O Tραμπ μίλησε για μια «φανταστική εμπορική συμφωνία» με την Κίνα. Ο Αμερικανός εκπρόσωπος σε ζητήματα εμπορίου, Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ, έκανε λόγο για «τελειωμένη υπόθεση». Όμως η πλευρά του Πεκίνου εμφανίζεται πιο συγκρατημένη, όπως και η διεθνής κοινότητα. Πρώτον διότι δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο πλευρές φάνηκε πως κήρυξαν «ανακωχή». Δεύτερον, διότι οι ειδικοί φοβούνται ότι ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο ισχυροτέρων οικονομιών δεν θα τελειώσει ποτέ. Αυτό που άρχισε με το δόγμα Τραμπ «πρώτα η Αμερική» και την εκατέρωθεν επιβολή δασμών σε εξαγωγές εξελίσσεται σε ένα παιχνίδι εξουσίας και αναστροφής της παγκοσμιοποίησης.
της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
O Tραμπ μίλησε για μια «φανταστική εμπορική συμφωνία» με την Κίνα. Ο Αμερικανός εκπρόσωπος σε ζητήματα εμπορίου, Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ, έκανε λόγο για «τελειωμένη υπόθεση». Όμως η πλευρά του Πεκίνου εμφανίζεται πιο συγκρατημένη, όπως και η διεθνής κοινότητα. Πρώτον διότι δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο πλευρές φάνηκε πως κήρυξαν «ανακωχή». Δεύτερον, διότι οι ειδικοί φοβούνται ότι ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο ισχυροτέρων οικονομιών δεν θα τελειώσει ποτέ. Αυτό που άρχισε με το δόγμα Τραμπ «πρώτα η Αμερική» και την εκατέρωθεν επιβολή δασμών σε εξαγωγές εξελίσσεται σε ένα παιχνίδι εξουσίας και αναστροφής της παγκοσμιοποίησης.
H ανακοίνωση ότι οι δύο πλευρές κατέληξαν στην πρώτη φάση μιας εμπορικής συμφωνίας δημιούργησε αρχικά κλίμα ανακούφισης, με προσδοκίες ότι θα μπει ένα τέλος στην αντιπαράθεση που προκαλεί εδώ και 17 μήνες έντονες αναταράξεις στις διεθνείς αγορές.
Όπως διευκρίνισε ο Αμερικανός εκπρόσωπος σε ζητήματα Εμπορίου, Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ, η Κίνα συμφώνησε να αυξήσει κατά 200 δισ. ευρώ τις εισαγωγές σε αμερικανικά αγαθά και υπηρεσίες, Η συμφωνία προβλέπει παράλληλα ότι το Πεκίνο θα προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και άλλες αλλαγές στο οικονομικό και εμπορικό καθεστώς και ειδικότερα στους τομείς πνευματικής ιδιοκτησίας, μεταβίβασης τεχνολογίας, γεωργίας, χρηματοοικονομικών υπηρεσιών αλλά και στο καθεστώς που διέπει το γιουάν. Σε αντάλλαγμα, η Ουάσιγκτον θα ανακαλέσει μέρος των δασμών που έχουν επιβληθεί σε κινεζικά προϊόντα, ενώ ματαιώθηκε και ο επόμενος γύρος δασμολόγησης κινεζικών αγαθών, ύψους 156 δισ. δολαρίων, που επρόκειτο να ενεργοποιηθεί την Κυριακή.
Καμία πλευρά δεν προέβη σε περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις της Κίνας, γεγονός που εντείνει τις ανησυχίες ότι η συμφωνία δεν θα καταφέρει να επιδράσει καταλυτικά στην αντιπαράθεση μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Για τον Κρις Μέρφι, Αμερικανό γερουσιαστή των Δημοκρατικών, η εμπορική συμφωνία δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια «συνθηκολόγηση».
Το Πεκίνο επιβεβαίωσε την επίτευξη συμφωνίας, όμως η αντίδραση της κινεζικής πλευράς δεν ήταν τόσο ενθουσιώδης. Και αυτό διότι είναι η πέμπτη φορά που βγαίνει «λευκός καπνός» στη σινο-αμερικανική εμπορική αντιπαράθεση.
Η πρόοδος που έχει επιτευχθεί τους τελευταίους 17 μήνες δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, καμία πλευρά δεν θέλει να συμβιβαστεί, σχολιάζει ο «Guardian» σε ανάλυσή του. Η σε πρώτη φάση συμφωνία ήδη παρουσιάζει πολλές ρωγμές, αλλά και τον κίνδυνο να ανακοπεί ολοσχερώς η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης της παγκόσμιας οικονομίας.
Το πεδίο μάχης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, των δύο ισχυροτέρων οικονομιών, δεν περιορίζεται πλέον στο εμπόριο και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Η ανταγωνισμός αφορά το ίδιο το μέλλον του διεθνούς εμπορίου και το ποιο οικονομικό μοντέλο θα επικρατήσει. Η έντονη κριτική της Ουάσιγκτον σε βάρος της Κίνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην επαρχία Σιντσιάγκ και στο Χογκ-Κογκ, οι φόβοι μήπως ο τεχνολογικός κολοσσός τηλεπικοινωνιακών δικτύων Huawei λειτουργεί ως «δούρειος ίππος» στις Δυτικές οικονομίες, συν η στρατιωτική ένταση στη Νότια Σινική Θάλασσα είναι ενδεικτικά του παιχνιδιού εξουσίας μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων.
