Νέα αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας διαβλέπει η Έκθεση Χρηματοδοτικής Σταθερότητας της ΤτΕ μέσα στο 2020, ωστόσο στην ίδια έκθεση αναφέρεται πως η χώρα θα αγγίξει την επενδυτική βαθμίδα το 2021. Στην αναβάθμιση θα βοηθήσουν τα χαμηλά έως αρνητικά επιτόκια, αλλά και το APS.
Νέα αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας διαβλέπει η Έκθεση Χρηματοδοτικής Σταθερότητας της ΤτΕ μέσα στο 2020, ωστόσο στην ίδια έκθεση αναφέρεται πως η χώρα θα αγγίξει την επενδυτική βαθμίδα το 2021.
Στην αναβάθμιση θα βοηθήσουν τα χαμηλά έως αρνητικά επιτόκια που καθιστούν φθηνότερη την εξυπηρέτηση του χρέους για τη χώρα μας, αλλά και το APS, το οποίο, ωστόσο, όπως αναφέρεται στην έκθεση, θα επιβαρύνει κατ’ αρχήν τα κεφάλαια των τραπεζών.
H έκθεση αναφέρει πως η μείωση των αποδόσεων των ελληνικών 10ετών ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα δεν αποτελεί από μόνη της έναυσμα για περαιτέρω αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της χώρας, δεδομένου και των πολύ χαμηλών -ακόμη και αρνητικών- επιτοκίων που επικρατούν σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Εφόσον, όμως, τα χαμηλά επιτόκια σηματοδοτούν μεγαλύτερη δυνατότητα για διαχείριση του δημόσιου χρέους, η βιωσιμότητα του χρέους, σε συνδυασμό με τη δυναμική υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων, θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της ελληνικής κυβέρνησης εντός του 2020, με αποτέλεσμα η αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα να συντελεστεί σε συντομότερο χρονικό διάστημα μετά το 2020.
Αξίζει να επισημάνουμε ότι οι αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της χώρας θα μπορούσαν να δώσουν ώθηση και στην αξιολόγηση των τραπεζών, βελτιώνοντας την πρόσβασή τους στις αγορές. «Οι συνθήκες χρηματοδότησης των πιστωτικών ιδρυμάτων βελτιώθηκαν, γεγονός που επενεργεί θετικά στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και στις δυνατότητές του να επιτελέσει το διαμεσολαβητικό του ρόλο» αναφέρει η ΤτΕ στην έκθεσή της και προσθέτει ότι το περιβάλλον περιβάλλον εξαιρετικά χαμηλών ή και αρνητικών επιτοκίων στην Ευρωζώνη αποτελεί σημαντική παράμετρο που επηρεάζει το κόστος χρηματοδότησης.
Παρ’ όλα αυτά, επισημαίνει, πως η πρόσβαση στις αγορές χρήματος για τις ελληνικές τράπεζες είναι ακόμη περιορισμένη και δεν έχει καταστεί εφικτή η μακροχρόνια χρηματοδότησή τους χωρίς την παροχή εξασφαλίσεων.
Ταυτόχρονα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, εκτός από την επίλυση του προβλήματος της ρευστότητας, καλείται να αντιμετωπίσει και άλλες πιο σημαντικές προκλήσεις, διαμηνύει η ΤτΕ. Αυτές, όπως εξηγεί, σχετίζονται με:
α) τον μεγάλο όγκο των κόκκινων δανείων
β) την οργανική κερδοφορία,
γ) την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού και
δ) την ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων
naftemporiki.gr