),

(ii) ο συσχετισμός της ενίσχυσης της ρευστότητας της εκδότριας ή εγγυήτριας τράπεζας με την τυχόν πιστοληπτική αναβάθμισή της ή γενικότερα τη διαμόρφωση θετικότερων προοπτικών της στην τραπεζική αγορά,

(iii) η διενέργεια και τα αποτελέσματα δυναμικού χαρακτήρα ελέγχων επιπλέον των οριζομένων στην παρ. 5 του Κεφαλαίου Ι της παρούσας για τη διασφάλιση της επάρκειας των στοιχείων ενεργητικού του καλύμματος.

2. Τα ενδιαφερόμενα για την έκδοση καλυμμένων ομολογιών πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με τους όρους της παρούσας Πράξης, υποβάλλουν ένα μήνα πριν την ημερομηνία έκδοσης ή την ημερομηνία έναρξης του προγράμματος (εφόσον δημιουργείται πρόγραμμα για τις εκδόσεις καλυμμένων ομολογιών), σχετικό αίτημα στην Τράπεζα της Ελλάδος (Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος) συνοδευόμενο από:

α) την απόφαση για την έκδοση των καλυμμένων ομολογιών εγκεκριμένη από το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.), που θα περιλαμβάνει αναλυτικά τους όρους και τα χαρακτηριστικά των προς έκδοση καλυμμένων ομολογιών, καθώς και την επιβεβαίωση του Δ.Σ. του πιστωτικού ιδρύματος ότι πληρούνται όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την έκδοση των καλυμμένων ομολογιών,

β) αναλυτική παρουσίαση της εσωτερικής οργάνωσης του πιστωτικού ιδρύματος για την έκδοση καλυμμένων ομολογιών και τις πολιτικές ελέγχου και διαχείρισης κινδύνων που απορρέουν από το χαρτοφυλάκιο ασφαλείας των προς έκδοση καλυμμένων ομολογιών,

γ) την απόφαση σχετικά με την επιλογή του Διαχειριστή και του Θεματοφύλακα των καλυμμένων ομολογιών και του υπεύθυνου για τον έλεγχο των σχετικών ελέγχων ορκωτού ελεγκτή – λογιστή,

δ) τη σύνθεση των στοιχείων ενεργητικού του καλύμματος και τα χαρακτηριστικά των ενυπόθηκων δανείων όπως ενδεικτικά το δείκτη αξίας δανείου προς αξία ενυπόθηκου ακινήτου (loan to value- LTV)και τη γεωγραφική κατανομή δανείων και τα κριτήρια καταλληλότητας των αποδεκτών στοιχείων ενεργητικού όπως, ενδεικτικά το μέγιστο επιτρεπτό αριθμό ημερών καθυστέρησης,

ε) αναλυτική περιγραφή των παραγώγων χρηματοπιστωτικών μέσων που περιλαμβάνονται στο κάλυμμα για την αντιστάθμιση κάθε επιμέρους κινδύνου,

στ) τα αποτελέσματα των ελέγχων που αναφέρονται στις παρ. 4 και 5 του Κεφαλαίου Ι, βάσει των πλησιέστερων κατά το δυνατόν στοιχείων στην προγραμματισμένη από το πιστωτικό ίδρυμα ημερομηνία έκδοσης.

3. Κατά την έκδοση καλυμμένων ομολογιών στο πλαίσιο προγράμματος του οποίου οι όροι έχουν ήδη εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, τα ενδιαφερόμενα πιστωτικά ιδρύματα υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος, μία εβδομάδα πριν την ημερομηνία έκδοσης, τα αναφερόμενα στα εδάφια (γ) έως (στ) της ανωτέρω παρ. 2. Η πληροφόρηση που αναφέρεται στο εδάφιο (α) γνωστοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος εφόσον υπάρξουν αλλαγές στους όρους του προγράμματος, οι οποίες χρήζουν έγκρισης του Δ.Σ. της τράπεζας.

ΙΙΙ. ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΣΕ ΚΑΛΥΜΜΕΝΕΣ ΟΜΟΛΟΓΙΕΣ

1. Τα πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν την Τυποποιημένη Μέθοδο για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι του πιστωτικού κινδύνου, εφαρμόζουν στις επενδύσεις τους σε καλυμμένες ομολογίες τους συντελεστές στάθμισης που προβλέπονται στην παρ. 14 του Τμήματος Ε της ΠΔ/ΤΕ 2588/20.8.2007 σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 8 του Τμήματος Β της ίδιας Πράξης.

