Η ελληνική πλευρά ήλπιζε ότι η αισθητή μείωση του κόστους δανεισμού στις αγορές θα οδηγούσε μία βελτιωμένη ανάλυση για την βιωσιμότητα του χρέους (DSA). Αυτή δεν ήρθε. Μάλιστα η εικόνα είναι ελαφρώς χειρότερη σε σχέση με το Μάρτιο. Το ΔΝΤ κάνει αναφορά στις ευνοϊκότερες συνθήκες στην αγορά, αλλά εκτιμά ότι αυτές αντισταθμίζονται από τη χαμηλότερη ανάπτυξη και τα εκτιμώμενα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Μακροπρόθεσμα εξακολουθεί να πιστεύει ότι η βιωσιμότητα δεν διασφαλίζεται στη βάση ρεαλιστικών υποθέσεων για τα μακροοικονομικά δεδομένα.
Η ελληνική πλευρά ήλπιζε ότι η αισθητή μείωση του κόστους δανεισμού στις αγορές θα οδηγούσε μία βελτιωμένη ανάλυση για την βιωσιμότητα του χρέους (DSA). Αυτή δεν ήρθε. Μάλιστα η εικόνα είναι ελαφρώς χειρότερη σε σχέση με το Μάρτιο. Στη νέα έκθεσή του το ΔΝΤ κάνει αναφορά στις ευνοϊκότερες συνθήκες στην αγορά, αλλά εκτιμά ότι αυτές αντισταθμίζονται από τη χαμηλότερη ανάπτυξη και τα εκτιμώμενα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Μακροπρόθεσμα εξακολουθεί να πιστεύει ότι η βιωσιμότητα δεν διασφαλίζεται στη βάση ρεαλιστικών υποθέσεων για τα μακροοικονομικά δεδομένα.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ προβλέπεται να συνεχίσει να υποχωρεί μέσα στην επόμενη δεκαετία, αλλά θα είναι σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι εκείνα που προέβλεπε η ανάλυση βιωσιμότητας του Μαρτίου, καθώς όπως εξηγεί «το χαμηλότερο ονομαστικό ΑΕΠ και το μονοπάτι για τα πρωτογενή πλεονάσματα την περίοδο 2019-2025 στη βάση των υφιστάμενων πολιτικών, υπερκαλύπτουν τα προβλεπόμενα χαμηλότερα κόστη δανεισμού». Ανεξάρτητα από αυτό, πάντως, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες ως ποσοστό του ΑΕΠ θα είναι κατά μέσο όρο ελαφρώς χαμηλότερες σε σχέση με εκείνες που προβλέπονταν τον Μάρτιο, «χάρη στην ενεργό διαχείριση των υποχρεώσεων από την κυβέρνηση και το χαμηλότερο κόστος δανεισμού».
Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η θέση του προσωπικού του Ταμείου «εξακολουθεί να είναι ότι η βιωσιμότητα του χρέους δεν διασφαλίζεται στο πλαίσιο ενός ρεαλιστικού πακέτου μακροοοικονομικών υποθέσεων».
Το βασικό σενάριο της νέας DSA
Όλα τα παραπάνω επισημαίνονται στο πλαίσιο του βασικού σεναρίου, που θέλει τον ρυθμό ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ να είναι κατά μέσο όρο 2,1% την περίοδο 2019-2020 για να υποχωρήσει τα επόμενα χρόνια και να φτάσει έως και το χαμηλό του 0,9% το 2028.
Στην αναθεωρημένη DSA το πραγματικό ΑΕΠ είναι περίπου 3% χαμηλότερο έως το 2028 σε σχέση με την εκτίμηση στην ανάλυση του περασμένου Μαρτίου.
Στο δημοσιονομικό μέτωπο το πρωτογενές ισοζύγιο για την περίοδο 2019-2025 προβλέπεται να είναι μία ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερο σε σχέση με τον Μάρτιο. Υπολογίζεται ότι το πρωτογενές ταμειακό πλεόνασμα θα υποχωρήσει από 2,6% του ΑΕΠ το 2019-20 κατά μέσο όρο σε 1,9% την περίοδο 2021-24)και στο 1,5% από το 2025.
Καθυστέρηση θα έχουμε και στην επίτευξη του στόχου για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου. Υπολογίζεται ότι από 2,4 δισ. ευρώ σήμερα, θα μειωθούν στα 1,4 δισ. ευρώ στο τέλος του έτους για να μηδενιστούν τελικά, όπως προβλέπει η συμφωνία με τους πιστωτές, έως τα τέλη της επόμενης χρονιάς.
Για τις ιδιωτικοποιήσεις προβλέπεται ότι σε ορίζοντα δεκαετίας θα εισρεύσουν στα ταμεία περί τα 2,4 δισ. ευρώ. Η εκτίμηση μένει αμετάβλητη σε σχέση με την ανάλυση του Μαρτίου.
naftemporiki.gr