Αλλαγές στο χρονοδιάγραμμα νομοθέτησης των μειώσεων στις φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις των επιχειρήσεων εξετάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Συγκεκριμένα, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών μελετά το ενδεχόμενο να μην προχωρήσει στην περαιτέρω μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών και των λοιπών νομικών προσώπων από το 24% στο 20% για τη χρήση του 2020, όπως είχε αρχικά σχεδιάσει, αλλά να δώσει προτεραιότητα στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες, ώστε αυτή να γίνει γρηγορότερα από ό,τι έχει αποφασιστεί.
Από την έντυπη έκδοση
Αλλαγές στο χρονοδιάγραμμα νομοθέτησης των μειώσεων στις φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις των επιχειρήσεων εξετάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Συγκεκριμένα, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών μελετά το ενδεχόμενο να μην προχωρήσει στην περαιτέρω μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών και των λοιπών νομικών προσώπων από το 24% στο 20% για τη χρήση του 2020, όπως είχε αρχικά σχεδιάσει, αλλά να δώσει προτεραιότητα στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες, ώστε αυτή να γίνει γρηγορότερα από ό,τι έχει αποφασιστεί.
Ο λόγος για τον οποίο εξετάζεται να δοθεί προτεραιότητα στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών είναι ότι το μέτρο αυτό θα ωφελήσει όλες ανεξαιρέτως τις επιχειρήσεις, δηλαδή και τις κερδοφόρες και τις ζημιογόνες, ενώ η μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος θα βοηθήσει μόνο όσες δηλώνουν κέρδη.
Δημοσιονομικό κόστος
Τo δημοσιονομικό κόστος που συνεπάγεται μια περαιτέρω μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών και των λοιπών νομικών προσώπων από το 24% στο 20% υπολογίζεται στα 540 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών, η νέα αυτή μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος θα εφαρμοζόταν το 2021 για τη χρήση του 2020, δηλαδή θα επιβάρυνε με μείωση εσόδων κατά 540 εκατ. ευρώ τον κρατικό προϋπολογισμό του 2021. Από την άλλη πλευρά, το σχέδιο που ήδη έχει επεξεργαστεί το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων προβλέπει σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων και εργοδοτών κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες την τετραετία 2020-2023, αρχής γενομένης με μια πρώτη μείωση της τάξεως των 9/10 της ποσοστιαίας μονάδας από την 1η Ιουλίου 2020 με δημοσιονομικό κόστος 123 εκατ. ευρώ.
Για το 2021 προβλέπεται περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1,09 ποσοστιαία μονάδα με σωρευτικό δημοσιονομικό κόστος 565 εκατ. ευρώ, το 2022 επιπλέον μείωση κατά 1,61 ποσοστιαία μονάδα με επιπλέον δημοσιονομικό κόστος 413 εκατ. ευρώ και το 2023 άλλο 1,3% με επιπλέον δημοσιονομικό κόστος 374 εκατ. ευρώ.
Συνεπώς, σε περίπτωση κατά την οποία αποφασιστεί να μην εφαρμοστεί το 2021 η περαιτέρω μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών και των λοιπών νομικών προσώπων από το 24% στο 20% θα εξοικονομηθούν 540 εκατ. ευρώ, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να «χρηματοδοτήσουν» μια μεγαλύτερη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εντός του 2021, π.χ. κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες, αντί 1,09 που προβλέπει το ήδη καταρτισθέν σχέδιο του υπουργείου Εργασίας. Δηλαδή, η μη εφαρμογή της περαιτέρω μείωσης του εταιρικού φόρου μπορεί να αξιοποιηθεί δημοσιονομικά για μια ταχύτερη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ώστε η σωρευτική μείωσή τους να φθάσει το 3,9% ήδη από το 2021 και ο τελικός στόχος για σωρευτική μείωσή τους κατά 5% να επιτευχθεί το 2022, αντί το 2023.
