ΜΕΧΡΙ και τις 15 Μαΐου κάθε έτους θα πρέπει τα νομικά πρόσωπα να υποβάλουν τη δήλωση Ενιαίου Τέλους Ακίνητης Περιουσίας, ενώ η διαδικασία υποβολής θα ολοκληρώνεται εντός δέκα εργάσιμων ημερών ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του Α.Φ.Μ. τους. Αυτό προβλέπεται από τις διατάξεις του νέου φορολογικού νομοσχεδίου «κατάργηση φόρου κληρονομιών και γονικών παροχών - απαλλαγή πρώτης κατοικίας - ενιαίο τέλος ακινήτων - αντιμετώπιση λαθρεμπορίου καυσίμων και άλλες διατάξεις», στις οποίες αναφέρεται ότι την εν λόγω δήλωση υποβάλλει ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου ή ειδικά εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο.
ΜΕΧΡΙ και τις 15 Μαΐου κάθε έτους θα πρέπει τα νομικά πρόσωπα να υποβάλουν τη δήλωση Ενιαίου Τέλους Ακίνητης Περιουσίας, ενώ η διαδικασία υποβολής θα ολοκληρώνεται εντός δέκα εργάσιμων ημερών ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του Α.Φ.Μ. τους.
Αυτό προβλέπεται από τις διατάξεις του νέου φορολογικού νομοσχεδίου «κατάργηση φόρου κληρονομιών και γονικών παροχών - απαλλαγή πρώτης κατοικίας - ενιαίο τέλος ακινήτων - αντιμετώπιση λαθρεμπορίου καυσίμων και άλλες διατάξεις», στις οποίες αναφέρεται ότι την εν λόγω δήλωση υποβάλλει ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου ή ειδικά εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ειδικά για το πρώτο έτος εφαρμογής της φορολογίας αυτής ως δήλωση φυσικού προσώπου, ορίζεται το σύνολο της ακίνητης περιουσίας κάθε προσώπου την 1η Ιανουαρίου 2008, η οποία προκύπτει από το σύνολο των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων ετών 2005 έως και 2008 τις οποίες έχει υποβάλλει ο υπόχρεος.
Για κάθε επόμενο όμως έτος ως δήλωση φυσικού προσώπου ορίζονται οι αυτές δηλώσεις στοιχείων ακινήτων των ετών 2005 έως και 2008, με τις μεταβολές της περιουσιακής ή οικογενειακής κατάστασης που επήλθαν κάθε επόμενο έτος, για τις οποίες υποβάλλεται δήλωση στοιχείων ακινήτων το αντίστοιχο έτος.
Τρεις ισόποσες δόσεις
Επισημαίνεται ότι το τέλος που αναλογεί στα φυσικά πρόσωπα καταβάλλεται σε τρεις ίσες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα, αντιστοίχως, από τη βεβαίωση του τέλους.
Έτσι, αν το τέλος βεβαιώνεται τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο του οικείου έτους, καταβάλλεται σε δύο ίσες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους και η δεύτερη την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του τρίτου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους.
Από την άλλη πλευρά αν το τέλος βεβαιώνεται το μήνα Οκτώβριο του οικείου οικονομικού έτους και μετά, καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους το οποίο πάντως δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών και νομικών προσώπων.
Επισημαίνεται ότι αν το συνολικό ποσό της οφειλής είναι μέχρι 250 ευρώ για τον ίδιο και τη σύζυγό του αθροιστικά λαμβανόμενο, τούτο θα καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους.
Πιστοποιητικό καταβολής
Αξίζει να σημειωθεί ότι για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου, απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου, με το οποίο μεταβιβάζεται η κυριότητα ενός ακινήτου ή μεταβιβάζονται ή δημιουργούνται εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό, αν δεν επισυναφθεί από το συμβολαιογράφο, πιστοποιητικό καταβολής του τέλους που αναλογεί στην αξία του ακινήτου αυτού.
Οι φύλακες μεταγραφών υποχρεούνται μάλιστα να αρνηθούν την μεταγραφή συμβολαιογραφικού εγγράφου στο οποίο δεν έχει επισυναφθεί το ανωτέρω πιστοποιητικό.
Οι συμβολαιογράφοι και οι φύλακες μεταγραφών που θα παραβαίνουν τις υποχρεώσεις τους υπόκεινται σε πρόστιμο από 1.000 ευρώ έως 3.000 ευρώ, για κάθε παράβαση.
Με βάση τις διατάξεις του φορολογικού νομοσχεδίου για τα νομικά πρόσωπα ο πάγιος συντελεστής ορίζεται σε έξι τοις χιλίοις (0,6%), ενώ για τα ημεδαπά και ξένα με τον όρο της αμοιβαιότητας νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς κοινωφελείς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς, θεσπίζεται πάγιος συντελεστής τρία τοις χιλίοις (0,3%).
