Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο στις τελευταίες εκθέσεις τους για την παγκόσμια οικονομία χτυπούν επίμονα ένα καμπανάκι: Το παγκόσμιο χρέος και δη το ιδιωτικό, δηλαδή εκείνο των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών φουσκώνει επικίνδυνα. Και εάν κάνει «μπαμ», δεν θα αργήσει να σπάσει και άλλες φούσκες στις αγορές ενεργητικού. Την ανησυχία αυτή συμμερίζεται και ο οίκος Moody's, o oποίος σε σημερινό του σημείωμα εστιάζει στην υψηλή μόχλευση των αμερικανικών εταιρειών και υπογραμμίζει πως η ιστορία αποκαλύπτει ότι αυτή είναι μία από τις μεγαλύτερες απειλές για πραγματική οικονομία και μετοχές.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο στις τελευταίες εκθέσεις τους για την παγκόσμια οικονομία χτυπούν επίμονα ένα καμπανάκι: Το παγκόσμιο χρέος και δη το ιδιωτικό, δηλαδή εκείνο των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών φουσκώνει επικίνδυνα. Και εάν κάνει «μπαμ», δεν θα αργήσει να σπάσει και άλλες φούσκες στις αγορές ενεργητικού. Την ανησυχία αυτή συμμερίζεται και ο οίκος Moody's, o oποίος σε σημερινό του σημείωμα εστιάζει στην υψηλή μόχλευση των αμερικανικών εταιρειών και υπογραμμίζει πως η ιστορία αποκαλύπτει ότι αυτή είναι μία από τις μεγαλύτερες απειλές για πραγματική οικονομία και μετοχές.
Δέκα χρόνια μετά την παγκόσμια πιστωτική ασφυξία και παρά τα επίμονα προβλήματα των τραπεζών, τα χρέη των μεγάλων εταιρειών έχουν πολλαπλασιατεί. Το χρέος των επιχειρήσεων (εξαιρουμένων των τραπεζών) έσπασε το φράγμα των 72 τρισ. δολαρίων πέρυσι, σκαρφαλώνοντας στο 92% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το χρέος των νοικοκυριών έχει επίσης αυξηθεί στα 46 τρισ. δολάρια, αλλά το πρώτο μέγεθος τρομάζει ακόμη περισσότερο. Οι εταιρείες μπορεί να είδαν τις στρόφιγγες των τραπεζών να κλείνουν ή τουλάχιστον τους όρους τους να γίνονται πιο αυστηροί, αλλά είχαν πρόσβαση για χρηματοδότηση στις αγορές χάρη στην πολυετή, εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών ανά τον πλανήτη.
Και αυτό δεν είναι από μόνο του κακό, αφού το υπερβολικά χαμηλό κόστος δανεισμού έδωσε τη δυνατότητα για επενδύσεις και προσλήψεις και απέτρεψε έως τώρα μία νέα ύφεση. Εξελίχθηκε όμως σε μία παγίδα, με πολλές επιχειρήσεις να φτάνουν στην υπερχρέωση. Και αυτό μπορεί τώρα να χαλάσει το πάρτι των μετοχών, που βλέπουν τις αποτιμήσεις τους στα υψηλότερα επίπεδα από το 2000. Όπως εξηγούν οι αναλυτές του Moody's, οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να αντεπεξέλθουν σε δυσμενείς εξελίξεις. Η απουσία της χρηματοπιστωτικής ευελιξίας γίνεται πιο ορατή, όταν οι ταμειακές ροές δείχνουν ξαφνικά κόκκινο, είναι δηλαδή αρνητικές. Ωστόσο η υψηλή μόχλευση δεν φέρνει πάντα την καταστροφή στην αγορά.
Ο δείκτης στον οποίο πρέπει να εστιάσουμε είναι εκείνος της στάσης πληρωμών. Όταν αυτός ανεβαίνει πάνω από το 7%, εξαιτίας της συρρίκνωσης των εταιρικών κερδών, θα πρέπει να σημαίνει συναγερμός στους επενδυτές, επισημαίνεται στο σημείωμα. Και τούτο γιατί μπορεί να πυροδοτήσει ύφεση και βουτιά στους χρηματιστηριακούς δείκτες.
Το ταχέως αυξανόμενο ποσοστό στάσης πληρωμών ήταν εκείνο που έσπασε τη φούσκα της αγοράς μετοχών την περίοδο 1999-2000. Η αξία της αμερικανικής αγοράς μετοχών αυξήθηκε κατά 53% από τον Δεκέμβριο του 1997 έως τον Μάρτιο του 2000, ενώ το ποσοστό στάσης πληρωμών αυξήθηκε στο ίδιο διάστημα από το 2,1% στο 6,3% για να συνεχίσει να αυξάνεται. Κορυφώθηκε στο 11,1% τον Ιανουάριο του 2002.
Η Moody's προειδοποιεί ότι την επόμενη φορά, που θα προσεγγίσει το 10%, οι αμερικανικές μετοχές θα κάνουν βουτιά 20%. Προς το παρόν υπολογίζεται ότι τον Οκτώβριο του 2020 το ποσοστό στάσης πληρωμών θα είναι στο 4,2%. Θα απέχει από τα επίπεδα συναγερμού, αλλά θα έχει αυξηθεί αισθητά σε σχέση με το 2,8% τον Δεκέμβριο του 2019. Και αυτό θα πρέπει να κρατάει την αγορά σε επαγρύπνηση.