Οικονομία & Αγορές
Τετάρτη, 04 Δεκεμβρίου 2019 21:35

ΕΒΑ: Οι κίνδυνοι για τις ευρωπαϊκές τράπεζες

Τους κινδύνους των ευρωπαϊκών τραπεζών αξιολόγησε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) στην άσκηση διαφάνειας, τα αποτελέσματα της οποίας έδωσε στη δημοσιότητα. Σταθεροί ήταν οι δείκτες φερεγγυότητας, αλλά οι κίνδυνοι εντοπίζονται κυρίως στις τράπεζες που χρηματοδοτούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις (μεταξύ των οποίων και οι ελληνικές), ενώ σημαντικές δυσκολίες επιφέρουν τα αρνητικά επιτόκια στη διατήρηση καταθέσεων. Προβληματισμός αναπτύσσεται σχετικά με τη δημιουργία κερδοφορίας των τραπεζών, ενώ η βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί, σε ό,τι αφορά τα κέρδη, στη μείωση του λειτουργικού κόστους.

Από την έντυπη έκδοση

Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]

Τους κινδύνους των ευρωπαϊκών τραπεζών αξιολόγησε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) στην άσκηση διαφάνειας, τα αποτελέσματα της οποίας έδωσε στη δημοσιότητα. Σταθεροί ήταν οι δείκτες φερεγγυότητας, αλλά οι κίνδυνοι εντοπίζονται κυρίως στις τράπεζες που χρηματοδοτούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις (μεταξύ των οποίων και οι ελληνικές), ενώ σημαντικές δυσκολίες επιφέρουν τα αρνητικά επιτόκια στη διατήρηση καταθέσεων. Προβληματισμός αναπτύσσεται σχετικά με τη δημιουργία κερδοφορίας των τραπεζών, ενώ η βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί, σε ό,τι αφορά τα κέρδη, στη μείωση του λειτουργικού κόστους.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) δημοσίευσε την ετήσια έκθεσή της για τους κινδύνους και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τραπεζικός τομέας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η έκθεση συνοδεύεται από τη δημοσίευση της διαδικασίας περί διαφάνειας για το 2019 σε ολόκληρη την Ε.Ε., η οποία παρέχει αναλυτικές πληροφορίες, σε συγκρίσιμη και προσιτή μορφή, για 131 τράπεζες σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνολικά, οι δείκτες φερεγγυότητας των τραπεζών της Ε.Ε. παρέμειναν σταθεροί, ενώ ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε περαιτέρω. Μέσα από τη χαμηλή κερδοφορία είναι απαραίτητη μια προνοητική διαχείριση των λειτουργικών εξόδων.

Τα στοιχεία ενεργητικού των τραπεζών της Ε.Ε. αυξήθηκαν κατά 3% από τον Ιούνιο του 2018 έως τον Ιούνιο του 2019. Από το 2014, οι τομείς των εμπορικών ακινήτων, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και των καταναλωτικών πιστώσεων ήταν εκείνοι με τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Με βάση αυτό στις τράπεζες με τη μεγαλύτερη επικινδυνότητα καταγράφεται πως τα πιστωτικά ιδρύματα αναζητούν απόδοση σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και συρρικνούμενων περιθωρίων.

Η ποιότητα του ενεργητικού συνέχισε να βελτιώνεται, αν και με βραδύτερο ρυθμό. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε από 3,6% τον Ιούνιο του 2018 σε 3% το 2019. Ωστόσο, το γεγονός πως οι τράπεζες αντιμετωπίζουν εκθέσεις σε μεγαλύτερους κινδύνους κατά τα τελευταία έτη και οι εξασθενημένες μακροοικονομικές προοπτικές αποτελούν έναν συνδυασμό ο οποίος ενδέχεται να αλλάξει αυτή την τάση. Οι απαντήσεις στο Ερωτηματολόγιο Αξιολόγησης Κινδύνων (RAQ) της ΕBA δείχνουν επίσης ότι ένα αυξανόμενο μερίδιο των τραπεζών αναμένει την επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού του για τις περισσότερες κατηγορίες δανείων. Σ’ αυτά συμπεριλαμβάνονται τόσο τα δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις όσο και τα καταναλωτικά δάνεια.

Οι όροι χρηματοδότησης βελτιώθηκαν, υποστηριζόμενοι από την πορεία των χρηματοπιστωτικών αγορών το καλοκαίρι. Οι τράπεζες πρέπει να επωφεληθούν από το σημερινό περιβάλλον χαμηλού επιτοκίου προκειμένου να δημιουργήσουν τα απαιτούμενα «μαξιλάρια» για την κάλυψη των MREL (ελάχιστες απαιτήσεις για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις). Με τον αριθμό των τραπεζών που δίνουν αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών οι επιπτώσεις αρχίζουν να γίνονται εμφανείς.