Με συντελεστή όμως ένα τοις χιλίοις (0,1%) θα φορολογούνται:
α) τα κτίσματα των ακινήτων που ιδιοχρησιμοποιούνται για την παραγωγή ή την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας από επαγγελματικές γενικά επιχειρήσεις, και η αξία των κτισμάτων των ακινήτων τα οποία ιδιοχρησιμοποιούνται από νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και κοινωφελή ιδρύματα.
β) τα μη ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα που ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο.
γ) τα μη ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα των δήμων, των κοινοτήτων, της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.), της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε), των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των κάθε είδους ταμείων ή οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, των συνδικαλιστικών οργανώσεων και της Αρχαιολογικής Εταιρείας.
δ) τα ακίνητα, που δεν χρησιμοποιούν για να επιτελούν το λατρευτικό τους έργο οι γνωστές με βάση το Σύνταγμα θρησκείες και δόγματα, το Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου, η Ιερά Μονή του όρους Σινά, το ¶γιον Όρος, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας.
ε) τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στο ενεργητικό των εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία και των Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ακίνητης Περιουσίας
στ) τα ακίνητα που δεν ιδιοχρησιμοποιούν τα Μουσεία, κοινωφελή Ιδρύματα και τα Ιδρύματα
ζ) τα ακίνητα που δεν ιδιοχρησιμοποιούν τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν.1091/1980.
Φορολογία τραπεζών
Σημαντικές αλλαγές στο καθεστώς φορολόγησης των Τραπεζών επιφέρει, από το επόμενο έτος, το νέο φορολογικό νομοσχέδιο.
Ειδικότερα, εκτός από την αύξηση της προκαταβολής φόρου από το 80% στο 100% που θα έχουν να αντιμετωπίσουν τα Πιστωτικά Ιδρύματα, τα κέρδη τους που προέκυψαν στην αμέσως προηγούμενη χρήση και δεν υπήχθησαν σε φόρο με βάση την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος, αλλά εμφανίζονται σε λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού ή συγκεντρωτικά στον ισολογισμό και αναλύονται στο προσάρτημα (σημειώσεις επί των οικονομικών καταστάσεων) από τις εταιρείες που τηρούν τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (Δ.Π.Χ.Π.), θα φορολογούνται πλέον κάθε χρόνο με το συντελεστή φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων (109 του Κ.Φ.Ε.).
Επισημαίνεται ότι τέτοια εισοδήματα είναι τα κέρδη από την πώληση μετοχών σε αλλοδαπό ή ημεδαπό χρηματιστήριο, τα κέρδη από συναλλαγές σε παράγωγα προϊόντα που διαπραγματεύονται στην αγορά παραγώγων του ΧΑ ή άλλων χρηματιστηρίων, το μέρος των αφορολόγητων εσόδων που δεν διανεμήθηκε μέσα στη χρήση κ.λ.π.
Χωριστή δήλωση
Για το σκοπό αυτό προβλέπεται στο νομοσχέδιο ότι οι τράπεζες θα πρέπει να υποβάλλουν χωριστή δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το τέλος του ένατου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου εντός της οποίας προέκυψαν τα ανωτέρω κέρδη.
Το προκύπτον εξάλλου ποσό φόρου θα πρέπει να καταβληθεί σε τρεις ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης και οι υπόλοιπες δύο την τελευταία εργάσιμη ημέρα των δύο επομένων μηνών. Με την καταβολή του φόρου αυτού βέβαια θα εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νομικού προσώπου και των μετόχων του για τα εν λόγω κέρδη, τα οποία μπορούν στη συνέχεια να διανέμονται και να κεφαλαιοποιούνται, κατά το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση του φόρου, χωρίς καμία άλλη φορολογική επιβάρυνση.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση που περιελήφθη στο σχέδιο νόμου κρίθηκε αναγκαία αφενός μεν λόγω της σημαντικής επέκτασης των Τραπεζών στον τομέα της αγοραπωλησίας μετοχών και της σύναψης χρηματοοικονομικών συμβολαίων παραγώγων και αφετέρου δε εξαιτίας του ότι τα εισοδήματα αυτά που αποκτούν οι Τράπεζες αποτελούν κέρδη που προέρχονται από αυτές τις δραστηριότητες και τα οποία οπωσδήποτε θα φορολογούνταν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης τους και ως εκ τούτου με τις προτεινόμενες διατάξεις απλώς επισπεύδεται η φορολόγηση αυτών.
Επισημαίνεται ότι τα όσα καθορίζονται για το θέμα αυτό από τις διατάξεις του εν λόγω νομοσχεδίου, τα οποία φυσικά ισχύουν και για τα υποκαταστήματα των αλλοδαπών τραπεζών, έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν την 31 Δεκεμβρίου 2007 και μετά.
Παρακράτηση φόρου
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στο φορολογικό νομοσχέδιο προβλέπεται ακόμη ότι για τα εισοδήματα που προέρχονται από χρηματοοικονομικά προϊόντα της αλλοδαπής, η παρακράτηση φόρου 15% πρέπει να ενεργείται από το ημεδαπό πιστωτικό ίδρυμα κατά την καταβολή ή την πίστωση του λογαριασμού του δικαιούχου. Η υποχρέωση μάλιστα παρακράτησης φόρου υπάρχει και όταν τα έσοδα από αυτά τα χρηματοοικονομικά παράγωγα επανεπενδύονται ή παραμένουν στο εξωτερικό.
