Καθώς η ψυχολογία και η ανθρώπινη συμπεριφορά αποδεικνύονται κομβικοί παράγοντες κατά τη λήψη αποφάσεων, αναβαθμίζεται ο ρόλος του coaching, ως μέσου για τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, καθώς και για την επίτευξη υψηλών επιδόσεων από τα στελέχη και ανταγωνιστικών αποδόσεων από τις επιχειρήσεις.
Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Καθώς η ψυχολογία και η ανθρώπινη συμπεριφορά αποδεικνύονται κομβικοί παράγοντες κατά τη λήψη αποφάσεων, αναβαθμίζεται ο ρόλος του coaching, ως μέσου για τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, καθώς και για την επίτευξη υψηλών επιδόσεων από τα στελέχη και ανταγωνιστικών αποδόσεων από τις επιχειρήσεις.
Σεροτονίνη, ντοπαμίνη, αδρεναλίνη, είναι ορισμένες από τις χημικές ουσίες του νευρικού μας συστήματος, οι λεγόμενοι νευροδιαβιβαστές, οι οποίοι μεταφέρουν πληροφορίες από τον ένα νευρώνα στον άλλο και ελέγχουν έτσι την ανθρώπινη συμπεριφορά, αποτελώντας τον καταλύτη στη λήψη αποφάσεων.
Η νευροφυσιολογία είναι ένας από τους παράγοντες που επιδρούν στην οπτική και την απόδοσή μας, σύμφωνα με κορυφαίους πιστοποιημένους coaches που συμμετείχαν στο Coachathon 2019, τον 4ο Μαραθώνιο Coaching, που διοργανώθηκε από τον ελληνικό βραχίονα του International Coach Federation (ΙCF) στις 9.11.2019 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Άλλοι παράγοντες είναι ο αξιακός κώδικας, οι πεποιθήσεις, τα μοτίβα σκέψης, τα συναισθήματα, η θετική στάση, οι συμπεριφορές και οι αντιδράσεις.
Το coaching, που σύμφωνα με τον ΙCF είναι «ο συνεταιρισμός με τον πελάτη σε μια δημιουργική διαδικασία, που προκαλεί τη σκέψη και τον εμπνέει να μεγιστοποιήσει το προσωπικό και επαγγελματικό του δυναμικό», συνεισφέρει αποτελεσματικά στη διοίκηση της απόδοσης (Performance Management). Αυτό επισημαίνει ο Θεόδωρος Παπαφωτόπουλος, διευθυντής Ανθρώπινου Δυναμικού της BIC Violex, καθώς και άλλα στελέχη που υιοθέτησαν προγράμματα coaching βελτιώνοντας τις εταιρικές αποδόσεις, όπως η Μαρίκα Λάμπρου, BoD Entersoft. Εξάλλου η ανάγκη των επιχειρήσεων για coaching προκύπτει και μέσα από τις ραγδαίες εξελίξεις στην τεχνολογία, όπως επισημαίνει ο Κωνσταντίνος Κίντζιος, Business Development Director ReGeneration.
Σε σχετική συζήτηση (knowledge meeting) για το coaching και τις υψηλές αποδόσεις στον εργασιακό χώρο, η Κατερίνα Τριβυζά, διευθύντρια Εταιρικών Προγραμμάτων Trive Global, σημείωσε μεταξύ άλλων την ανάγκη για coaching που αναδύεται από την αυξημένη ευαισθητοποίηση γύρω από τα θέματα βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ τόσο ο Νάσος Φωτόπουλος, PCC, πρόεδρος του ICF Greece Chapter, όσο και ο δρ. Κυριάκος Κυριακόπουλος, καθηγητής Στρατηγικής και Marketing, ακαδημαϊκός διευθυντής του ALBA Executive MBA και του Eurobank ALBA MBA in Financial Services, ανέδειξαν τη σημασία της κουλτούρας coaching σε έναν οργανισμό και τα συνακόλουθα οφέλη για εργαζόμενους και ηγέτες. Στη συζήτηση συνεισέφερε σημαντικά με την εμπειρία της ως Executive Coach, Mentor και Σύμβουλος Marketing η Ίρις Μπαλόγλου (ACC, Επίτροπος Marketing και Χορηγιών του ICF Greece Chapter), ενώ η Μαρία Καραγεώργη (Επίτροπος Διοικητικής Υποστήριξης του ΙCF Greece Chapter) συμμετείχε στον συντονισμό της συζήτησης.
Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ICF & EMCC, στην οποία αναφέρθηκε η Ειρήνη Νικολαΐδου, PCC, Managing Partner στη Moving Minds Coaching και Certified mBIT Executive & Team Coach, οι οργανισμοί με ισχυρή κουλτούρα coaching αποτελούν σχεδόν το 15% της αγοράς και από αυτούς οι 3 στους 5 (ποσοστό 61%) είναι υψηλών αποδόσεων, με όρους οικονομικών αποτελεσμάτων και επιδόσεων του ταλέντου.
Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι στους οργανισμούς χωρίς ισχυρή κουλτούρα coaching λιγότεροι από 3 στους 10 χαρακτηρίζονται από υψηλές αποδόσεις.
Αυτό που κάνουν κατά βάση οι εταιρείες με ισχυρή κουλτούρα coaching είναι να επενδύουν στην ανάπτυξη των εργαζομένων τους και να προωθούν την εσωτερική κινητικότητα δίνοντας κίνητρα εξέλιξης καριέρας στα στελέχη τους. Αυτές οι εταιρείες απολαμβάνουν υψηλότερο σκορ δέσμευσης των υπαλλήλων τους συγκριτικά με τις επιχειρήσεις της υπόλοιπης αγοράς (69% έναντι 39% αντίστοιχα με βάση στοιχεία του ICF).
Σημειώνεται ότι στην «εξίσωση των υψηλών επιδόσεων», όπου η γνώση, οι δεξιότητες και η κρίση είναι προαπαιτούμενα, κλειδιά είναι η στάση (attitude) και η μεταχείριση (treatment), όπως σημείωσε η κ. Νικολαΐδου, εξηγώντας ότι είναι αυτά που πολλαπλασιάζουν την απόδοση, ενώ για την ανάπτυξη και ανάδειξη αυτών των προσόντων το coaching έχει τις λύσεις.
Η συμπεριφορά
Σε όλο το φάσμα της επιχειρηματικής δράσης, από τη μικρή κλίμακα του εργασιακού χώρου μέχρι τη μεγάλη κλίμακα της αγοράς, η λήψη αποφάσεων επηρεάζεται, μέσω της ανθρώπινης συμπεριφοράς, από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες και επιδρά στην απόδοση. Έτσι σε ένα θετικό εργασιακό περιβάλλον, όπου οι υπάλληλοι είναι ικανοποιημένοι, αισθάνονται ότι εκπληρώνουν -πέρα από τους εταιρικούς- και προσωπικούς στόχους, νιώθουν ότι η φωνή τους ακούγεται, απολαμβάνουν κίνητρα κ.ο.κ. αποδίδουν καλύτερα. Επίσης, γίνεται αντιληπτό πόσο καταλυτική είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά εάν εστιάσουμε για παράδειγμα στον χρηματοοικονομικό τομέα.
Τα συμπεριφορικά σφάλματα, όπως η συμπεριφορά αγέλης, η υπερβολική αισιοδοξία, η ασύμμετρη πληροφόρηση είναι ιδιαίτερα εμφανή κατά τη διάρκεια της χρηματιστηριακής φούσκας. Ανθρώπινες συμπεριφορές, όπως ο φόβος, η απληστία και οι φήμες μπορούν να διαμορφώσουν ένα παραπλανητικό περιβάλλον οδηγώντας τις τιμές των μετοχών σε ακραίες ανοδικές ή πτωτικές αποδόσεις και σε απόκλιση από τις θεμελιώδεις αξίες τους. Εξάλλου, την επίδραση της ψυχολογίας κατά τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων επιβεβαιώνει και η συμπεριφορική χρηματοοικονομική, ερμηνεύοντας συμπεριφορές και προλαμβάνοντας συναλλαγές που δεν θα αποδώσουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Επιστρέφοντας στις αποδόσεις στον εργασιακό χώρο, παρατηρούμε ότι οι σύγχρονες επιχειρήσεις εστιάζουν σε εργαλεία μέτρησης και αξιολόγησης της απόδοσης που δίνουν πολύτιμα δεδομένα για τη διοίκηση της απόδοσης (performance management). Οι πιστοποιημένοι coaches είναι σε θέση να αξιολογήσουν την απόδοση μέσω ποιοτικών δεικτών δίνοντας αξιόπιστη πληροφορία, συμπληρωματική των στοιχείων που προκύπτουν από τη μέτρηση της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας σε έναν οργανισμό.