2. Τα πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν την Προσέγγιση Εσωτερικών Διαβαθμίσεων για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι του πιστωτικού κινδύνου, δύνανται να χρησιμοποιούν για την Ποσοστιαία Ζημιά σε Περίπτωση Αθέτησης (LGD) τις τιμές που ορίζονται στις παρ. 59 (δ) και (ε) του Τμήματος Ε3 της ΠΔ/ΤΕ 2589/20.8.2007. Επίσης οι εν λόγω επενδύσεις υπάγονται στις μόνιμες εξαιρέσεις της παρ.16 της Ενότητας Ι της προαναφερθείσας Πράξης.

ΙV. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

1. Στην Τράπεζα της Ελλάδος (Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος) θα κοινοποιούνται, μέχρι τέλος Μαρτίου έκαστου έτους, με στοιχεία τέλους Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, τα ακόλουθα:

α) Τα ελεγμένα από τον ορκωτό ελεγκτή – λογιστή αποτελέσματα που θα προκύπτουν από τη διενέργεια των ελέγχων της παρ. 5 του Κεφαλαίου Ι της παρούσας και την παρακολούθηση των διαδικασιών και ορίων που αναφέρονται στις παρ. 4 και 6 του ως άνω Κεφαλαίου με αναλυτική παρουσίαση των στοιχείων, μεθόδων και παραμέτρων που χρησιμοποιήθηκαν.

β) Αναλυτικά, τα στοιχεία ενεργητικού του «καλύμματος» που να επιβεβαιώνουν την τήρηση του ορίου που τίθεται στην παρ. 4 του Κεφαλαίου Ι της παρούσας, καθώς και τη σχετική με την επανεκτίμηση της αξίας των υπεγγύων ακινήτων των ενυπόθηκων στεγαστικών και λοιπών δανείων πληροφόρηση σύμφωνα με την παρ. 7 του ιδίου Κεφαλαίου.

γ) Τα ακόλουθα στοιχεία και πληροφορίες:

(i) μέσο σταθμικό επιτόκιο ανά κατηγορία στοιχείων ενεργητικού και μέσο σταθμικό επιτόκιο του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού του «καλύμματος»,

(ii) την αξία των υπέγγυων ακινήτων των ενυπόθηκων στεγαστικών και λοιπών δανείων,

(iii) τεκμηρίωση της επιλεγμένης πολιτικής αντιστάθμισης με λεπτομερή ανάλυση του βαθμού αποτελεσματικότητας αυτής,

(iv) Πίνακας Ασυμφωνίας Προθεσμιών Λήξης των καλυμμένων ομολογιών και των αντίστοιχων στοιχείων ενεργητικού του καλύμματος και των παραγώγων.

2. Επίσης, τα πιστωτικά ιδρύματα θα κοινοποιούν στην Τράπεζα της Ελλάδος, εντός 30 ημερών από τη λήξη κάθε τριμήνου , με στοιχεία τέλους α’, β’ και γ’ τριμήνου κάθε έτους, συνοπτική πληροφόρηση σχετικά με τα αποτελέσματα από τη διενέργεια των ελέγχων των παρ. 4 και 5 του Κεφαλαίου Ι της παρούσας.

V. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Στο πλαίσιο του άρθρου 25 του ν. 3601/2007, τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένες ομολογίες άμεσα ή μέσω εταιρειών ειδικού σκοπού οφείλουν να δημοσιοποιούν στις τριμηνιαίες και ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις, καθώς και μέσω του ιστοχώρου της στο διαδίκτυο, τις ακόλουθες πληροφορίες:

1. Ονομαστική και καθαρή παρούσα αξία των καλυμμένων ομολογιών και των στοιχείων ενεργητικού που συνιστούν το χαρτοφυλάκιο ασφαλείας, με αναφορά της καθαρής παρούσας αξίας των παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων που χρησιμοποιούνται για αντιστάθμιση κινδύνων.

2. Ποσοστιαία ανάλυση των παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας, ανά κατηγορία αντισυμβαλλομένου.

3. Ανάλυση ληκτότητας των στοιχείων που συνιστούν το χαρτοφυλάκιο ασφαλείας σε όρους ονομαστικής αξίας και διάκριση αυτών που είναι εκφρασμένα σε ευρώ και ξένο νόμισμα.

4. Συνολική αξία των εισπρακτέων τόκων των δανείων που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας και έχουν αθέτηση πληρωμών άνω των 90 ημερών.

Στα ανωτέρω πληροφοριακά στοιχεία, θα πρέπει επίσης να παρατίθενται συγκριτικά στοιχεία του αντίστοιχου τριμήνου του προηγούμενου έτους.

VI. ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Εξουσιοδοτείται η Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος να παρέχει οδηγίες και διευκρινίσεις για την εφαρμογή της παρούσας Πράξης.

Από τις διατάξεις της Πράξης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Η Πράξη αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Β΄).