Μείωση εισφοράς αλληλεγγύης
Εν τω μεταξύ, το υπουργείο Οικονομικών επεξεργάζεται ήδη σενάρια για τη μείωση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εντός του νέου έτους και μάλιστα με αυξημένη πιθανότητα αναδρομικής ισχύος από την 1η Ιανουαρίου 2020. Τα βασικά εναλλακτικά σενάρια είναι δύο και προβλέπουν:
Πρώτο σενάριο:
α) Αύξηση του αφορολογήτου ορίου της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης από τα 12.000 ευρώ που είναι σήμερα στα 25.000 - 30.000 ευρώ για τα εισοδήματα του 2020.
β) Μείωση των συντελεστών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του έτους 2020 που θα βρίσκονται πάνω από το αυξημένο αφορολόγητο όριο των 25.000 - 30.000 ευρώ. Οι συντελεστές εξετάζεται να μειωθούν κατά ποσοστά έως και 50%.
Δεύτερο σενάριο:
α) Διατήρηση του αφορολογήτου ορίου της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στα 12.000 ευρώ ή αύξησή του στα 20.000 ευρώ για τα εισοδήματα του 2020.
β) Μείωση των συντελεστών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του έτους 2020 που θα βρίσκονται πάνω από το αφορολόγητο όριο (των 12.000 ή των 20.000 ευρώ) κατά 50%.
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται σήμερα στο άθροισμα όλων σχεδόν των εισοδημάτων κάθε φυσικού προσώπου (φορολογούμενων και απαλλασσόμενων), εφόσον αυτό υπερβαίνει ετησίως τα 12.000 ευρώ. Ο υπολογισμός της εισφοράς γίνεται με συντελεστές που κλιμακώνονται ως εξής:
* 2,2% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από τα 12.001 έως τα 20.000 ευρώ,
* 5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 20.001 ως 30.000 ευρώ,
* 6,5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 30.001 ως 40.000 ευρώ,
* 7,5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 40.001 ως και 65.000 ευρώ,
* 9% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 65.001 ως και 220.000 ευρώ και
* 10% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος πάνω από τα 220.000 ευρώ.
Δυνητικά οφέλη
Σε περίπτωση κατά την οποία το αφορολόγητο όριο της ειδικής εισφοράς θα αυξηθεί στα 25.000 ευρώ για τα εισοδήματα του 2020 (όπως προβλέπει το πρώτο εναλλακτικό σενάριο που περιγράψαμε παραπάνω), τότε όλοι οι φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα πάνω από 12.000 ευρώ και μέχρι 25.000 ευρώ θα γλιτώσουν από την πληρωμή ποσών που θα φθάνουν μέχρι και τα 426 ευρώ ετησίως. Αν η αύξηση του αφορολογήτου φθάσει στο επίπεδο των 30.000 ευρώ, τότε όσοι φορολογούμενοι έχουν ετήσια εισοδήματα πάνω από 12.000 ευρώ και μέχρι 30.000 ευρώ θα γλιτώσουν από την πληρωμή ποσών που θα φθάνουν ετησίως έως και τα 676 ευρώ.
Οι φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα πάνω από το νέο αυξημένο αφορολόγητο θα έχουν ακόμη μεγαλύτερα οφέλη, δηλαδή θα γλιτώσουν πολύ περισσότερα από 427 ή 676 ευρώ ετησίως, επειδή γι’ αυτούς θα ισχύσουν επιπλέον και μειωμένοι έως 50% συντελεστές για τα κλιμάκια των εισοδημάτων τους πάνω από το αφορολόγητο των 25.000 ή 30.000 ευρώ.
Ειδικά δε όσοι εκ των φορολογουμένων με ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι θα δουν τις μηνιαίες καθαρές αποδοχές του έτους 2020 να αυξάνονται εκ νέου και κατά σημαντικά ποσά λόγω υπολογισμού της μηνιαίας παρακράτησης ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης με τη νέα ευνοϊκότερη κλίμακα, στην οποία το αφορολόγητο όριο θα είναι αυξημένο στα 25.000 - 30.000 ευρώ και οι συντελεστές πάνω από το όριο αυτό θα είναι μειωμένοι.