Υπό το πρίσμα των παραπάνω αποκτά ιδιαίτερη σημασία η καλλιέργεια, μέσω του coaching, κλίματος εμπιστοσύνης. Για να επιτευχθεί αυτό διερευνάται ένα ευρύ φάσμα παραγόντων, από τις εκτιμήσεις ενός στελέχους για τον εαυτό του και για τα άλλα άτομα μέχρι τα συναισθήματα. Διότι συναισθήματα όπως φόβος, θυμός, δυσαρέσκεια, παραίτηση δηλώνουν δυσπιστία και αντίθετα ελπίδα, περιέργεια, γενναιοδωρία, ενδιαφέρον, δηλώνουν εμπιστοσύνη. Αναλόγως, συμπεριφορές που περιγράφονται με: άμυνα, αντίδραση, κατηγορία, παράπονο, κριτική, έλλειψη ελπίδας, παρακράτηση ιδεών και πληροφοριών, συνδέονται με δυσπιστία, ενώ η εμπιστοσύνη αποκαλύπτεται μέσω της συνεργασίας, του διαλόγου, της ελεύθερης επικοινωνίας, της υποστήριξης κ.ο.κ.
Μέσω του coaching γίνεται αντιληπτή η αξία των δεδομένων που προκύπτουν από τη νευροφυσιολογία. Στοιχεία όπως φυσιολογικές προς αυξημένες τιμές οξυτοκίνης, διαθεσιμότητα νεοφλοιού (το σκεπτόμενο μέρος του εγκεφάλου) και των δομών του εγκεφάλου που ευθύνονται για τις αποφάσεις και τις ενέργειες δηλώνουν εμπιστοσύνη. Αντίθετα, στην περίπτωση της δυσπιστίας το αμυντικό σύστημα του εγκεφάλου είναι έτοιμο να ενεργοποιηθεί, όπως και σε κάθε σήμα πιθανού κινδύνου, ενώ ενδεικτικές είναι και οι υψηλές τιμές αδρεναλίνης, κορτιζόλης και άλλων ουσιών που ενεργοποιούνται στη «μάχη».
Αυτό που κάνουν κατά βάση οι εταιρείες με ισχυρή κουλτούρα coaching είναι να επενδύουν στην ανάπτυξη των εργαζομένων τους και να προωθούν την εσωτερική κινητικότητα δίνοντας κίνητρα εξέλιξης καριέρας στα στελέχη τους.
Χημική επίδραση στη δομή
Η ηλεκτρική διέγερση που φτάνει στον νευράξονα οδηγεί στην απελευθέρωση του νευροδιαβιβαστή από τον προσυναπτικό νευρώνα στο συναπτικό κενό, όπου μπορεί να δράσει στους ανάλογους υποδοχείς που βρίσκονται στο μετασυναπτικό νευρώνα. Με αυτόν τον τρόπο η ηλεκτρική ώση μετατρέπεται σε χημική. Η αντίδραση του μετασυναπτικού κυττάρου στον νευροδιαβιβαστή εξαρτάται από τους υποδοχείς που υπάρχουν στη μεμβράνη του. Για παράδειγμα, η αδρεναλίνη είναι ο νευροδιαβιβαστής της πάλης. Παράγεται σε καταστάσεις στρες ή συγκίνησης και αυξάνει τους παλμούς της καρδιάς και τη ροή του αίματος, προκαλώντας φυσική τόνωση και αυξημένη συνειδητότητα.
Μια άλλη χημική ουσία, η νοραδρεναλίνη, που είναι ο νευροδιαβιβαστής της συγκέντρωσης επηρεάζει τις λειτουργίες της προσοχής και συμμετέχει στην αντίδραση «πάλης ή φυγής». Ο νευροδιαβιβαστής της ευχαρίστησης είναι η ντοπανίνη, ενώ η σεροτονίνη, που επηρεάζεται από την άσκηση και την έκθεση στον ήλιο, συνεισφέρει στο «ευ ζειν» και στην ευτυχία, βοηθώντας στον κύκλο του ύπνου και στο σύστημα λειτουργίας της πέψης. Ο GABA (γάμμα-άμινο-βουτυρικό οξύ), ο νευροδιαβιβαστής της ηρεμίας συνεισφέρει στον έλεγχο κίνησης και όρασης, ενώ η ακετυλοχολίνη εμπλέκεται στη σκέψη, τη μάθηση, τη μνήμη.
Επίσης, το γλουταμινικό οξύ, ο πιο κοινός εγκεφαλικός νευροδιαβιβαστής, εμπλέκεται στη μάθηση και στη μνήμη, ενώ ρυθμίζει την ανάπτυξη και δημιουργία των νευρικών επαφών και οι ενδορφίνες, οι νευροδιαβιβαστές της ευφορίας που απελευθερώνονται κατά τη διάρκεια σωματικής άσκησης, διέγερσης, ερωτικής πράξης, προκαλούν ευφορία μειώνοντας τον πόνο.