Σε επίπεδο διμερούς εμπορίου, ανοικτό παραμένει το ερώτημα για το εάν η συμφωνία και ειδικότερα η δέσμευση της Κίνας ότι θα αυξήσει κατά 200 δισ. δολάρια τις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων είναι επαρκές μέτρο για την αποκατάσταση των ισορροπιών στα εμπορικά ισοζύγια των δύο χωρών. Το πλεόνασμα της Κίνας με τι ςΗΠΑ ανήλθε στα 294,5 δισ. δολάρια στους δέκα πρώτους μήνες του 2019, αντιπροσωπεύοντας το 40% του αμερικανικού ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο. Στη διάρκεια του δεκαμήνου, το Πεκίνο είχε μειώσει κατά 14,5% τις αμερικανικές εξαγωγές προς την Κίνα, στα 87,6 δισ. δολάρια. Στον αντίποδα, οι πωλήσεις κινεζικών αγαθών προςτις ΗΠΑ ήταν τετραπλάσιες, στα 382,1 δισ. δολάρια.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του CNBC, τα πρόσθετα 200 δισ. δολάρια δεν επαρκούν για την επίτευξη ισορροπίας στο εμπόριο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Θα πρέπει οι εξαγωγές του Πεκίνου προς τις ΗΠΑ να μειωθούν στο ήμισυ από τα σημερινά επίπεδα -στα 462,4 δισ. δολάρια- ώστε να υπάρξει σημαντική συρρίκνωση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με την Κίνα.
Όσο για τα υπόλοιπα ζητήματα που υποτίθεται ότι διευθετήθηκαν στην πρώτη φάση της εμπορικής συμφωνίας -προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, υποχρεωτικές τεχνολογικές μεταβιβάσεις, παράνομες επιδοτήσεις σε βιομηχανικούς κλάδους και καθεστώς συναλλαγματικής ισοτιμίας- η διατύπωσή τους είναι τέτοια που απέχει παρασάγγας από τα νομικά επιχειρήματα.
Ερωτήματα εγείροντα και για την κινεζική δέσμευση περί αυξημένων εισαγωγών αγροτικών προϊόντων από τις ΗΠΑ. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι η Κίνα θα αγοράσει «πολύ σύντομα» αμερικανικά αγροτικά αγαθά ύψους 50 δισ. δολαρίων. Στη συνέχεια, ο κ. Λάιτχαϊζερ διευκρίνισε ότι η Κίνα θα αυξήσει τουλάχιστον κατά 16 δισ. δολάρια ετησίως τις αγορές αγροτικών αγαθών για την επόμενη διετία, με στόχο το σύνολο να προσεγγίσει τα 50 δισ. δολάρια το 2020 και 2021.
Το 2018, η Κίνα κατατασσόταν 8η μεταξύ των κορυφαίων προορισμών για αμερικανικές εξαγωγές αγροτικών αγαθών, στα 9,2 δισ. δολάρια, ενώ μόλις ένα χρόνο πριν ήταν στη δεύτερη θέση, όπως δείχνουν στοιχεία του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ.
Σε ένα ενθαρρυντικό βήμα, η Κίνα είχε φέτος αυξήσει τις εισαγωγές αμερικανικής σόγιας, παρά τις εκτιμήσεις για μείωση της κινεζικής ζήτησης, σύμφωνα με το Αμερικανικό Συμβούλιο Εξαγωγών Σόγιας. Εξίσου ενθαρρυντικό είναι και το γεγονός ότι ο Τραμπ δεν πάτησε τη σκανδάλη στις 15 Δεκεμβρίου, ενώ ούτε η Κίνα ενεργοποίησε ανταποδοτικούς δασμούς όπως είχε απειλήσει ότι θα το κάνει.
Απομένει να δούμε εάν η Ουάσιγκτον θα άρει και άλλους δασμούς, έναν όρο που έθεσε η κινεζική πλευρά στην πρώτη φάση της συμφωνίας. Προς το παρόν, το γραφείο του Αμερικανού εμπορικού αντιπροσώπου διαμηνύει ότι οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν τους δασμούς 25% σε κινεζικές εισαγωγές 250 δισ. δολαρίων, καθώς και τους δασμούς 7,5% σε κινεζικές εισαγωγές 120 δισ. δολαρίων.
Οι τελικές υπογραφές δεν έχουν πέσει ακόμη. Από την άλλη, η γεφύρωση των σινο-αμερικανικών διαφορών αποτελεί ένα ουσιαστικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αίροντας την αβεβαιότητα και τις ευρύτερες ανησυχίες για τον αντίκτυπο ενός γενικευμένου εμπορικού πολέμου στην παγκόσμια οικονομία.
Οι επενδυτές μπορούν -προς το παρόν τουλάχιστον- να αναστενάξουν με ανακούφιση.