Έπειτα από σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, οι δείκτες κεφαλαίου παρέμειναν γενικά αμετάβλητοι σε ετήσια βάση. Τον Ιούνιο του 2019, ο δείκτης CET1 ανήλθε σε 14,4% (14,3% τον Ιούνιο του 2018). Κατά το τελευταίο έτος παρατηρήθηκε παράλληλη αύξηση του δείκτη κινδύνου των σταθμισμένων ενεργητικών (RWA) (2,5% σε ετήσια βάση) και του δείκτη CET1 (3% σε ετήσια βάση). Ο πιστωτικός κίνδυνος, ο οποίος αντιπροσωπεύει το 80% του δείκτη RWA, αυξήθηκε κατά 2,5%, δηλαδή υπήρξε χαμηλότερος από την αύξηση του συνολικού ενεργητικού (3%) και των συνολικών δανείων (3,5%).

Η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Το Return on Equity (RoE) για τις τράπεζες της Ε.Ε. μειώθηκε ελαφρά από 7,2% σε 7% το 2019. Το επιδεινούμενο μακροοικονομικό περιβάλλον, μαζί με τα χαμηλά επιτόκια και τον έντονο ανταγωνισμό, όχι μόνο από τις τράπεζες αλλά και από τις FinTech, προσθέτουν περαιτέρω πιέσεις στην κερδοφορία των τραπεζών. Σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, ο εξορθολογισμός των λειτουργικών εξόδων είναι πιθανώς ο κύριος τομέας στον οποίον οι τράπεζες πρέπει να ρίξουν το βάρος τους για τη βελτίωση της κερδοφορίας.

Οι τεχνολογικοί κίνδυνοι και η αύξηση των περιπτώσεων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες διατηρούν υψηλό λειτουργικό κίνδυνο. Οι κυβερνοεπιθέσεις σε smartphones και οι παραβιάσεις δεδομένων αποτελούν σημαντικές ανησυχίες για τις τράπεζες. Επιπλέον, η εμφάνιση σκανδάλων μπορεί να προάγει νομικό κόστος.

Τι αναφέρει η έκθεση για την Ελλάδα

1. Χωρίς πιστωτική επέκταση: Όπως προκύπτει από την αξιολόγηση κινδύνου των τραπεζών στην οποία προέβη η EBA, σημειώνεται αύξηση στις δανειοδοτήσεις προς καταναλωτική πίστη, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και Real Estate (από το 2014 και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2019 κατά 20%). Πρόκειται για τον υψηλότερο ρυθμό έναντι των λοιπών τομέων χρηματοδότησης. Ωστόσο από την τάση αυτή εξαιρούνται η Κύπρος, η Ελλάδα και η Ιρλανδία, που τα τελευταία χρόνια αναγκάστηκαν να κάνουν ευρεία απομόχλευση του τραπεζικού τους τομέα.

2. Αυξημένος ο κίνδυνος από τη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων: Τόσο στη χώρα μας όσο και σε χώρες όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Βουλγαρία, η Εσθονία και η Λετονία τα δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν σημαντικό ποσοστό του συνολικού δανεισμού που χορηγούν οι τράπεζες, κάτι το οποίο εξηγείται από τη σημασία των επιχειρήσεων αυτών στην οικονομία των παραπάνω χωρών. Αντίστοιχα σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία σημαντικό μερίδιο κατέχει ο δανεισμός προς πολύ μεγάλες επιχειρήσεις. Όπως ήδη αναφέρθηκε, τα δάνεια αυτών των κατηγοριών αυξάνουν τον χρηματοπιστωτικό κίνδυνο για τις τράπεζες.

3. Μέγεθος ΝPLs: Η Κύπρος είναι αυτή που έχει τη μεγαλύτερη μείωση (13 ποσοστιαίες μονάδες τον περασμένο χρόνο) σε ό,τι αφορά τα NPLs, ενώ ακολουθείται από την Ελλάδα με μείωση κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες. Οι τράπεζες στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία και τη Σλοβενία σημείωσαν πρόοδο κατά περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες στον τομέα αυτόν, την ίδια χρονική περίοδο, δηλαδή το 2018. Η Ιταλία που είχε και το μεγαλύτερο όγκο NPLs σε απόλυτες τιμές ανάφερε ότι τα μείωσε κατά περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες. Η χώρα μας με βάση τα στοιχεία του Ιουνίου 2019 είχε τον υψηλότερο δείκτη NPLs στο 41%, ακολουθούμενη από την Κύπρο στο 31% και την Πορτογαλία στο 9%.

4. Ποιότητα ΝPLs: Οι χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά NPLs, γενικώς, είναι αυτές που παρουσιάζουν και το μεγαλύτερο μερίδιο «κόκκινων» δανείων, τα οποία πιθανότατα δεν θα πληρωθούν ποτέ. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις χώρες που έχουν τα υψηλότερα ποσοστά NPLs, οι οποίες παρουσιάζουν μεγαλύτερο μερίδιο δανείων σε καθυστέρηση ενός έτους και άνω. Για παράδειγμα, περισσότερο από το 65% των ελληνικών και κυπριακών NPLs ήταν ληξιπρόθεσμα για περισσότερα από 1 χρόνο και περίπου το 60% σε βαριά καθυστέρηση άνω των 5 ετών με βάση τα στοιχεία του Ιουνίου 2019.