Η άνοδος του ΑΕΠ θα συνεχισθεί και το 2008, ωστόσο με βραδύτερο ρυθμό, καθώς διευρύνονται οι παράγοντες που δημιουργούν αβεβαιότητες για την επίτευξη των υψηλών αυτών ρυθμών. Σύμφωνα με την τελευταία τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ, το σοβαρότερο πρόβλημα στην εγχώρια οικονομία είναι η απώλεια ανταγωνιστικότητας, η οποία αντανακλάται στο διευρυνόμενο έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών. Παράλληλα, θεωρεί πιθανή τη διατήρηση των τιμών πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τις εκτιμήσεις του Ιδρύματος Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η άνοδος του ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα συνεχισθεί και το 2008, ωστόσο με βραδύτερο ρυθμό. Παράλληλα όμως διαπιστώνει ότι διευρύνονται οι παράγοντες που δημιουργούν αβεβαιότητες για την επίτευξη των υψηλών αυτών ρυθμών.
Όπως αναφέρεται στην τελευταία τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ http://www.iobe.gr/media/elloik/4_07_final.pdf , το 2007 η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό περίπου 4%, στηριγμένη κυρίως στην εγχώρια ζήτηση, κατανάλωση και επενδύσεις. Συνεχίζεται έτσι μια μακρά περίοδος ανόδου, με ετήσιους ρυθμούς ταχύτερους από τον μέσο όρο της ΕΕ-27, με αποτέλεσμα την προσέγγιση του κατά κεφαλή εισοδήματος στο μέσο ευρωπαϊκό όρο. Σήμερα, το κατά κεφαλήν ελληνικό ΑΕΠ υπερβαίνει το 85% του μέσου όρου της ΕΕ-15 έναντι 70,9% που ήταν πριν από δέκα χρόνια.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, ο κυριότερος λόγος που δημιουργεί ανησυχίες για την συνέχιση των υψηλών αναπτυξιακών ρυθμών είναι ίσως η ενδεχόμενη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας λόγω της πιστωτικής κρίσης και της ανόδου των τιμών του πετρελαίου. Στην εγχώρια οικονομία, όπως αναφέρει το Ινστιτούτο, το σοβαρότερο πρόβλημα είναι η απώλεια ανταγωνιστικότητας, η οποία αντανακλάται στο διευρυνόμενο έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών. Εξάλλου, προσθέτει, το ενδεχόμενο αυξημένων πληθωριστικών πιέσεων τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στην Ελλάδα, οδηγεί σε υψηλότερα επιτόκια, με αρνητικές συνέπειες στους κύριους προωθητικούς παράγοντες της ανάπτυξης.
Στην έκθεση του ΙΟΒΕ αναφέρεται επίσης ότι το ενδεχόμενο να συντηρηθεί ο πληθωρισμός σε υψηλά επίπεδα ενισχύεται από τη διαπίστωση ότι η ένταση των παραγόντων που τον τροφοδοτούν, παραμένει ισχυρή. Ενδεικτικά αναφέρεται η αύξηση των τιμών των καυσίμων, η αύξηση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης και η άνοδος του κόστους, που δεν αντισταθμίζεται από τη βελτίωση της παραγωγικότητας. Αντίθετα, επιβραδυντική για τον πληθωρισμό παραμένει η ένταση παραγόντων όπως η ενίσχυση του ευρώ έναντι του δολαρίου, η πολιτική επιτοκίων της ΕΚΤ και η εισαγωγή προϊόντων από χώρες χαμηλού κόστους.
Σχετικά με την πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής τα τρία τελευταία χρόνια, στην έκθεση του ΙΟΒΕ επισημαίνεται ότι υπήρξε θετική, καθώς επιτυγχάνεται συνεχής μείωση του ελλείμματος και περιορισμός του χρέους. Η επιτυχία αυτή δεν επιτρέπει ωστόσο χαλάρωση γι’ αυτό και -σωστά- ο προϋπολογισμός του 2008 θέτει στόχο τον περαιτέρω περιορισμό του ελλείμματος και του χρέους με απώτερη επιδίωξη τον μηδενισμό του ελλείμματος το 2010 και πλεονασματικούς προϋπολογισμούς μετά το έτος αυτό. Σε γενικές γραμμές, κατά το ΙΟΒΕ, η δημοσιονομική πολιτική κινείται στη σωστή κατεύθυνση, δημιουργούνται ωστόσο ερωτήματα όσον αφορά τη διατηρησιμότητα αυτής της πορείας, που απορρέουν από το γεγονός ότι η μείωση του ελλείμματος προέρχεται κυρίως από την αύξηση των εσόδων και όχι από την συγκράτηση των δαπανών.
Ιδιαίτερα θετικό στοιχείο του Προϋπολογισμού του 2008, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, είναι ότι εισάγει για πρώτη φορά στη χώρα μας μεθόδους που μπορεί να βελτιώσουν την σύνταξη και εκτέλεση του Προϋπολογισμού. Πρόκειται για τους λεγόμενους προϋπολογισμούς προγραμμάτων που αφορούν μεγάλες περιοχές δραστηριοτήτων, όπως έσοδα του Κράτους, δράσεις του κράτους στο εξωτερικό-εσωτερικό, τοπική διακυβέρνηση, παιδεία κ.λ.π.