Επισημαίνεται ότι τα ημεδαπά πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν σε παρακράτηση φόρου επί των προαναφερθέντων εισοδημάτων που προέρχονται από την αλλοδαπή, ανεξάρτητα αν έχουν μεσολαβήσει ή όχι, για τη σύναψη της σύμβασης μεταξύ του δικαιούχου του εισοδήματος και του αλλοδαπού οργανισμού.
Φορολογητέα αξία επιβατικών αυτοκινήτων
Με το φορολογικό νομοσχέδιο που κατέθεσε το οικονομικό επιτελείο κρίθηκε σκόπιμο να ευθυγραμμιστεί πλέον και η εθνική νομοθεσία στην απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που εκδόθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2007, σχετικά με το τέλος ταξινόμησης εισαγομένων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας και την απομείωση της αξίας με βάση μόνο τη παλαιότητα.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η χώρα μας εφαρμόζοντας για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που εισάγονται στην Ελλάδα από άλλο κράτος μέλος ένα και μόνο κριτήριο, το οποίο βασίζεται αποκλειστικά στην παλαιότητα του αυτοκινήτου και επιτρέποντας απομείωση 7% για αυτοκίνητα έξι μηνών έως ενός έτους ή 14% για αυτοκίνητα ενός έτους, με συνέπεια ο οφειλόμενος φόρος να υπερβαίνει, έστω και σε ορισμένες περιπτώσεις, το ποσό του εναπομείναντος φόρου που είναι ενσωματωμένος στην αξία των ταξινομημένων στη χώρα μας ομοειδών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που είχε από το κοινοτικό δίκαιο (άρθρο 90 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας).
Κριτήρια
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, η χώρας μας έπρεπε να συμμορφωθεί και ως εκ τούτου για την απομείωση που εφαρμόζεται για τον καθορισμό της φορολογητέας αξίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, όχι μόνο ένα κριτήριο όπως αυτό της παλαιότητα, αλλά και τα διανυθέντα χιλιόμετρα.
Από την άλλη πλευρά έπρεπε να ληφθεί υπόψη ότι αφενός η απομείωση αυτή δεν είναι γραμμική και κατά τα πρώτα χρόνια είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι στη συνέχεια, αφετέρου δε ότι η απομείωση αρχίζει από την αγορά ή την έναρξη χρήσης του αυτοκινήτου.
Για τους λόγους αυτούς λοιπόν και το οικονομικό επιτελείο προχώρησε στη ρύθμιση που προβλέπει ότι η φορολογητέα αξία των μεταχειρισμένων επιβατικών αυτοκινήτων θα απομειώνεται από τον πρώτο μήνα κυκλοφορίας και οι συντελεστές λόγω παλαιότητας θα υπολογίζονται επί των μηνών κυκλοφορίας, στους οποίους θα προστίθενται και ένα ποσοστό απαξίωσης για τα διανυθέντα χιλιόμετρα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προτεινόμενη διάταξη ως εξής:
* για τον πρώτο χρόνο η μείωση θα ανέρχεται σε 1,30% για κάθε μήνα κυκλοφορίας
* για τον δεύτερο χρόνο η μείωση θα ανέρχεται σε 0,70% για κάθε μήνα κυκλοφορίας
* για τον τρίτο χρόνο η μείωση θα ανέρχεται σε 0,50% για κάθε μήνα κυκλοφορίας
* για τα πέντε επόμενα χρόνια η μείωση θα ανέρχεται σε 0,40% για κάθε μήνα κυκλοφορίας
* για τα τρία επόμενα χρόνια η μείωση θα ανέρχεται σε 0,30% για κάθε μήνα κυκλοφορίας
* για τα δύο επόμενα χρόνια η μείωση θα ανέρχεται σε 0,20% για κάθε μήνα κυκλοφορίας και
* για τα επόμενα χρόνια η μείωση θα ανέρχεται σε 0,10% για κάθε μήνα κυκλοφορίας.
Επιπλέον ποσοστό
Επισημαίνεται επίσης ότι στον κατά τα ανωτέρω διαμορφωθέντα συντελεστή απομείωσης θα προστίθενται και ποσοστό 5% επί των διανυθέντων χιλιομέτρων δια χίλια πεντακόσια που αντιπροσωπεύει τον μηνιαίο μέσο όρο των χιλιομέτρων που διανύει ένα επιβατικό αυτοκίνητο στη χώρα μας.
Θα πρέπει πάντως να υπογραμμιστεί ότι από τις διατάξεις του συγκεκριμένου νομοσχεδίου προβλέπεται ότι ο με βάση τα ανωτέρω διαμορφούμενος συντελεστής δεν μπορεί να είναι ανώτερος του 81%.