Την πρόβλεψη σταδιακής ενίσχυσης της λειτουργικής κερδοφορίας έως το 1 δισ. ευρώ το 2024 περιλαμβάνει, σύμφωνα με πληροφορίες, το μεσοπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο της ΔΕΗ για την επόμενη πενταετία.
Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Την πρόβλεψη σταδιακής ενίσχυσης της λειτουργικής κερδοφορίας έως το 1 δισ. ευρώ το 2024 περιλαμβάνει, σύμφωνα με πληροφορίες, το μεσοπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο της ΔΕΗ για την επόμενη πενταετία, το οποίο ενέκρινε αργά το βράδυ της Παρασκευής το Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης. Το σχέδιο, το οποίο θα ανακοινωθεί επίσημα σήμερα Δευτέρα σε συνέντευξη Τύπου που θα παραχωρήσει η επιχείρηση, παρουσίασε στα μέλη του Δ.Σ. ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Γιώργος Στάσσης.
Σύμφωνα με την παρουσίαση, τα EBITDA της εταιρείας θα ανέλθουν το 2020 σε 650 εκατ. ευρώ, και με τη θετική επίπτωση των 200 εκατ. ευρώ που θα καταβάλει το Δημόσιο για τις υπηρεσίες ΥΚΩ παρελθόντων ετών, θα φθάσουν τα 850 εκατ. ευρώ. Στη συνέχεια, την περίοδο 2021-2023, η λειτουργική κερδοφορία θα κινηθεί μεταξύ 650 και 700 εκατ. ευρώ κατ’ έτος, ώστε την επόμενη χρονιά να αγγίξουν το 1 δισ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανωτέρω πρόβλεψη βασίζεται στην ολοένα μικρότερη έκθεση της επιχείρησης στο κόστος των δικαιωμάτων ρύπων, καθώς -σύμφωνα με το σχέδιο- όλες οι υφιστάμενες λιγνιτικές μονάδες της επιχείρησης θα κλείσουν έως το 2023. Επομένως, στο χαρτοφυλάκιο ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων με το ορυκτό καύσιμο, από το 2024 θα παραμείνει μόνο η Πτολεμαΐδα 5, η οποία θα ξεκινήσει να λειτουργεί δύο χρόνια νωρίτερα και θα πάψει το 2028 να λειτουργεί με καύσιμο τον λιγνίτη.
Έτσι, σύμφωνα με πληροφορίες, στην παρουσίαση του κ. Στάσση δεν περιλαμβάνονταν ποσοτικές αναφορές στην αύξηση των εσόδων της εταιρείας από την ανάπτυξη άλλων δραστηριοτήτων. Αντίθετα, η πρόβλεψη για τα EBITDA βασίζεται στην παραδοχή ότι το κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών θα περιορίσει τα έξοδα για την αγορά δικαιωμάτων, που υπολογίζονται σε 200-300 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο. Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα «σβησίματος» των λιγνιτικών μονάδων, το σχέδιο προβλέπει ότι εντός της επόμενης χρονιάς θα αποσυρθούν οι μονάδες Αμύνταιο 1 και 2, συνολικής ισχύος 550 MW, ενώ το 2021 θα ακολουθήσουν οι μονάδες Καρδιά 3 και 4, συνολικής ισχύος 560 MW.
Το 2022 θα «σβήσουν» η Μεγαλόπολη 3 (ισχύος 250 MW) και οι μονάδες Άγιος Δημήτριος 1 έως 4 (συνολικής ισχύος 1100 MW), ενώ την ίδια χρονιά θα ξεκινήσει να λειτουργεί η Πτολεμαΐδα 5, ισχύος 660 MW.
Το επόμενο έτος θα τεθούν εκτός λειτουργίας η Μεγαλόπολη 4 (260 MW), η Μελίτη (290 MW) και ο Άγιος Δημήτριος 5 (340 MW). Σε ό,τι αφορά την Πτολεμαΐδα 5, προβλέπεται ότι το 2028 θα πάψει να λειτουργεί με λιγνίτη, αν και επί του παρόντος δεν φαίνεται να έχει αποφασιστεί η μετατροπή της για χρήση άλλου καυσίμου. Τέλος, όπως έγραψε η «Ν» το Σάββατο, το σχέδιο προβλέπει τη μαζική «πράσινη» στροφή της ΔΕΗ στις ΑΠΕ, με στόχο η εγκατεστημένη ισχύς της να αυξηθεί στα επίπεδα του 1 GW την επόμενη 5ετία. Κάτι που, με δεδομένο ότι οι υφιστάμενες μονάδες ΑΠΕ της εταιρείας κινούνται στα 150 MW, σημαίνει πως θα αυξήσει πάνω από 6 φορές το «πράσινο» χαρτοφυλάκιό της.
Μείωση προσωπικού
Στις αρχές του 2024 στη ΔΕΗ και τον ΔΕΔΔΗΕ προβλέπεται να απασχολούνται 11.500 άτομα (από περίπου 15.900 σήμερα).
Η μείωση θα προέλθει κυρίως από τις λιγνιτικές μονάδες και τα λιγνιτωρυχεία που θα αποσυρθούν.
Όσοι εργαζόμενοι δεν θα έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικά δικαιώματα θα αποτελέσουν την πρώτη «δεξαμενή» για προγράμματα εθελούσιας εξόδου και μετακινήσεων σε θυγατρικές του ομίλου ή στο Δημόσιο.
Παράλληλα, έως το 2024 προβλέπεται να γίνουν και 1.000 προσλήψεις.